ΑΕ 1918
Εις Νικοπόλεως έπιγραφάς' υπό Λ. Χατζή.
29
Α.
-{-Ώκεανόν πε[ρίφ]αντον άπ^ίριτον ενθα δέδορκας
γαϊαν μέσσον έχοντα σοφοΐς Ινδάλμασι τέχνης
πάντα πέριξ φορέουσαν, δσ[α] πν[[Υ]ίει τε και έρπει"
Δουμετίου κτέανον [μ]εγαθΰμου άρχιερήος.
Περε της επιγραφής ΐδέ Α. Φιλαδελφέα εν ΑΕ
1916 67 καΐ ΠΑΕ 1915 σ. 68 κέ. και Γ. Σω-
τηριου ε. α. σ. 13 και 23.
Ήα,εις παοατηοοΟαεν τάδε:
Ή επιγραφή 1, ώς δεικνύει ή μεταγραφή ήμών,
είναι γεγραμμενη εν δακτυλικώ μέτρω, ώς και
πασαι αί λοιπαί πλήν τής Β .
Στίχ. 1. άπίριτον: Και το μέτρον διδάσκει 6'τι ή
ορθή γραφή είναι άπείριτον (=άπέραντον)' πρβ.
Ήσιόδ. θεογον. 109 πόντος άπείριτος' Ό ϊωτακι-
σμος ένταΟθα και εν στίχ. 3 [πνίει άντι πνείει) άποδο-
τέος ασφαλώς τω ψηφοθέτη και ουχί τω ποιητή.
εν$α% δέδορκας %: Ο Γ. Σ. σ. 13 άναγινώσκει
6ΝΘΑΔ6 Δ6ΔΟΡΚΑΟ· άλλ' ή έπιγραφή έχει,
ώς άναγινώσκομεν (πρβ. εικόνα και το μέτρον).
Έάν έσώζετο ρήμα δορκώ ήδυνάμεθα μετά μείζο-
νος πιθανότητος να γράψωμεν έν&άδε δορκας. Ότι
το *δορκώ (εκ ρίζης δέρκ—) ^ δεν είναι αδύνατον,
διδάσκει ο Ησύχιος γράφουν: «δορκάζων περιβλέ-
πων»'ή ανάλογα τω δορκάζω—*'δορκώ εχομεν άρ.
1 Είκονα ίδέ έν ΑΕ 1916 ει/.. 14 /.αί σελ. 67 καί ΠΑΕ 1915
εΐκ. 4 και 8 και σελ. 68.
2 Τό έ'ν&α ενταύθα έν τη σημασία του ένϋ·άδε, έντανϋα.
3 IΤ ρ β. και επίγραμμα πάρα Βιτρουδ. VIII 3. 23 ύδατα κρα-
νάεντα βλέπεις, ξένε κτλ. = Ρνβ(/βΤ Ιη80ΠρΐίθΙ1β8 ΟΓββΟββ
Ιϊ1βίΠ03θ 217. "Ετι πρβ. τό νεωστί έπί λίθου ευρεθέν έπίγραμμα έξ
Αργολίδος (ΛΕ 1917 σελ. 108 β, Ά. Φιλαδελφεΰς): πατρός "Ερω-
τος δρας | Εϋαμερώ ήδ'ε τε|κούσης κ. τ. λ. "Ετι πρβ. Άνθ. Παλ.
III 57 αρ. 354 (έκδ. [κίο]να πορφυρέην και άργυρέην βα-
σίλειαν | [δ]έρχεο κ. τ. λ. Έν τω Άγίω Δημητρίω της Θεσσαλο-
νίκης άνεγνώσθησαν αί έξης έπιγραφαί:
■γ Κτίστας ΰεωρεΐς του πανενδόξου δόμου εκείθεν ένθεν
μάρτυρος Δημητρίου
του βάρβαρον κλύδωνα βαρβάρων στόλοι μετατρέποντος
και πόλιν λυτρουμένου ■{-. 1
και: 'Επί -/ρόνων Λέοντος ήβωντα βλέπεις
καυθέντα τό πριν τόν ναόν Δημητρίου.
4 Πρβ. τό ζωον ή δορχάς.
5 Περί του <3ορκά£ω=:δέρκομαι ίδέ Ρ3880λν και Ρβρβ* έτι πρβ.
ΗβΓ\νβΓάθπ, Αρρβηάίχ Ιβχίοί Ογβθοϊ βαρρίβιοπΐ βί άίαΐβο-
ΙΪΟΪ (1904) έν λ. δρωπάζειν.
1 Κ. Ζησίου Χριστιανικά μνημεία Μακεδονίας έν ΠΑΕ 1913, σ. 135 κέ.
(19 κέ. τής άνατυπώσεωςι. "Ετι πρβ. ΑΕ 1909 σ. 16 (Άντίοχον Σωτήραν
όράτε, ος έν#άδε κ.τ.λ.) και ΙΟ XIV 499, 870 (όρας), 1915 (έσορας).
χαΐα μεν τα έπωπάζω - έπωπώ (πρβ. Ήσύχ. έν λ.
έπωπάζει), πορπάζω - έμπορπώ, νΟν δε άπειρα* πρβ.
κοιτάζω - κοιτώ (=όρώ), φωνάζω-φωνώ, κοπιάζω -
κοπιώ, σπάζω — σπώ κ. ά.
Στίχ. 3. Γϊερι του πνίει (άντι πνείει) πρβ. πα-
ρατήρησιν εις στίχ. 1 (άπίριτον).
Στίχ. 4. Δουμετίου: Μόνον έν ταΐς έμμετροις
έπιγραφαΐς τής βασιλικής ταύτης τής Νικοπόλεως
άπαντα ο τύπος Δουμέτιος' οί λοιποί τύποι τοΟ λα-
τινικού ονόματος Βοηιϊίίιΐδ είναι Δομίτιος 6 και Δο-
μέτιος'7 ένταΰΟα χάριν του μέτρου** το Δομέτιος
έγένετο Δουμέτιος' πρβ. όνομα—ούνομα, Πολυδά-
μας—Πουλυδάμας, Όλυμπος—Ουλυμπος, μόνος
— μουνος, δόρατα—δούρατα κ. ά. π.
"Οτι τούτο ούτα>ς εχει, διδάσκει ή έν π ε ζω λόγω
Β' έπιγραφή περί του αυτοΰ ανδρός, ενθα ούτος
ονομάζεται Δομήτιος (γρ. Δομίτιος).
Κατά ταύτα Ό α μεγάθυμος άρχιερεύς» τής Νι-
κοπόλεως και ιδρυτής τής λαμπρα.ς ταύτης βασι-
λικής δεν πρέπει νά όνομάζηται Δουμέτιος—διότι
τοιούτος τύπος ουδέποτε ΰπήρξεν—, άλλα Δομίτιος.
κτέανον: Εκ τής λέξεως ταύτης, ήτις, ώς γνω-
στόν, σημαίνει κτήμα, διδασκόμεΟα οτι ό Δομίτιος
ήτο ου μόνον δομήτωρ, άλλά καί κτήτωρ τής με-
γάλης ταύτης βασιλικής 9.
Β.
Δομήτιος μεν ό πρώην τόν σεβάσμιον κατεσκεύασεν
οίκον,
Δομήτιος δε ό νυν γε Ν((ικο))π((όλεως)) εών έκ£ε]]ίνου
και τής ίερωσυνης διάδοχος
δυνάμ£ε]]ι Χρ((ιστοΰ)) την πάσαν έκαλ^λ]}(έργησεν
τρίστωον
ευφρόσυνος μην εν τω νεφ ώς μαθητής τοΰ προτέρο|(^
Π-ΗΊ Α I Μ Α ω 0 [—?]
δ Δημητρίου μάρτυρος έκάτερος ευχάριστων τη προ-
στασία.
Τής επιγραφής ταύτης εικόνα παρατίθησιν ό
β Ή γραφή Δομητιανός παρά Ζωσίμω 1,6 είναι έσφαλμένη.
7 "Ετι πρβ. Δομετιανός, Δομετιούπολις.
8 Τό Δομέτιος δεν δύναται νά προσαρμοσθη πρός τό δα/.τυλικον
μέτρον. Πρβ. ΙΟ XIV 1535, ενθα τά έξη; λίαν διδακτικά λέγον-
ται περί τίνος κυρίου ονόματος : ου γαρ έν εξαμέτροισ(ιν) ήρμοσεζν^>
τοννομ' έμόν
9 Την έπιγραφήν ταύτην πλημμελώς έξέδιοκε καί τι; Ίταλο;
ανταποκριτής εν Ήπείρω έν τη Οίνϊΐΐα 03ΐΐυ1ίθ& 68 (1917) σ.
381' ΐϊδέ καί κατωτέρω σ. 30).
Εις Νικοπόλεως έπιγραφάς' υπό Λ. Χατζή.
29
Α.
-{-Ώκεανόν πε[ρίφ]αντον άπ^ίριτον ενθα δέδορκας
γαϊαν μέσσον έχοντα σοφοΐς Ινδάλμασι τέχνης
πάντα πέριξ φορέουσαν, δσ[α] πν[[Υ]ίει τε και έρπει"
Δουμετίου κτέανον [μ]εγαθΰμου άρχιερήος.
Περε της επιγραφής ΐδέ Α. Φιλαδελφέα εν ΑΕ
1916 67 καΐ ΠΑΕ 1915 σ. 68 κέ. και Γ. Σω-
τηριου ε. α. σ. 13 και 23.
Ήα,εις παοατηοοΟαεν τάδε:
Ή επιγραφή 1, ώς δεικνύει ή μεταγραφή ήμών,
είναι γεγραμμενη εν δακτυλικώ μέτρω, ώς και
πασαι αί λοιπαί πλήν τής Β .
Στίχ. 1. άπίριτον: Και το μέτρον διδάσκει 6'τι ή
ορθή γραφή είναι άπείριτον (=άπέραντον)' πρβ.
Ήσιόδ. θεογον. 109 πόντος άπείριτος' Ό ϊωτακι-
σμος ένταΟθα και εν στίχ. 3 [πνίει άντι πνείει) άποδο-
τέος ασφαλώς τω ψηφοθέτη και ουχί τω ποιητή.
εν$α% δέδορκας %: Ο Γ. Σ. σ. 13 άναγινώσκει
6ΝΘΑΔ6 Δ6ΔΟΡΚΑΟ· άλλ' ή έπιγραφή έχει,
ώς άναγινώσκομεν (πρβ. εικόνα και το μέτρον).
Έάν έσώζετο ρήμα δορκώ ήδυνάμεθα μετά μείζο-
νος πιθανότητος να γράψωμεν έν&άδε δορκας. Ότι
το *δορκώ (εκ ρίζης δέρκ—) ^ δεν είναι αδύνατον,
διδάσκει ο Ησύχιος γράφουν: «δορκάζων περιβλέ-
πων»'ή ανάλογα τω δορκάζω—*'δορκώ εχομεν άρ.
1 Είκονα ίδέ έν ΑΕ 1916 ει/.. 14 /.αί σελ. 67 καί ΠΑΕ 1915
εΐκ. 4 και 8 και σελ. 68.
2 Τό έ'ν&α ενταύθα έν τη σημασία του ένϋ·άδε, έντανϋα.
3 IΤ ρ β. και επίγραμμα πάρα Βιτρουδ. VIII 3. 23 ύδατα κρα-
νάεντα βλέπεις, ξένε κτλ. = Ρνβ(/βΤ Ιη80ΠρΐίθΙ1β8 ΟΓββΟββ
Ιϊ1βίΠ03θ 217. "Ετι πρβ. τό νεωστί έπί λίθου ευρεθέν έπίγραμμα έξ
Αργολίδος (ΛΕ 1917 σελ. 108 β, Ά. Φιλαδελφεΰς): πατρός "Ερω-
τος δρας | Εϋαμερώ ήδ'ε τε|κούσης κ. τ. λ. "Ετι πρβ. Άνθ. Παλ.
III 57 αρ. 354 (έκδ. [κίο]να πορφυρέην και άργυρέην βα-
σίλειαν | [δ]έρχεο κ. τ. λ. Έν τω Άγίω Δημητρίω της Θεσσαλο-
νίκης άνεγνώσθησαν αί έξης έπιγραφαί:
■γ Κτίστας ΰεωρεΐς του πανενδόξου δόμου εκείθεν ένθεν
μάρτυρος Δημητρίου
του βάρβαρον κλύδωνα βαρβάρων στόλοι μετατρέποντος
και πόλιν λυτρουμένου ■{-. 1
και: 'Επί -/ρόνων Λέοντος ήβωντα βλέπεις
καυθέντα τό πριν τόν ναόν Δημητρίου.
4 Πρβ. τό ζωον ή δορχάς.
5 Περί του <3ορκά£ω=:δέρκομαι ίδέ Ρ3880λν και Ρβρβ* έτι πρβ.
ΗβΓ\νβΓάθπ, Αρρβηάίχ Ιβχίοί Ογβθοϊ βαρρίβιοπΐ βί άίαΐβο-
ΙΪΟΪ (1904) έν λ. δρωπάζειν.
1 Κ. Ζησίου Χριστιανικά μνημεία Μακεδονίας έν ΠΑΕ 1913, σ. 135 κέ.
(19 κέ. τής άνατυπώσεωςι. "Ετι πρβ. ΑΕ 1909 σ. 16 (Άντίοχον Σωτήραν
όράτε, ος έν#άδε κ.τ.λ.) και ΙΟ XIV 499, 870 (όρας), 1915 (έσορας).
χαΐα μεν τα έπωπάζω - έπωπώ (πρβ. Ήσύχ. έν λ.
έπωπάζει), πορπάζω - έμπορπώ, νΟν δε άπειρα* πρβ.
κοιτάζω - κοιτώ (=όρώ), φωνάζω-φωνώ, κοπιάζω -
κοπιώ, σπάζω — σπώ κ. ά.
Στίχ. 3. Γϊερι του πνίει (άντι πνείει) πρβ. πα-
ρατήρησιν εις στίχ. 1 (άπίριτον).
Στίχ. 4. Δουμετίου: Μόνον έν ταΐς έμμετροις
έπιγραφαΐς τής βασιλικής ταύτης τής Νικοπόλεως
άπαντα ο τύπος Δουμέτιος' οί λοιποί τύποι τοΟ λα-
τινικού ονόματος Βοηιϊίίιΐδ είναι Δομίτιος 6 και Δο-
μέτιος'7 ένταΰΟα χάριν του μέτρου** το Δομέτιος
έγένετο Δουμέτιος' πρβ. όνομα—ούνομα, Πολυδά-
μας—Πουλυδάμας, Όλυμπος—Ουλυμπος, μόνος
— μουνος, δόρατα—δούρατα κ. ά. π.
"Οτι τούτο ούτα>ς εχει, διδάσκει ή έν π ε ζω λόγω
Β' έπιγραφή περί του αυτοΰ ανδρός, ενθα ούτος
ονομάζεται Δομήτιος (γρ. Δομίτιος).
Κατά ταύτα Ό α μεγάθυμος άρχιερεύς» τής Νι-
κοπόλεως και ιδρυτής τής λαμπρα.ς ταύτης βασι-
λικής δεν πρέπει νά όνομάζηται Δουμέτιος—διότι
τοιούτος τύπος ουδέποτε ΰπήρξεν—, άλλα Δομίτιος.
κτέανον: Εκ τής λέξεως ταύτης, ήτις, ώς γνω-
στόν, σημαίνει κτήμα, διδασκόμεΟα οτι ό Δομίτιος
ήτο ου μόνον δομήτωρ, άλλά καί κτήτωρ τής με-
γάλης ταύτης βασιλικής 9.
Β.
Δομήτιος μεν ό πρώην τόν σεβάσμιον κατεσκεύασεν
οίκον,
Δομήτιος δε ό νυν γε Ν((ικο))π((όλεως)) εών έκ£ε]]ίνου
και τής ίερωσυνης διάδοχος
δυνάμ£ε]]ι Χρ((ιστοΰ)) την πάσαν έκαλ^λ]}(έργησεν
τρίστωον
ευφρόσυνος μην εν τω νεφ ώς μαθητής τοΰ προτέρο|(^
Π-ΗΊ Α I Μ Α ω 0 [—?]
δ Δημητρίου μάρτυρος έκάτερος ευχάριστων τη προ-
στασία.
Τής επιγραφής ταύτης εικόνα παρατίθησιν ό
β Ή γραφή Δομητιανός παρά Ζωσίμω 1,6 είναι έσφαλμένη.
7 "Ετι πρβ. Δομετιανός, Δομετιούπολις.
8 Τό Δομέτιος δεν δύναται νά προσαρμοσθη πρός τό δα/.τυλικον
μέτρον. Πρβ. ΙΟ XIV 1535, ενθα τά έξη; λίαν διδακτικά λέγον-
ται περί τίνος κυρίου ονόματος : ου γαρ έν εξαμέτροισ(ιν) ήρμοσεζν^>
τοννομ' έμόν
9 Την έπιγραφήν ταύτην πλημμελώς έξέδιοκε καί τι; Ίταλο;
ανταποκριτής εν Ήπείρω έν τη Οίνϊΐΐα 03ΐΐυ1ίθ& 68 (1917) σ.
381' ΐϊδέ καί κατωτέρω σ. 30).