Α Ε 1920
οου,οίαν τυχαίαν άμέλειαν, δεικνύει, δτί εις το γε- είς τον χιτώνα του Ρύγχωνος, συνάγομεν, δτι
γόνος τοΰτο πρέπει να οιιοωμεν εν των σπουοαιο- αι περί ων ο λόγο; στηλαι η σαν. πολυχρωμως γε-
τάτων π-οος τά πρόσω βημάτων της τότε ζωγραφΊ- γραμμέ.ναι, δτε βεβαίως το δένδρον της στήλης
κής τέχνης, νά διίδωμεν την άπεικόνισιν της μεμα- του Σαυγένους και οί στέφανοι της δάφνης ή έλαίας
κουσμένης έκτάσεως και την προοπτικήν καΐ κατά θά ήσαν πράσινα, ως συμβαίνει ε~ει~α έττΐ γλυπτών
σκιανοαφίαν έογασίαν 1 την ποιοΟσαν το μέγα μι- άμα και γραπτών στηλών της Δημητοιάδος έν τώ
κορν και το μικρόν μέγα, ήτις δεν ητο άγνωστος Μουσείω του Βόλου (π. χ. άριθ 125), ή δέ άνεμώνη
Πλάτωνος (Φαίδ. 69 Β.)· Τοιουτοτρόπως ή θά προσελάμβανεν άλλο τι ιδιάζον αύτη νοώαα
υττλτ του Σαυγένους εινε ό παλαιότατος ασφαλής και πιθανώς το έρυθρΌν (ττοολ. Παυσ. 9, "22,4) 1.
ΙθΓΠΐίηυδ ίΐηίο ςμίθΐη δια την κνακάλυψιν του τε- Αν ο ήλήθευεν ή περί δαφνοφόρου ερμηνεία του
χνικοΟ τούτου αξιώματος, όπερ είνε δια τόν νε<:ότε- Ρύγχωνος, ό χιτών αυτού Οά ήτο κροκωτΌς ισως,
ρον καλλιτέχνην σημεΐον στοιχειωδεστάτης μαθή- άν κρίν,ωμεν εκ της χρήσεως του χρώματος τούτου
σεως εις άλλας ίερατικάς στολάς (π χ . τών άρκτων
Ή ετέρα παρατήρησις άφορα ζIς την πολυχρω- της Βραυρωνίας Αρτέμιδος Άριστοφ. Λι>σ. 645)
μίαν της γραφής. Έσημειώσαμεν ήδη άλλαχου ή έστω και λευκός ή πορφυρους(8ίοιι£θ] ΚηΙίιιζαΐί.'1
['Αρχ.Λελτ. 1917250 ες.), οτι άφ ότου ό Πολύγνω- σ. 43 εξ.}, πάντ<.υς δ' οΰχι κυανομέλας, ώ; εινε
τος'μεταχειρίζεται άφθόνως το ώχρον χρώμα, δ ευ- τΌ φυσικΌν χρώμα του λίθου, Οά ειχε δέ τά κεν-
οισκοα,εν ηοη παλαιοτεοον αυτού και ει; τας τοι- τητα κοσμηαατα οι άλλων προσηκόντων γοωα,α-
νονοαιία; τών έτοουσκικών τάφων και εις τον τ<:υν οεοηλίομ.ένα ή «κεκαλυμμένα»,
κάνθαοον της Μυκαλησσοΰ και 6 μειγνύμενον μετ Ιίρός τούτοις παρατηροΟμεν, ότι εις τά άετίό-
άλλων χρωμ.άτ(υν παράγει μεγάλην χρωματικήν ματα του Ρύγχουνος και του Σαυγένους ουδεμία
κλίμακα, εγένετο δυνατόν νά διακριθώσιν έν τή συμμετρική ή αντιθετική οιάταςις παρατηρείται,
τέχνη δύο κατευθύνσεις, ων ή μεν εϊχε την πα- έπομένως δέ ταύτα δεν άποτελοΟσι κοσμηματικάς
λαιάν τετραγοωυ,ίαν, ή οε πολυνοωμίαν. Επειδή σκηνάς, άλλ' έχουσιν άπαραγνώριστον ζωγοα©ικΌν
άνιυτέοω έ3ε8αιώσαυ.εν πολύ'/οοου.ον σκιαγραφίαν ναοακτήοα.
ΙΐερΊ της μεθόοου, καθ ήν Ιζωγραφήθησαν αί
1 Ρίιιΐιΐ ^(/η'ύ 1910, 21. στήλαι, εγραψεν ό Υο11§Γαίί ε. α. 556 ες.) ικανά
2 Τα πορίσματα τών τελευταίων συζητήσεων περί σκιαγραφία; κα) /αλά, εδέχθη ο' αύτά και ό ΚθάβΙ1\ν&1(1<;
συνοψίζε: ό Ρίπΐΐΐ -Ταΐΐ)·}). 1912 7. 227 ες, όθεν άρυόμεΟα τάο£ : ή , , 7 ι η'ι π ηη .γ . <Γχ τ, „„ ,
, , ~ , , .Α [Ανο/ι. Αηζ. νή\6, 0() εξ. . Ο νοΙΙ^Γαίί όου.ώ-
σκιαγραφια εινε προοπτικν, παραστασι; του χώρου τοπειογραφικη. υ ν » / ο ν^.^
λνδπΊΠ&ηΐΙ,άντίταξεν, οτι ανευ ενιαίας πτώσεως φωτός και σκιά; δεν μένος έκ Της παοατηρήσεως Τθΰ ΒΓ)ί-Ιίθ1ΐΟΓ (Τβΐΰΐο-
έπιτυγνάνεται εντύπωσις νώρου ζαί εττοαένως τ: κ.υ^ία σηααιια τή; ΚΩ 2?* \ "_ : Γι Ν .", ~ > >
·'■ Χ . . ' ^ . ' -, ηι'ί ·^ ερυϋοον ανευ κηοου χρώμα, οι
σ/.ιανόαβίας είνε αυτό τούτο γραφή ;/£τα σκιών. Ό Πολύγνωτος πε- 11 1 1
ο.έλάβίν εις βάθος δια φωτός και σκ^ς (πρβλ. και Φιλοστρ. βί. ού έχρώννυον οί παλαιοί συχνά το εοαφος τών άνα-
Άπολλ.2, 20) αο'νον μ.ερ.ονωμενας αορφάς ού/ΐ δε και πάντα χωρον. γλύπτων στηλών, έφηθ(Λ0«ετθ έπΐ Τθ0 (Λαοαάοου
Ιο τ£/.ευταιον, ιος και την γοαυιαικην ποοο~τικτ(ν ε^ετυ/εν ο Λπολ. . ο ^ , \ , , , , ,
, - ν ,ε „ , * , αορως ειργασμενου την επίφανειαν, συνάγει, οτι τα
λοδωοος εν τη γραφτ, πινακιον. Αλλως οεν ε:ηγειται η οιακοισις ι - ι ι ι ι , ι
τών ούο τεχνιτών."Ωστε κατά τόν Λ' αί. π. σκιαγραφία σημαίνε μετα κηροΟ μεικτά χρώματα τά χρησιμ,οποιούμενα
τήν /?ωαατικην προοπηχήν, η άπατηλήν (ίΠαδίοη) παράσταση υπό της έγκαυστικής τέχνης, Οά έφηρμόζοντο έπΐ
ιαντος νωρου' τούτο οαως οεν ν,το επιτευκτον δια μονής της Υ^αμ
μ.κης προοπτική; οϋτε'διά της πολυγνωτείου σχέσεως. Προς έρΟήν / ι'ν-επιφανείας. Ωστε τότε εις τάς χαρακτας στή-
προοπτικήν παράστασιν ή σκιαγραφία δεν εινε σκοπός άλλα προό- λας τών θηοών ΤΟ έδαφος ηΤΟ κεκαλυμμένον Οΐά
πόθεσις. Τά πεοί ©ίοτισαου οιδάνο.α:α του Άπολλοδοίοου ηγαγον / <ν - ~ , ,/ ■> / ~ -
^ , , .' , ' . , . , „ , ' 1 γοωυ.τ,των οιαλυτων εν υοατι και τινι κολλητική
οοιστικως εις την απατην (1111131011). Δια τούτο η σκηνογραφία 1 '
ίσως εινε /ωρογραφία κατα τα; τεχνικάς άρ/άς του Άπολλοδώ- θυσία, Ο.Ιον ΤΟ λεύκωμα ΤθΟ ώθΟ κλ. (δρα ΡθΙΤΟί
ρου, ώ; φρονεί ό 8θ1ΐ6Ίΐ6 (αύτ. σ. 19 έ;.). Ό Ρίαΐΐΐ τροποποιεί
τοΰτο άποδίδιον εις τον 'Απολλο'δωρον περιωρισμ;νον βάθος γ<ό·
ρου και ορίζων την σκηνογραφία·; του ΆγαΟάρ/ου ώ; προυπο'ΟΞσιν 1 Δια τού; στεφάνους της δάφνη; η της έλαια; έπιβχλλεται έπι-
της άπατιόσης γραφική;, ήτις εινε σκιαγραφία κατά τόν Πλάτωνα γε- φΰλα?ί; τις, έπΞίδή Οά ϊδωυ-.εν κατιοτερω τόν γραπτόν έπιτύμβιον
νικώ; ήτοι άπόοοσι; τή; εϊκόνο; του γώοαν έπί επιφανείας δια τή; κύβον τής Καλλίδος ϊ/οντα στίφανον μύρτου ερυϋράς, γνωρίζοάεν
συγχωνεύσεως τή; άγαθαρ-/·είου προοπτική; και τή; άπολλοδο^ρΕίου δε την μαγ.κήν δύναμιν του ερυθρού χρώματος. Πρβλ. ν. ϋΐΐΙΐΠ
φωτοσκιάσεως. ΑνβΜν ΐ. ΕβΙ-]¥ί$8. 1906 σ. 1 εξ. Οΐ'αρρβ Μχ/ίΙίοΙ. 8913·
οου,οίαν τυχαίαν άμέλειαν, δεικνύει, δτί εις το γε- είς τον χιτώνα του Ρύγχωνος, συνάγομεν, δτι
γόνος τοΰτο πρέπει να οιιοωμεν εν των σπουοαιο- αι περί ων ο λόγο; στηλαι η σαν. πολυχρωμως γε-
τάτων π-οος τά πρόσω βημάτων της τότε ζωγραφΊ- γραμμέ.ναι, δτε βεβαίως το δένδρον της στήλης
κής τέχνης, νά διίδωμεν την άπεικόνισιν της μεμα- του Σαυγένους και οί στέφανοι της δάφνης ή έλαίας
κουσμένης έκτάσεως και την προοπτικήν καΐ κατά θά ήσαν πράσινα, ως συμβαίνει ε~ει~α έττΐ γλυπτών
σκιανοαφίαν έογασίαν 1 την ποιοΟσαν το μέγα μι- άμα και γραπτών στηλών της Δημητοιάδος έν τώ
κορν και το μικρόν μέγα, ήτις δεν ητο άγνωστος Μουσείω του Βόλου (π. χ. άριθ 125), ή δέ άνεμώνη
Πλάτωνος (Φαίδ. 69 Β.)· Τοιουτοτρόπως ή θά προσελάμβανεν άλλο τι ιδιάζον αύτη νοώαα
υττλτ του Σαυγένους εινε ό παλαιότατος ασφαλής και πιθανώς το έρυθρΌν (ττοολ. Παυσ. 9, "22,4) 1.
ΙθΓΠΐίηυδ ίΐηίο ςμίθΐη δια την κνακάλυψιν του τε- Αν ο ήλήθευεν ή περί δαφνοφόρου ερμηνεία του
χνικοΟ τούτου αξιώματος, όπερ είνε δια τόν νε<:ότε- Ρύγχωνος, ό χιτών αυτού Οά ήτο κροκωτΌς ισως,
ρον καλλιτέχνην σημεΐον στοιχειωδεστάτης μαθή- άν κρίν,ωμεν εκ της χρήσεως του χρώματος τούτου
σεως εις άλλας ίερατικάς στολάς (π χ . τών άρκτων
Ή ετέρα παρατήρησις άφορα ζIς την πολυχρω- της Βραυρωνίας Αρτέμιδος Άριστοφ. Λι>σ. 645)
μίαν της γραφής. Έσημειώσαμεν ήδη άλλαχου ή έστω και λευκός ή πορφυρους(8ίοιι£θ] ΚηΙίιιζαΐί.'1
['Αρχ.Λελτ. 1917250 ες.), οτι άφ ότου ό Πολύγνω- σ. 43 εξ.}, πάντ<.υς δ' οΰχι κυανομέλας, ώ; εινε
τος'μεταχειρίζεται άφθόνως το ώχρον χρώμα, δ ευ- τΌ φυσικΌν χρώμα του λίθου, Οά ειχε δέ τά κεν-
οισκοα,εν ηοη παλαιοτεοον αυτού και ει; τας τοι- τητα κοσμηαατα οι άλλων προσηκόντων γοωα,α-
νονοαιία; τών έτοουσκικών τάφων και εις τον τ<:υν οεοηλίομ.ένα ή «κεκαλυμμένα»,
κάνθαοον της Μυκαλησσοΰ και 6 μειγνύμενον μετ Ιίρός τούτοις παρατηροΟμεν, ότι εις τά άετίό-
άλλων χρωμ.άτ(υν παράγει μεγάλην χρωματικήν ματα του Ρύγχουνος και του Σαυγένους ουδεμία
κλίμακα, εγένετο δυνατόν νά διακριθώσιν έν τή συμμετρική ή αντιθετική οιάταςις παρατηρείται,
τέχνη δύο κατευθύνσεις, ων ή μεν εϊχε την πα- έπομένως δέ ταύτα δεν άποτελοΟσι κοσμηματικάς
λαιάν τετραγοωυ,ίαν, ή οε πολυνοωμίαν. Επειδή σκηνάς, άλλ' έχουσιν άπαραγνώριστον ζωγοα©ικΌν
άνιυτέοω έ3ε8αιώσαυ.εν πολύ'/οοου.ον σκιαγραφίαν ναοακτήοα.
ΙΐερΊ της μεθόοου, καθ ήν Ιζωγραφήθησαν αί
1 Ρίιιΐιΐ ^(/η'ύ 1910, 21. στήλαι, εγραψεν ό Υο11§Γαίί ε. α. 556 ες.) ικανά
2 Τα πορίσματα τών τελευταίων συζητήσεων περί σκιαγραφία; κα) /αλά, εδέχθη ο' αύτά και ό ΚθάβΙ1\ν&1(1<;
συνοψίζε: ό Ρίπΐΐΐ -Ταΐΐ)·}). 1912 7. 227 ες, όθεν άρυόμεΟα τάο£ : ή , , 7 ι η'ι π ηη .γ . <Γχ τ, „„ ,
, , ~ , , .Α [Ανο/ι. Αηζ. νή\6, 0() εξ. . Ο νοΙΙ^Γαίί όου.ώ-
σκιαγραφια εινε προοπτικν, παραστασι; του χώρου τοπειογραφικη. υ ν » / ο ν^.^
λνδπΊΠ&ηΐΙ,άντίταξεν, οτι ανευ ενιαίας πτώσεως φωτός και σκιά; δεν μένος έκ Της παοατηρήσεως Τθΰ ΒΓ)ί-Ιίθ1ΐΟΓ (Τβΐΰΐο-
έπιτυγνάνεται εντύπωσις νώρου ζαί εττοαένως τ: κ.υ^ία σηααιια τή; ΚΩ 2?* \ "_ : Γι Ν .", ~ > >
·'■ Χ . . ' ^ . ' -, ηι'ί ·^ ερυϋοον ανευ κηοου χρώμα, οι
σ/.ιανόαβίας είνε αυτό τούτο γραφή ;/£τα σκιών. Ό Πολύγνωτος πε- 11 1 1
ο.έλάβίν εις βάθος δια φωτός και σκ^ς (πρβλ. και Φιλοστρ. βί. ού έχρώννυον οί παλαιοί συχνά το εοαφος τών άνα-
Άπολλ.2, 20) αο'νον μ.ερ.ονωμενας αορφάς ού/ΐ δε και πάντα χωρον. γλύπτων στηλών, έφηθ(Λ0«ετθ έπΐ Τθ0 (Λαοαάοου
Ιο τ£/.ευταιον, ιος και την γοαυιαικην ποοο~τικτ(ν ε^ετυ/εν ο Λπολ. . ο ^ , \ , , , , ,
, - ν ,ε „ , * , αορως ειργασμενου την επίφανειαν, συνάγει, οτι τα
λοδωοος εν τη γραφτ, πινακιον. Αλλως οεν ε:ηγειται η οιακοισις ι - ι ι ι ι , ι
τών ούο τεχνιτών."Ωστε κατά τόν Λ' αί. π. σκιαγραφία σημαίνε μετα κηροΟ μεικτά χρώματα τά χρησιμ,οποιούμενα
τήν /?ωαατικην προοπηχήν, η άπατηλήν (ίΠαδίοη) παράσταση υπό της έγκαυστικής τέχνης, Οά έφηρμόζοντο έπΐ
ιαντος νωρου' τούτο οαως οεν ν,το επιτευκτον δια μονής της Υ^αμ
μ.κης προοπτική; οϋτε'διά της πολυγνωτείου σχέσεως. Προς έρΟήν / ι'ν-επιφανείας. Ωστε τότε εις τάς χαρακτας στή-
προοπτικήν παράστασιν ή σκιαγραφία δεν εινε σκοπός άλλα προό- λας τών θηοών ΤΟ έδαφος ηΤΟ κεκαλυμμένον Οΐά
πόθεσις. Τά πεοί ©ίοτισαου οιδάνο.α:α του Άπολλοδοίοου ηγαγον / <ν - ~ , ,/ ■> / ~ -
^ , , .' , ' . , . , „ , ' 1 γοωυ.τ,των οιαλυτων εν υοατι και τινι κολλητική
οοιστικως εις την απατην (1111131011). Δια τούτο η σκηνογραφία 1 '
ίσως εινε /ωρογραφία κατα τα; τεχνικάς άρ/άς του Άπολλοδώ- θυσία, Ο.Ιον ΤΟ λεύκωμα ΤθΟ ώθΟ κλ. (δρα ΡθΙΤΟί
ρου, ώ; φρονεί ό 8θ1ΐ6Ίΐ6 (αύτ. σ. 19 έ;.). Ό Ρίαΐΐΐ τροποποιεί
τοΰτο άποδίδιον εις τον 'Απολλο'δωρον περιωρισμ;νον βάθος γ<ό·
ρου και ορίζων την σκηνογραφία·; του ΆγαΟάρ/ου ώ; προυπο'ΟΞσιν 1 Δια τού; στεφάνους της δάφνη; η της έλαια; έπιβχλλεται έπι-
της άπατιόσης γραφική;, ήτις εινε σκιαγραφία κατά τόν Πλάτωνα γε- φΰλα?ί; τις, έπΞίδή Οά ϊδωυ-.εν κατιοτερω τόν γραπτόν έπιτύμβιον
νικώ; ήτοι άπόοοσι; τή; εϊκόνο; του γώοαν έπί επιφανείας δια τή; κύβον τής Καλλίδος ϊ/οντα στίφανον μύρτου ερυϋράς, γνωρίζοάεν
συγχωνεύσεως τή; άγαθαρ-/·είου προοπτική; και τή; άπολλοδο^ρΕίου δε την μαγ.κήν δύναμιν του ερυθρού χρώματος. Πρβλ. ν. ϋΐΐΙΐΠ
φωτοσκιάσεως. ΑνβΜν ΐ. ΕβΙ-]¥ί$8. 1906 σ. 1 εξ. Οΐ'αρρβ Μχ/ίΙίοΙ. 8913·