ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΦΗΜΕΡ1Σ. 353
λαξ (α) αναφέρει την Άμοργόν ώς τρίπολιν, Στέφανος Ή Αμοργός ίδίως μνημονεύεται ως πατρίς τοϋ
δ'ό Βυζάντιος ονομάζει τάς τρεις αύτη; πόλεις Άρκε- περιωνύμου ίαμβοποιοϋ Σιμωνίδου (α) προς δέ και
σίνην, Μινώαν και Αϊγιάλην η Μελανίαν (β). Αΐ τρεις δια την καλλιεργειών εξαίρετου ποιότητος λίνου,
της νήσου πόλεις μνημονεύονται και ύπδ τοϋ Πτο- χρησιμεύοντος εις την κατασκευήν των λεπτοϋφών
λεμαίου (γ) αί δύο όμως έξ αύτών παρηλλαγμέναι, άμοργίνων καλουμένων χιτώνων, οις έχρώντο
διότι ή μεν Μαώα λέγεται Μινυία, ή δέ Αίγιάλη αί περιφανείς γυναίκες των Αθηναίων και Κοριν-
Βεγιαλίς. Ό Σουΐδας τήν μεν Αϊγιάλην ονομάζει θίων καΐ ων επίσης άμόργινον έλέγετο και τό
Αίγιαλέν, τήν δε Άρκεσίνην Άρκεσίμην. Έκ των ά- ΧΡΰμα (β).
νακαλυφθεισών δ'επιγραφών εξάγεται ότι όρθώς ο- Ό ΤουπιβίοΓί αναφέρει οτι τά ρηθέντα ύφάσμα·
νομάζει αύτάς ο Στέφανος. τα έβάπτοντο δια λειχήνος κοινοτάτου έν τή νήσω
Έάν εν ελλείψει άλλων μαρτυριών έκ μόνου τοϋ *αί επί των ήμερων αύτοϋ μεταφερομένου είς Άλε-
ονόματος της Μίνωας ορμώμενοι ήδυνάμεθα να εί- ξάνδρειαν και Άγγλίαν προς κατασκευήν έρυθρών
κοτολογήσωμεν, φαίνεται οτι εί; άρχαιοτάτην έπο- βαμμάτων (γ).
χήν έγένετο έν Άμοργω αποικία Κρητών παρ' ώ\> Έν τ?; 'Ρωμαϊκή εποχή έχρησίμευεν η Αμοργός
εδόθη το όνομα Μινώα εις τήν συνοικισθεϊσαν πόλιν. ώς τόπος εξορίας (δ) επί δέ των Βυζαντινών χρόνων
Άργότερον επώκησαν Νάξ-.οι (δ^, κατά δέ τήν μαρ- έ αυτοκράτωρ Αλέξιος 6 Κομνηνός εκτισεν έπΐ ά-
τυρίαν τοΰ Σουίδα, 490 ετη μετά τά Τρίοϊκά, προς ποτόμου βράχου τοΰ υψηλοτάτου ορούς τοϋ προοή-
άποικισμόν της Άμοργοΰ εστάλησαν Σάμιοι υπό ή- του Ήλιοΰ τήν μέχρι τοΰ νΟν ύπάρχουσαν και ύπδ
γεμόνα Σίρ-μίαν τον γραμματικόν, δς τις έκτισε τάς 20 σεβασμίων μοναχών διατηρουμένην εύαγεστά-
τρεΐς πόλεις Μινώαν, Αίγιαλόν και Άρκεσίμην (ε). την μονήν της Παναγίας, της έπιλεγομένης Χωζο-
Θεωρεϊται όμως ώς πιθανώτερον οτι αί τρεις αύται βιωτίσσης, ήτις κέκτηται πολλά πλούσια μετόχια &
πόλεις ύπήρχον προ τή; αποικίας τών Σαμίων και πάσαις σχεδόν ταϊς πέριξ νήσοις καί εκτός της Έλ-
ότι ό Σιμμίας ένώκισε μάλλον ή συνώκισεν αύτάς (ζ). λάδος. Έν μονή ταύτη σώζεται έζωγραφισμένη
Έκ διαφόρων δ' επιγραφών άνακαλυφθεισών έν 'Α- Ιπ\ στήλης ή είκών τοΰ "Αλεξίου καί τό χρυσό-
μοργώ μανδάνομεν ότι μετά τήν τών Σαμίων, άποι- βουλλον αύτοΰ (ε). Κατά τον Μεσαιώνα περιελήφθη
κία Μιλησίων έγκατέστη έν τ») πόλει Αίγιάλη- άγνω- ή Αμοργός εις τό δουκάτον τών Σανούδων, οΐτινες
στον όμως έν τίνι ί~ο/τ, (η). κατέλιπον όχυρόν φρούριον επί ύψηλοΰ βράχου περί
___ δν χεϊται ή νΰν πόλις, ήτις εξ αύτσΟ και Κ ά σ τ ρ ο ν
, \ ,„ · 4 ~ ν · ι 'ί. παρά τίνων καλείται,
(α) Εν περιπλω, νησ. Κυκλαΰες. ~
(β) Ίίνθ' άνωτε'ρω. ^' τΡεϊς π°λεις τ'ήί Άμοργοΰ Ικειντο εις το δυ-
(γ) Βιβλ. Ε'. κεφ. ζ". § 31. τίκ°ν μέρος της νήσου αντίκρυ της Νάξου. Καί ή
(5) Παρε'.βολ. είς τήν Λώνυβ. κεριηγ. ς. 526. ___
(ε) Σουίτας έν λ. Σιααίας. Ά.ντίγ:α.ά τίνα του Σουΐ'ϊα
ήμαρτημένως εφερον υς-'=ί06, άντί'υΗ'=490, ώ; σημει- (α) Στράβων 487 καί Στε'φ. Βυζάντιος έν λ. Αμοργός,
οΰται έν τη τελευταία τη καί ά^τη τών εκδόσεων τοΰ (6> Στε'?· α"°θι· — Πολυδεύκης Ζ', ις'. καί Ευ-
Σουίτα, 'ο' Καοαΐ ΙΙοϋΙιοΙΙβ καί άλλοι είχβν Ο-' όψιν τάς στά°· εΕ5 Διονύσ· ™^'(· 526.
πρώτας έ*δόοεις. (γ) ν°Ρ8β ίβναηΐ. Τόμ. Α'. σ. 89. Ό άναφερόμε.
(ζ)ΚαθαΙ ΚοοΊίθΙΙο, ΗίβΙ. 0πΊϊΐ|ΐΐ6 (1ε Γ βΙα11ΐ536Π1. νος παρά του Τουρνεφορτίου λειχην κατά την γνώμην τοΰ
άβ5 οοΐοη. §Γϋοηα65. Τόμ. Γ'. σελ. 131. ημετέρου σοφοϋ καθηγητού Κ. ©. Όρφανίδου είναι πιθανώς
(η) Βλ. Οαιίαΐνεαο, ΚβοιιοϊΙ ύβ ιαέί. «γ. σ. 22ο. — < ΚοοεΙΙα Ιίηοΐοπ» χρήσιμος χαί νΰν είς τά βαφικάέργο·
ΟθΓρ. Ϊ080Γ. £Γ3θθ. Ν° 2264.—Κο^,Ιηδοπ'ρί. §γ. ΐηβύ. "άσια δ\ά τό ώραϊον κόκκινον χρώμα τό δΥ αύτης πάρα-
Ρββε. II, Ν° 11 2—1 44. — ΕΛαη^β, Αιιΐ. Ββΐΐ. Ν° γόμενον.
750 καί 765. — Πανδώρα, τόμ. θ'. β. 469. τόμ. ίλ'ί σ. (^) ΤαεΐΙ. Αηη. IV, 30.
431 καί τόμ. ΙΕ'. σ. 449 κη 490. — ΑηηαΙϊ ϋβΙΓ Ια- (ε) 'Ραγκαβή, τά Ελληνικά, τόμος Γ'. σελίς 210 καί
δΐίΐαίο ιΐΐ οΟΓΓΪδρ. 3ΓθΙι. 1864, α\ 95—107. Ίωαννίδης έν Πανδώρα, τόμος Γ'. σελίς 158.
λαξ (α) αναφέρει την Άμοργόν ώς τρίπολιν, Στέφανος Ή Αμοργός ίδίως μνημονεύεται ως πατρίς τοϋ
δ'ό Βυζάντιος ονομάζει τάς τρεις αύτη; πόλεις Άρκε- περιωνύμου ίαμβοποιοϋ Σιμωνίδου (α) προς δέ και
σίνην, Μινώαν και Αϊγιάλην η Μελανίαν (β). Αΐ τρεις δια την καλλιεργειών εξαίρετου ποιότητος λίνου,
της νήσου πόλεις μνημονεύονται και ύπδ τοϋ Πτο- χρησιμεύοντος εις την κατασκευήν των λεπτοϋφών
λεμαίου (γ) αί δύο όμως έξ αύτών παρηλλαγμέναι, άμοργίνων καλουμένων χιτώνων, οις έχρώντο
διότι ή μεν Μαώα λέγεται Μινυία, ή δέ Αίγιάλη αί περιφανείς γυναίκες των Αθηναίων και Κοριν-
Βεγιαλίς. Ό Σουΐδας τήν μεν Αϊγιάλην ονομάζει θίων καΐ ων επίσης άμόργινον έλέγετο και τό
Αίγιαλέν, τήν δε Άρκεσίνην Άρκεσίμην. Έκ των ά- ΧΡΰμα (β).
νακαλυφθεισών δ'επιγραφών εξάγεται ότι όρθώς ο- Ό ΤουπιβίοΓί αναφέρει οτι τά ρηθέντα ύφάσμα·
νομάζει αύτάς ο Στέφανος. τα έβάπτοντο δια λειχήνος κοινοτάτου έν τή νήσω
Έάν εν ελλείψει άλλων μαρτυριών έκ μόνου τοϋ *αί επί των ήμερων αύτοϋ μεταφερομένου είς Άλε-
ονόματος της Μίνωας ορμώμενοι ήδυνάμεθα να εί- ξάνδρειαν και Άγγλίαν προς κατασκευήν έρυθρών
κοτολογήσωμεν, φαίνεται οτι εί; άρχαιοτάτην έπο- βαμμάτων (γ).
χήν έγένετο έν Άμοργω αποικία Κρητών παρ' ώ\> Έν τ?; 'Ρωμαϊκή εποχή έχρησίμευεν η Αμοργός
εδόθη το όνομα Μινώα εις τήν συνοικισθεϊσαν πόλιν. ώς τόπος εξορίας (δ) επί δέ των Βυζαντινών χρόνων
Άργότερον επώκησαν Νάξ-.οι (δ^, κατά δέ τήν μαρ- έ αυτοκράτωρ Αλέξιος 6 Κομνηνός εκτισεν έπΐ ά-
τυρίαν τοΰ Σουίδα, 490 ετη μετά τά Τρίοϊκά, προς ποτόμου βράχου τοΰ υψηλοτάτου ορούς τοϋ προοή-
άποικισμόν της Άμοργοΰ εστάλησαν Σάμιοι υπό ή- του Ήλιοΰ τήν μέχρι τοΰ νΟν ύπάρχουσαν και ύπδ
γεμόνα Σίρ-μίαν τον γραμματικόν, δς τις έκτισε τάς 20 σεβασμίων μοναχών διατηρουμένην εύαγεστά-
τρεΐς πόλεις Μινώαν, Αίγιαλόν και Άρκεσίμην (ε). την μονήν της Παναγίας, της έπιλεγομένης Χωζο-
Θεωρεϊται όμως ώς πιθανώτερον οτι αί τρεις αύται βιωτίσσης, ήτις κέκτηται πολλά πλούσια μετόχια &
πόλεις ύπήρχον προ τή; αποικίας τών Σαμίων και πάσαις σχεδόν ταϊς πέριξ νήσοις καί εκτός της Έλ-
ότι ό Σιμμίας ένώκισε μάλλον ή συνώκισεν αύτάς (ζ). λάδος. Έν μονή ταύτη σώζεται έζωγραφισμένη
Έκ διαφόρων δ' επιγραφών άνακαλυφθεισών έν 'Α- Ιπ\ στήλης ή είκών τοΰ "Αλεξίου καί τό χρυσό-
μοργώ μανδάνομεν ότι μετά τήν τών Σαμίων, άποι- βουλλον αύτοΰ (ε). Κατά τον Μεσαιώνα περιελήφθη
κία Μιλησίων έγκατέστη έν τ») πόλει Αίγιάλη- άγνω- ή Αμοργός εις τό δουκάτον τών Σανούδων, οΐτινες
στον όμως έν τίνι ί~ο/τ, (η). κατέλιπον όχυρόν φρούριον επί ύψηλοΰ βράχου περί
___ δν χεϊται ή νΰν πόλις, ήτις εξ αύτσΟ και Κ ά σ τ ρ ο ν
, \ ,„ · 4 ~ ν · ι 'ί. παρά τίνων καλείται,
(α) Εν περιπλω, νησ. Κυκλαΰες. ~
(β) Ίίνθ' άνωτε'ρω. ^' τΡεϊς π°λεις τ'ήί Άμοργοΰ Ικειντο εις το δυ-
(γ) Βιβλ. Ε'. κεφ. ζ". § 31. τίκ°ν μέρος της νήσου αντίκρυ της Νάξου. Καί ή
(5) Παρε'.βολ. είς τήν Λώνυβ. κεριηγ. ς. 526. ___
(ε) Σουίτας έν λ. Σιααίας. Ά.ντίγ:α.ά τίνα του Σουΐ'ϊα
ήμαρτημένως εφερον υς-'=ί06, άντί'υΗ'=490, ώ; σημει- (α) Στράβων 487 καί Στε'φ. Βυζάντιος έν λ. Αμοργός,
οΰται έν τη τελευταία τη καί ά^τη τών εκδόσεων τοΰ (6> Στε'?· α"°θι· — Πολυδεύκης Ζ', ις'. καί Ευ-
Σουίτα, 'ο' Καοαΐ ΙΙοϋΙιοΙΙβ καί άλλοι είχβν Ο-' όψιν τάς στά°· εΕ5 Διονύσ· ™^'(· 526.
πρώτας έ*δόοεις. (γ) ν°Ρ8β ίβναηΐ. Τόμ. Α'. σ. 89. Ό άναφερόμε.
(ζ)ΚαθαΙ ΚοοΊίθΙΙο, ΗίβΙ. 0πΊϊΐ|ΐΐ6 (1ε Γ βΙα11ΐ536Π1. νος παρά του Τουρνεφορτίου λειχην κατά την γνώμην τοΰ
άβ5 οοΐοη. §Γϋοηα65. Τόμ. Γ'. σελ. 131. ημετέρου σοφοϋ καθηγητού Κ. ©. Όρφανίδου είναι πιθανώς
(η) Βλ. Οαιίαΐνεαο, ΚβοιιοϊΙ ύβ ιαέί. «γ. σ. 22ο. — < ΚοοεΙΙα Ιίηοΐοπ» χρήσιμος χαί νΰν είς τά βαφικάέργο·
ΟθΓρ. Ϊ080Γ. £Γ3θθ. Ν° 2264.—Κο^,Ιηδοπ'ρί. §γ. ΐηβύ. "άσια δ\ά τό ώραϊον κόκκινον χρώμα τό δΥ αύτης πάρα-
Ρββε. II, Ν° 11 2—1 44. — ΕΛαη^β, Αιιΐ. Ββΐΐ. Ν° γόμενον.
750 καί 765. — Πανδώρα, τόμ. θ'. β. 469. τόμ. ίλ'ί σ. (^) ΤαεΐΙ. Αηη. IV, 30.
431 καί τόμ. ΙΕ'. σ. 449 κη 490. — ΑηηαΙϊ ϋβΙΓ Ια- (ε) 'Ραγκαβή, τά Ελληνικά, τόμος Γ'. σελίς 210 καί
δΐίΐαίο ιΐΐ οΟΓΓΪδρ. 3ΓθΙι. 1864, α\ 95—107. Ίωαννίδης έν Πανδώρα, τόμος Γ'. σελίς 158.