103 Η ΟΙΚΙΑ ΤΟΤ ΚΑΔΜΟΥ 104
έν τυ) μυκηναϊκή τέχνη ι. Ή εξεργασία και λειό- τούτων συντριμμάτων, άποτεθραυσμένων όπισθεν
της και αρμονία των κοσμημάτων των συντριμμά- όντων, είνε 0,05. Αλλα συντρίμματα του αύτοΟ
των τούτων είνε ανυπερβλήτου τελειάτητος, άντα- λίθου, ομοίως κεκαυμένα και συντετριμμένα, αλλά
ςϊα των επαίνων του Τσούντα 2. Βεβαίως όμως ή μή δεικνύοντα γλυφάς ή που ευθείαν τινα πλευράν
τελειότης αύτη δεν ανταποκρίνεται προς τους τε- μόνον, εχουσι πάχος μέχρι 0,13. Έν δε θραυ-
λευταίους χρόνους του εις την καταστροφήν κλί- σμα δεικνύει λείψανον κυματίου αίγυπτιάζοντος
νοντος μυκηναϊκού πολιτισμού, άλλ' εις τους '/ρό- (Ηοΐιΐΐ^βΐιΐθ).
νους της ακμής αύτου, ήτοι εις την τελευταίαν πε- Όοττά.
ρίοδον II τοΰ αιγαίου πολιτισμού (Ιαίθ ηιίηο&η II).
Τοποθετουμένων των τεμαχίων ούτως, ώστε αί Έν τοις κεκαυμένοις έρειπίοις συνελέχθησαν
κορυφαι των φύλλων νά είνε προς τα άνω (πρβλ. πάμπολλα δστα, άτινα κατά την κρίσιν μου είνε
είκ. 19), τότε παρ' άλλοις τούτων αί εγκοιλοι ται- αιγών ή προβάτων, χοίρων, πιθανώς λαγωών, μό-
νίαι και αί σπεϊραι είνε προς τα άνω, παρ' άλλοις σγων, ίσως βοών μεγάλοι οδόντες, χαυλιόδοντες
κάπρων ή χοίρων ήμέρων, θαλάσσια δε όστρακα
πΐναι, κτένες, πλεΐσται «καλόγνωμαι» (μία κλει-
στή εισέτι) και άλλα του αύτου γένους δεικνύοντα
συνήθειαν θαλάσσιας διαίτης παρά τοις τότε άν-
θρώποις 1. Τά πλείστα οστά είνε αποτεφρωμένα εκ
της πυρκα'ιάς, τινά τοπικώς μόνον ολίγον κεκαυ-
μένα, ολίγα δέ οιονεί άκαυστα ευρίσκονται ενίοτε
μετά των χωμάτων εντός μειζόνων συντριμμάτων
άγγείων, άπαξ μάλιστα εντός ύψίποδος κυπέλλου,
άλλ' είνε άμφίβολον, αν ήσαν αρχικώς ούτω ή άν
κατά την ήμέραν της καταστροφής επεσον εντός
τών άγγείων και ούτω ήλθον εις συνάφειαν. Βέ-
βαιον όμως πρέπει νά ύποληφθή, ότι τά οστά ταύ-
τα δεν προέρχονται εκ τών εδεσμάτων τής τελευ-
ταίας ήμέρας, τής ήμέρας τής πυρπολήσεως του
οίκου τούτου" διότι είνε εντελώς άπίστευτον, ό'τι
οί ένοικοι είχον κατά την ήμέραν έκείνην τηλικαύ-
την δαψίλειαν και ποικιλίαν φαγητών, οίαν μαρ-
τυρουσι τά διάφορα οστά. Όθεν καταλήγομεν εις
τ/(ν παρατήρησιν, ήν και ό κ. Χ. Τσούντας έκαμε
περί τών Μυκηνών 2, ότι οί άνθρωποι τότε δεν ήσαν
δεόντως καθαροί και οτι τά απορρίμματα τών έκά-
δεξιά και παρ' άλλοις αριστερά" ήτοι το φολιδωτόν στοτε γευμάτων παραδόξως δεν άπέβαλλον ή άπε- .
πεδίον ορίζεται κατά τρεις τουλάχιστον πλευράς κόμιζον μακράν τών οικιών, άλλ' ερριπτον επί του
υπό ταινιών έγκοίλων και σπείρας. "Αν ήδη ύπο- πατώματος, ως έγίνετο κατά τους ομηρικούς ή και
τεθή, ότι το μεταξύ φολιδωτόν πεδίον δεν είνε συ- κατά τους μακεδόνικους χρόνους, καθ'ούς ό Σώσος
νεχές, άλλ' ότι ανοίγεται έν αύτώ τετράγωνον χά- έποίησε τον άσάρωτον οίκον έν Περγάμω.
σμα, τότε τό όλον δύναται νά ήτο πλαίσιον θύ- Τά οστά τά ευρεθέντα έν τοις ορύγμασιν όπισθεν
ρας3. Τό μέγιστον σωζόμενον πάχος τών γλυπτών χ ημ} Ξανθουδίδην Ι. ά. 341. Τσούνταν ΈΨ. Άοχ
1 Πρβλ. '£<ρ. Αρχ. 1888 πίν. 8, 4. Εχβ. αί ΡΗΐ/ΙαΊτ-Ορί 72 /..α. 1891 σ. 39 έξ , 230 έξ.' δι' Ιτι παλαιοτέρους χρόνους
2 ϋ/ΐ'κ^ναι 178-180. 'Λρχ. 1898 σ 199 και Ξανθουδίδην αύτ. 1906 σ. 153-4.
3 Πρβλ. Τσούνταν Έφ. Άρχ. 1891 πίν. 1. Μυκ^αίς 39, πίν. 2 Τσούντα, Μνκψαι α 45, 53-4. 207-8. Πρβλ. Βΐΐΐΐθ ε. ά. σ.
9,1. Ά&ηναν 1904, 315, 388. 30. Στάην, 'Λρ*. 1895 σ 247.
έν τυ) μυκηναϊκή τέχνη ι. Ή εξεργασία και λειό- τούτων συντριμμάτων, άποτεθραυσμένων όπισθεν
της και αρμονία των κοσμημάτων των συντριμμά- όντων, είνε 0,05. Αλλα συντρίμματα του αύτοΟ
των τούτων είνε ανυπερβλήτου τελειάτητος, άντα- λίθου, ομοίως κεκαυμένα και συντετριμμένα, αλλά
ςϊα των επαίνων του Τσούντα 2. Βεβαίως όμως ή μή δεικνύοντα γλυφάς ή που ευθείαν τινα πλευράν
τελειότης αύτη δεν ανταποκρίνεται προς τους τε- μόνον, εχουσι πάχος μέχρι 0,13. Έν δε θραυ-
λευταίους χρόνους του εις την καταστροφήν κλί- σμα δεικνύει λείψανον κυματίου αίγυπτιάζοντος
νοντος μυκηναϊκού πολιτισμού, άλλ' εις τους '/ρό- (Ηοΐιΐΐ^βΐιΐθ).
νους της ακμής αύτου, ήτοι εις την τελευταίαν πε- Όοττά.
ρίοδον II τοΰ αιγαίου πολιτισμού (Ιαίθ ηιίηο&η II).
Τοποθετουμένων των τεμαχίων ούτως, ώστε αί Έν τοις κεκαυμένοις έρειπίοις συνελέχθησαν
κορυφαι των φύλλων νά είνε προς τα άνω (πρβλ. πάμπολλα δστα, άτινα κατά την κρίσιν μου είνε
είκ. 19), τότε παρ' άλλοις τούτων αί εγκοιλοι ται- αιγών ή προβάτων, χοίρων, πιθανώς λαγωών, μό-
νίαι και αί σπεϊραι είνε προς τα άνω, παρ' άλλοις σγων, ίσως βοών μεγάλοι οδόντες, χαυλιόδοντες
κάπρων ή χοίρων ήμέρων, θαλάσσια δε όστρακα
πΐναι, κτένες, πλεΐσται «καλόγνωμαι» (μία κλει-
στή εισέτι) και άλλα του αύτου γένους δεικνύοντα
συνήθειαν θαλάσσιας διαίτης παρά τοις τότε άν-
θρώποις 1. Τά πλείστα οστά είνε αποτεφρωμένα εκ
της πυρκα'ιάς, τινά τοπικώς μόνον ολίγον κεκαυ-
μένα, ολίγα δέ οιονεί άκαυστα ευρίσκονται ενίοτε
μετά των χωμάτων εντός μειζόνων συντριμμάτων
άγγείων, άπαξ μάλιστα εντός ύψίποδος κυπέλλου,
άλλ' είνε άμφίβολον, αν ήσαν αρχικώς ούτω ή άν
κατά την ήμέραν της καταστροφής επεσον εντός
τών άγγείων και ούτω ήλθον εις συνάφειαν. Βέ-
βαιον όμως πρέπει νά ύποληφθή, ότι τά οστά ταύ-
τα δεν προέρχονται εκ τών εδεσμάτων τής τελευ-
ταίας ήμέρας, τής ήμέρας τής πυρπολήσεως του
οίκου τούτου" διότι είνε εντελώς άπίστευτον, ό'τι
οί ένοικοι είχον κατά την ήμέραν έκείνην τηλικαύ-
την δαψίλειαν και ποικιλίαν φαγητών, οίαν μαρ-
τυρουσι τά διάφορα οστά. Όθεν καταλήγομεν εις
τ/(ν παρατήρησιν, ήν και ό κ. Χ. Τσούντας έκαμε
περί τών Μυκηνών 2, ότι οί άνθρωποι τότε δεν ήσαν
δεόντως καθαροί και οτι τά απορρίμματα τών έκά-
δεξιά και παρ' άλλοις αριστερά" ήτοι το φολιδωτόν στοτε γευμάτων παραδόξως δεν άπέβαλλον ή άπε- .
πεδίον ορίζεται κατά τρεις τουλάχιστον πλευράς κόμιζον μακράν τών οικιών, άλλ' ερριπτον επί του
υπό ταινιών έγκοίλων και σπείρας. "Αν ήδη ύπο- πατώματος, ως έγίνετο κατά τους ομηρικούς ή και
τεθή, ότι το μεταξύ φολιδωτόν πεδίον δεν είνε συ- κατά τους μακεδόνικους χρόνους, καθ'ούς ό Σώσος
νεχές, άλλ' ότι ανοίγεται έν αύτώ τετράγωνον χά- έποίησε τον άσάρωτον οίκον έν Περγάμω.
σμα, τότε τό όλον δύναται νά ήτο πλαίσιον θύ- Τά οστά τά ευρεθέντα έν τοις ορύγμασιν όπισθεν
ρας3. Τό μέγιστον σωζόμενον πάχος τών γλυπτών χ ημ} Ξανθουδίδην Ι. ά. 341. Τσούνταν ΈΨ. Άοχ
1 Πρβλ. '£<ρ. Αρχ. 1888 πίν. 8, 4. Εχβ. αί ΡΗΐ/ΙαΊτ-Ορί 72 /..α. 1891 σ. 39 έξ , 230 έξ.' δι' Ιτι παλαιοτέρους χρόνους
2 ϋ/ΐ'κ^ναι 178-180. 'Λρχ. 1898 σ 199 και Ξανθουδίδην αύτ. 1906 σ. 153-4.
3 Πρβλ. Τσούνταν Έφ. Άρχ. 1891 πίν. 1. Μυκ^αίς 39, πίν. 2 Τσούντα, Μνκψαι α 45, 53-4. 207-8. Πρβλ. Βΐΐΐΐθ ε. ά. σ.
9,1. Ά&ηναν 1904, 315, 388. 30. Στάην, 'Λρ*. 1895 σ 247.