ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΤΟΥ 1898 105·
της ούτος ώς και ό των λοιπών πλευρών δεν στηρίζεται έπί θε-
μελίων άλλ' έπί μιας στρώσεως λίθων, ήτις αποτελεί την εΰθυν-
τηρίαν, αί δε βάσεις τών κιόνων ούδ' έπ' αυτής στηρίζονται,
άλλα. κείνται άπλώς έπί τοϋ εδάφους. Όμοίως δέ και οί τοίχοι
τοΰ σηκοΰ, εις τό αύτο ύψος πανταχού όλίγον άπό τοΰ εδάφους
άνένοντες, στερούνται κυρίως ειπείν θεμελιώσεως.
Ό ναός είνε δωρικός περίπτερος, κίονας έ'^ων δεκαπέντε κατά.
τάς μακράς πλευράς και πέντε κατά τάς στενάς. Και τό μεν
μήκος αύτού είνε μέτρων τριάκοντα οκτώ περίπου, τό δέ πλά-
τος δώδεκα περίπου. Τοΰ δέ σηκοΰ τό μεν έσωτερικόν μήκος είνε
μέτρων εικοσιπέντε περίπου, τό δέ έσωτερικόν πλάτος μέτρων
τεσσάρων και έςήκοντα ένέα εκατοστών. Ό σηκός είχε και έσω-
τερικήν κιόνων σειράν, ων αϊ βάσεις πασαι, δέκα τόν αριθμόν,
σώζονται. Ό σηκός άρα άπετελεϊτο έκ δύο έσωναρθήκων. Πρό-
ναος δέν υπάρχει πρό της εισόδου τοΰ σηκοΰ, ί'σως δέ μέρος τού-
του νωριζόμενον διά κιγκλιδωτοΰ άπετέλει τον πρόναον. Δια-
κρίνεται όμως καλώς ό οπισθόδομος βάθους μέτρων τεσσάρων
περίπου, εχων βάσιν κίονος έν τω μέσω, ανοικτός μεν ών κατά
μέτωπον πράς την περίστασιν, διά τοίχου δέ χωριζόμενος άπό
τοΰ σηκοΰ. Όκτώ κιόνων σώζονται οί πρώτοι έπί τών βά-
σεων στηριζόμενοι σπόνδυλοι" τινές δέ μόνον τούτων εχουσι ρα-
βδώσεις λίαν άβαθεϊς και ταύτας έπί μέρους μόνον της περιφε-
ρείας. Ό λίθος παντανοΰ είνε ό έπι^ώριος άσβεστολιθος.
Ό ναός ούτος ώκοδομήθη έπί στρώματος γης άποτελεσθέντος
τό πλείστον έκ τών ύπό τοϋ αίματος μελανθέντων και
πλήρων τέφρας και. απείρων κεκαυμένων όστών χωμά-
των μεγάλου βωμού. Ύπό τό δάπεδον δέ τοΰ ναοΰ άπεκαλύ-
φθησαν και παντοία τοιχώματα, τά όποια ϊσως άνήκον εις τόν
σηκόν και τόν όπισθόδομον παλαιοτέρου προύπάρξαντος ναοΰ,
περιβαλλόμενου ύπό περιστάσεως ελλειψοειδούς, ής σώζονται αί
βάσεις τών κιόνων, πιθανώτατα ξυλίνων.Έν τω αύτω στρώματι
τοΰ παλαιοτέρου ναοΰ ευρίσκονται και πολλοί πίθοι μεγάλοι, ών
εις μεν εύρέθη κενός παντάπασιν κεκαλυμμένος ύπό πλακός, οί
δέ άλλοι πάντες πλήρεις χωμάτων μεμιγμένων μετ' ανθράκων
και τεμαχίων οστών. Εν τω κέντρω τοΰ βωμοΰ, όπου ή τέφρα
7
της ούτος ώς και ό των λοιπών πλευρών δεν στηρίζεται έπί θε-
μελίων άλλ' έπί μιας στρώσεως λίθων, ήτις αποτελεί την εΰθυν-
τηρίαν, αί δε βάσεις τών κιόνων ούδ' έπ' αυτής στηρίζονται,
άλλα. κείνται άπλώς έπί τοϋ εδάφους. Όμοίως δέ και οί τοίχοι
τοΰ σηκοΰ, εις τό αύτο ύψος πανταχού όλίγον άπό τοΰ εδάφους
άνένοντες, στερούνται κυρίως ειπείν θεμελιώσεως.
Ό ναός είνε δωρικός περίπτερος, κίονας έ'^ων δεκαπέντε κατά.
τάς μακράς πλευράς και πέντε κατά τάς στενάς. Και τό μεν
μήκος αύτού είνε μέτρων τριάκοντα οκτώ περίπου, τό δέ πλά-
τος δώδεκα περίπου. Τοΰ δέ σηκοΰ τό μεν έσωτερικόν μήκος είνε
μέτρων εικοσιπέντε περίπου, τό δέ έσωτερικόν πλάτος μέτρων
τεσσάρων και έςήκοντα ένέα εκατοστών. Ό σηκός είχε και έσω-
τερικήν κιόνων σειράν, ων αϊ βάσεις πασαι, δέκα τόν αριθμόν,
σώζονται. Ό σηκός άρα άπετελεϊτο έκ δύο έσωναρθήκων. Πρό-
ναος δέν υπάρχει πρό της εισόδου τοΰ σηκοΰ, ί'σως δέ μέρος τού-
του νωριζόμενον διά κιγκλιδωτοΰ άπετέλει τον πρόναον. Δια-
κρίνεται όμως καλώς ό οπισθόδομος βάθους μέτρων τεσσάρων
περίπου, εχων βάσιν κίονος έν τω μέσω, ανοικτός μεν ών κατά
μέτωπον πράς την περίστασιν, διά τοίχου δέ χωριζόμενος άπό
τοΰ σηκοΰ. Όκτώ κιόνων σώζονται οί πρώτοι έπί τών βά-
σεων στηριζόμενοι σπόνδυλοι" τινές δέ μόνον τούτων εχουσι ρα-
βδώσεις λίαν άβαθεϊς και ταύτας έπί μέρους μόνον της περιφε-
ρείας. Ό λίθος παντανοΰ είνε ό έπι^ώριος άσβεστολιθος.
Ό ναός ούτος ώκοδομήθη έπί στρώματος γης άποτελεσθέντος
τό πλείστον έκ τών ύπό τοϋ αίματος μελανθέντων και
πλήρων τέφρας και. απείρων κεκαυμένων όστών χωμά-
των μεγάλου βωμού. Ύπό τό δάπεδον δέ τοΰ ναοΰ άπεκαλύ-
φθησαν και παντοία τοιχώματα, τά όποια ϊσως άνήκον εις τόν
σηκόν και τόν όπισθόδομον παλαιοτέρου προύπάρξαντος ναοΰ,
περιβαλλόμενου ύπό περιστάσεως ελλειψοειδούς, ής σώζονται αί
βάσεις τών κιόνων, πιθανώτατα ξυλίνων.Έν τω αύτω στρώματι
τοΰ παλαιοτέρου ναοΰ ευρίσκονται και πολλοί πίθοι μεγάλοι, ών
εις μεν εύρέθη κενός παντάπασιν κεκαλυμμένος ύπό πλακός, οί
δέ άλλοι πάντες πλήρεις χωμάτων μεμιγμένων μετ' ανθράκων
και τεμαχίων οστών. Εν τω κέντρω τοΰ βωμοΰ, όπου ή τέφρα
7