282 Anth. Cephalanae 1. IV (Planudeae 1. I c. 3a)
6κύλά μοι άμφίδρυπτα %ccl όλλνμενων αδε λν&ρος
Ρ 411 άνδρών, εί'περ εφνν δ βροτολοι-γος ”4ρης. Μ 2Γ
324. ΜΝΑΣΑΛΚΟΤ. C. Ρ1
Εις ούριγγα κειμένην | C
5 ανάθημα τη] ’4.φροδίτη. C
&υριγζ, τί τοι ώδε τταρ’ ’Λφρογένειαν δρονΰας;
τίτιτ απδ π,οιμενίον γείλεος ώδε πάρει·,
πλάθ” (sc. -άΚειΐ'’1) adscriptum habet; ου θρ. (lacuna indicata
ab initio versus) Pl1, πλάθειν, ού θρ. Pla; κεϊσθαι, ου θρ.
Pla.b.s- πλάθειν supplevit (in Pl1) sch.B atque adnotat haec:
πλάθειν' πελάζειν, έχρηΰατο δέ λέξει και Ευριπίδης έν Ανδρο-
μάχη (an Άλκηβτιδι?, si forte schol. spectavit verba 'μύρος γάρ
απότομος πλάθει’ Alc. 119, cf. tamen Androm. 25) | πλάθ.: cum
verbo iungit praepositionem έν (έμπλάθειν) Br., parum recte:
nam έν οίν. τερ. et θριγκών εντός inter se respondent; sensus
indicandi, non verbi ipsius restituendi causa olim οτίλβειν et
απτειν proposui (suspiceris f. πλάσοειν scribendum, ut illa non
iusta arma, sed armorum simulacra numerentur: at πλάθειν
firmari vid. verbis Eur. μη χρίμπτειν θριγκοΐς Ion. 156); cet. cf.
Mnasalcae verba VI 264, 3 γηραλέα μεν ίτυν — άρετα λάμπομαι |
θριγκών Ρ1Μρο (cire, minio adpictus est), θριγκών P1M ar; sch.B
adposuit haec: θριγκός τό περίφραγμα τοϋ οίκου, η των οικιών
τά άνωτάτω, μεταφορικώς άφ’ ημών, ότι τά ανοιτάτω ΰώματα
(? τά άνω τοϋ ΰώματος sch.w) ημών θριξι περιπέφρακται. θριγκοί
οι επικείμενοι λίθοι ταΐς έξοχαΐς των οικιών, τά αυτά και γεΐΰα'
ώς και Ευριπίδης έν Όρέΰτη (1569) 'ή τωδε θριγκω κρατα ΰυν-
θραΰΰω ΰέθεν ρη^ας παλαιά γεΐΰα, τεκτόνων πόνον’ (prior
scholii pars sumpta est e Suida, qui post περιπέφρ. affert
Meleagri versum VI 163, 1; alteram petivit a schol. Euripideis
ad Orest. 1569); sch. Mon. exhibet: των &ρ. ηγουν των επικει-
μένων λί&ων η των εξοχών | εντός: olim ci. άν&εμ
1 ΰκϋλα μοι ΡΡ1, ΰκϋλ’ έμοι Bothius; 'τά ΰκ. ήτοι τά έκ
τών τεΟ'νεώτων λαμβανόμενα’ schol. Mon. (cf. Hesych. s. ν.
λάφυρα') | άμφίδρ.: 'άμφίΰπάρακτα’ sch.B: cf. Hesych. άμφι-
δρυφης (H. Β 700)· αμφοτέρωθεν κατεζεομένη και περιεΰπα-
ρ αγ μένη, Et. Μ. 89, 49 άμφίδρυφος (II. Λ 393)’ τό άμφ. έξε-
ΰμένον και έΰπαραγμένον | ο δελύθροΰ Ρ, αδε (cum superscripto
άρέΰκει) λ. Ρ1Μ, αδε Pl1 Ps. Drac. de metr. 82, 26; 'ηρεΰκε’ sch.B |
λήτίρορ: 'τό από φόνου και τό έζ αίματος και κόνεως μόλυΰμα'
από τοϋ λύειν τους εναντίους τοϋ θορεΐν η τό έκ τοϋ αίματος
6κύλά μοι άμφίδρυπτα %ccl όλλνμενων αδε λν&ρος
Ρ 411 άνδρών, εί'περ εφνν δ βροτολοι-γος ”4ρης. Μ 2Γ
324. ΜΝΑΣΑΛΚΟΤ. C. Ρ1
Εις ούριγγα κειμένην | C
5 ανάθημα τη] ’4.φροδίτη. C
&υριγζ, τί τοι ώδε τταρ’ ’Λφρογένειαν δρονΰας;
τίτιτ απδ π,οιμενίον γείλεος ώδε πάρει·,
πλάθ” (sc. -άΚειΐ'’1) adscriptum habet; ου θρ. (lacuna indicata
ab initio versus) Pl1, πλάθειν, ού θρ. Pla; κεϊσθαι, ου θρ.
Pla.b.s- πλάθειν supplevit (in Pl1) sch.B atque adnotat haec:
πλάθειν' πελάζειν, έχρηΰατο δέ λέξει και Ευριπίδης έν Ανδρο-
μάχη (an Άλκηβτιδι?, si forte schol. spectavit verba 'μύρος γάρ
απότομος πλάθει’ Alc. 119, cf. tamen Androm. 25) | πλάθ.: cum
verbo iungit praepositionem έν (έμπλάθειν) Br., parum recte:
nam έν οίν. τερ. et θριγκών εντός inter se respondent; sensus
indicandi, non verbi ipsius restituendi causa olim οτίλβειν et
απτειν proposui (suspiceris f. πλάσοειν scribendum, ut illa non
iusta arma, sed armorum simulacra numerentur: at πλάθειν
firmari vid. verbis Eur. μη χρίμπτειν θριγκοΐς Ion. 156); cet. cf.
Mnasalcae verba VI 264, 3 γηραλέα μεν ίτυν — άρετα λάμπομαι |
θριγκών Ρ1Μρο (cire, minio adpictus est), θριγκών P1M ar; sch.B
adposuit haec: θριγκός τό περίφραγμα τοϋ οίκου, η των οικιών
τά άνωτάτω, μεταφορικώς άφ’ ημών, ότι τά ανοιτάτω ΰώματα
(? τά άνω τοϋ ΰώματος sch.w) ημών θριξι περιπέφρακται. θριγκοί
οι επικείμενοι λίθοι ταΐς έξοχαΐς των οικιών, τά αυτά και γεΐΰα'
ώς και Ευριπίδης έν Όρέΰτη (1569) 'ή τωδε θριγκω κρατα ΰυν-
θραΰΰω ΰέθεν ρη^ας παλαιά γεΐΰα, τεκτόνων πόνον’ (prior
scholii pars sumpta est e Suida, qui post περιπέφρ. affert
Meleagri versum VI 163, 1; alteram petivit a schol. Euripideis
ad Orest. 1569); sch. Mon. exhibet: των &ρ. ηγουν των επικει-
μένων λί&ων η των εξοχών | εντός: olim ci. άν&εμ
1 ΰκϋλα μοι ΡΡ1, ΰκϋλ’ έμοι Bothius; 'τά ΰκ. ήτοι τά έκ
τών τεΟ'νεώτων λαμβανόμενα’ schol. Mon. (cf. Hesych. s. ν.
λάφυρα') | άμφίδρ.: 'άμφίΰπάρακτα’ sch.B: cf. Hesych. άμφι-
δρυφης (H. Β 700)· αμφοτέρωθεν κατεζεομένη και περιεΰπα-
ρ αγ μένη, Et. Μ. 89, 49 άμφίδρυφος (II. Λ 393)’ τό άμφ. έξε-
ΰμένον και έΰπαραγμένον | ο δελύθροΰ Ρ, αδε (cum superscripto
άρέΰκει) λ. Ρ1Μ, αδε Pl1 Ps. Drac. de metr. 82, 26; 'ηρεΰκε’ sch.B |
λήτίρορ: 'τό από φόνου και τό έζ αίματος και κόνεως μόλυΰμα'
από τοϋ λύειν τους εναντίους τοϋ θορεΐν η τό έκ τοϋ αίματος