Universitätsbibliothek HeidelbergUniversitätsbibliothek Heidelberg
Metadaten
Überblick
loading ...
Faksimile
0.5
1 cm
facsimile
Vollansicht
OCR-Volltext
ΑΕ 1981

Αεζίνας: Βυζαντιακός ρυθμός. 75

πρώτη έφαρμογή άψΐδος έπι κιόνων εις μνημειακά
κτίσματα ευρίσκεται έν Σπαλάτω και χρονολογεί-
ται άπό της εποχής του Διοκλητιανου- 1. Άπό
της έποχής δμως των Βασιλικών ό τρόπος ούτος
γενικεύεται, έν δέ τη Βυζαντιακή Αρχιτεκτονική
λαμβάνει την όριστικήν αύτου μορφήν.

Ούτως, έξετάζοντες τά Βυζαντιακά κτίσματα
βλέπομεν δτι οσάκις έγίνετο χρήσις θόλων έπι κιό-
νων, ο.δτοι ύπεβάσταζον τούς θόλους, άνευ της
προσθήκης τοίχων ή άλλων υποστηριγμάτων, οί
δε κίονες ήσαν άληθή υποστηρίγματα και ούχι
προσαρτήματα κοσμητικά.

6. Κιονόκρανα καΐ ε%ελι%ις τούτων.

Το κορινθιακόν κιονόκρανον της κλασικής Αρ-
χιτεκτονικής έ'λαβεν άπό της 5^ εκατονταετή ρίοοζ
έν Κωνσταντινουπόλει μορφήν 'ιδιαιτέραν.

Τά ωύλλα ακάνθου έκτος του δτι έτροποποιήθη-
σαν κατά την μορφήν διετάχθησαν γενικώς άνά
οκτώ εις δύο σειράς επαλλήλους, άντι δέ ωών με-
ταξύ τών σπειρών έτοποθετήθησαν φύλλα άκάνθου.
Ούτως, έδημιουργήθη τύπος νέος ονομασθείς
θεοδοσιανΌν κιονόκρανον. Τό άρχαιότατον παρά-
δειγμα τοιούτου κιονοκράνου ευρίσκεται έν τή έν
Κωνσταντινουπόλει Βασιλική του Στουδίου (σή-
μερον Έμιρ-Άχόρ-ντζαμί).

Φαίνεται δέ δτι ή χρήσις αύτου διεδόθη άπό
τών χρόνων του Θεοδοσίου Π. Άλλά ταχέως πα-
ρετηρήθη οτι δταν δύο αψίδες ύπεβαστάζοντο ύπό
κίονος μεμονωμένου ό τετράγωνος άβας" ήτο άνε-
παρκής πρΌς ύποστήριξιν τών αψίδων. Ή ανεπάρ-
κεια αύτη διωρθώθη διά της τοποθετήσεως μεταξύ
του κιονοκράνου και της γενέσεως τών αψίδων
ίσχυρας κεφαλίδος ή άβακος έν ειδει κολούρου πυ-
ραμίδος ανεστραμμένης.

Κατά τινας αρχαιολόγους, ή κεφαλις έλαβε την
γένεσίν της έν Συρία ή έν Περσία* καθ' ήμάς δμως
αύτη προέρχεται έξ Αιγύπτου, είναι δέ τροποποί-
ησις του κυβικού υποστηρίγματος τοΟ παρεμβαλ-
λομένου μεταξύ του κιονοκράνου και του έπιστυ-

1 Κατά πάσαν πιθανότητα οί "Ελληνες εσ'/ον την ίδε'αν τής αετα-
τροπής ταύτης, διότι οί Ρωμαίοι οί'τινες έχρησιαοποίουν "Ελληνας
καλλιτέχνας έν Ρώμη, ώφειλον κατά μείζονα λόγον νά τούς -/ρησιμο-
ποιήσωσιν εις χώραν τόσον εγγύς της Ελλάδος οσον ήτο ή Δαλματία.

λίου τών Αιγυπτιακών ναών' έν πάση περιπτώσει
άπό της 5*]; έκατονταετηρίδος έγενικεύθη ή χρή-
σις ταύτης εις τά μνημεία τής Συρίας και της
Αφρικής (Τεμπέσσα, Τιγκζίρτ), έν Θεσσαλονίκη
(έν τω Άγίω Δημητρίω) ώς και έν Ιταλία δπου
ή κεφαλις διετηρήθη μέχρι τής β7^ έκατονταετηρί-
δος εις Άγιον Βιτάλην τής Ραβέννης ή έν Πα-
ρέντζω. Γενικώς έκοσμήθη διά γλυφών, συμπε-
πλεγμένων φύλλων άκάνθου ή άμπέλου, ζώων,
σταυρών και μονογραμμάτων.

"Αλλη μορφή κιονοκράνου προελθουσα έκ τής
άνάγκης τής τοποθετήσεως χονδρών τοίχων έπι τε-
τραγώνου βάσεως είναι ή του σφαιρικοκυβικου κιο-
νοκράνου, προκύπτοντος έκ τής τομής ήμισφαιρίου
διά τεσσάρων κατακορύφων έπιπέδων.

Ή άνωτέρα οψις του κιονοκράνου τούτου είναι
τετράγωνος, αί δ έξοχα! τών τυμπάνων τών υπερ-
κειμένων άψίδων ύποβαστάζονται ύπό τών κεκλι-
μένων άκμών του άβακος. Παράδειγμα τούτου
άπαντα έν τή έν Κωνσταντινουπόλει Κιστέρνα
Μπιν - μπιρ - διρέκ.

Άλλοτε πάλιν την άνεπάρκειαν του τετραγώ-
νου άβακος του κλαστικοΟ κιονοκράνου διώρθωσαν
ώς έξης.

Άντι νά εύρύνωσι τον κάλαθον του κορινθιακού
κιονοκράνου ώς κάλυκα άνθους,ε δωκαν αύτώ μορ-
φήν πυραμίδος -κολούρου ανεστραμμένης και συν-
δεδεμένης δι' έλαφρας καμπυλότητος προς τον
άστράγαλον τοΰ κίονος. Προς τούτοις, άντι νά
κοιλάνωσι τάς άκμάς τής πυραμίδος ταύτης έξώ-
γκωσαν αύτάς ούτως ώστε τό κιονόκρανον νά λά-
βη πάχος και ίσχύν έκεϊ ακριβώς δπου έσκάπτετο
ύπό τών γλυφών τών άκανθοφύλλων, ούτως έδη"
μιούργησαν κιονόκρανον, ού ώραΐον παράδειγμα
άπαντα έν τώ Ναώ τών Αγίων Σεργίου και Βά-
κχου ώς και έν τή Αγία Σοφία τής Κωνσταντινου-
πόλεως.

Ενίοτε, τάς σπείρας τών γωνιών αντικατέ-
στησαν διά κεφαλών ζώων, άετών, κριών κλπ.
τουθ' δπερ φαίνεται οτι είναι περσικής Εμπνεύ-
σεως.

Η διακόσμησις ή έφαρμοσθεΐσα έπι τών όψεων
του κιονόκρανου έ'χει την μορφήν δαντέλλας, το-
ρευθείσης εις τρόπον ώστε νά μη έλαττοΐ τον ογ-
νον του κιονοκοάνου.
 
Annotationen