— 9 —
αρχαία, ή ή εις Ελευσίνα, ή ή είς Άχαδημίαν άγουσα^ επομένως και μνήματα δημοσία ιδρυμένα
υπό των πάλαι Αθηναίων, δσα έ Παυσανίας και άλλοι άρχαϊοι άναφέρουσιν, ού:ω δέ και τα της
Αθηναϊκής τοπογραφίας γενικώτερον νά οΐαφωτισθώσι. Καϊ λοιπόν πρώτον, άπο τοΟ άνατολιχω-
τάτου εμφανούς άκρου του εκεί υδραγωγείου άρχής γενομένης, άνοίχθη ευρεία τάφρος προς νότον,
παραμείβουσα την δυτικήν στοάν του έκκλησιδίου χαί ©θανούσα έως άντικρύ περίπου του γνωστοΰ
μνήματος τοΰ ίππέως Δεξίλεω, ειτα δέ άλλης αρχής γενομένης άπο τοΰ δυτιχωτάτου άκρου τοϋ
γηλόφου εύρύνθη επί πλέον ή πρώην ΰπό της κυβερνήσεως άνοιχθεϊσα τάφρος, και έχώρησε νΰν
ή σκαφή προς ανατολάς καί πολύ έπέκεινα τοΰ μνήματος τοΰ Δεξίλεω. Μετά ταΰτα άπεκομίσθη
χαί δλον το προς βορράν τοϋ ήμίσεος της άπ' ανατολών προς δυσμάς τάφρου άπομένον τριγωνιχον
μέρος τοΰ γηλόφου, τάς τελευταίας δέ ταύτας ημέρας εύρύνεται έπί πλέον ή μνησθεΐσα μεγάλη
τάφρος, άποχομιζομένων χωμάτων έκ τοΰ όχθου αυτής τοϋ αριστερού τοις προς ανατολάς χω-
ροϋσι, καθώς πρότερον εύρύνθη κατά τον δεξιόν της βχθον, ότε, ώς εΐπομεν, έχώρησεν ή σκαφή
καϊ έπέκεινα τοΰ μνήματος τοΰ Δεξίλϊω. Τούτων δέ ούτω γενομένων, μέρος σημαντικόν τοΰ όλου
λόφου εξέλιπε, τά μνήματα τά ορθά έγιναν κατά το πλίΐστον περίφαντα και ή φυσιογνωμία τών
τόπων ίκανώς ήλλαξεν. Άπεχομίσθησαν δέ μέχρι τοΰδε χώματος κυβικά μέτρα 6855.
Όχι δέ άνευ λόγου ούτω είς τήν σκαφήν έχώρησε το συμβοΰλιον, Έτο δηλαδή περίεργον
πρώτον νά μάθη, άν γραμμή τις μνημάτων υπάρχει άπο του Δεξίλεω μνήματος προς τήν 'Ακα-
δημίαν, αλλά προς τοΰτο δεν εταμε τήν εύθυτάτην όδόν, διότι έμποδών ήτο τδ έκκλησίδιον ή
καθαίρεσις τοΰ οποίου δέν εκρίθη έγκαιρος έν αυτή τή έρχή τοϋ έργου, άλλ' έν τω τέλει, τής
ανάγκης κελευούσης. Είτα άφοΰ έν τή άνοιχθείση ώδε τάφρω, σποράδην μόνον καϊ δχι έν γραμμή
ευρέ τινας τάφους και κιονίσκους και ανάγλυφα έχτετοπισμένα, ουδέν δέ σχεδόν κατά χώρα»
ίδρυμένον μνήμα, έκαμε τήν ρηθεΐσαν άπο δυσμών προς ανατολάς εύρυνσιν, ίνα ίδη, άν σώζεται
γραμμή μνημάτων άντικρύζουσα προς τά τοϋ Δεξίλεω καϊ λοιπά μέχρι του Χαρωνείου, τά όποια
πάντα προ ετών άνακαλυφθέντα έβλεπαν πρός βορράν. Ένταΰθα έπετόχομεν ίκανώς του ζητου-
μένου, διότι ευρέθησαν τώ όντι κατά χώραν καϊ όπωσοΰν έν γραμμή, άντικρύζοντα τοις προει-
ρημένοις μνήματα επτά, έξ ων τά πέντε καί άναγλύφοις κεκοσμημένα, έτι δέ καί δύο τριών βά-
σεις μόνον, καί ούτω έγνώσθη, δτι είναι έδώ όδός, δχι μεν ίσοπλατής πανταχού καί κανονική,
άλλ' όμως όδός. Άν 2έ είναι αύτη ή έπ' Ελευσίνα ποτέ άγουσα ή άλλη τις μερική εντός τής
νεκροπόλεως,βραχεϊαν όπωσοΰν έχουσα τήν διεύθυνσιν, τοΰτο εισέτι άδηλον διότι ναι μεν ευρέθη
τις κατά τάς πρώτας εβδομάδας τής ανασκαφής έπιγραφή λέγουσα «όρος τής όδοΰ τής Ελευ-
σίνα δε», αλλά ούοέν αύτη ορίζει ακριβώς, διότι ευρέθη έκτετοπισμένη καί δή έν τώ υδραγω-
γεία), και δέν ωφελεί πολύ τό ότι υποτίθεται ώς δχι πολύ μακράν τής άρχικής θέσεως της ευ-
ρεθείσα. Άπο δέ τοΰ Δεξίλεω μνήματος προς ανατολάς καί τήν πόλιν ευρέθησαν ογκώδη τινά
κρηπιδώματα μνημάτων κατεστραμμένων, βλεπόντων ποτέ προς βορράν, άλλ' αντικρύ τούτων,
ένθα τάς τελευταίας ταύτας ήμέρας, ώς ειπα, σκάπτομεν,. ουδέν εισέτι ευρέθη μνήμα, ούτ' έν
γραμμή ούτε άλλως. Τπό δετό τριγωνιχον πρόσβορρον μέρος τοΰ γηλόφου άποκομισθέντων
τών χωμάτων ευρέθησαν, έκτός δύο κακώς έκτισμένων και άνευ θεμελίων οικοδομημάτων άγνώ-
στου ήμϊν χρήσεως, τά όποϊα διελύσαμεν και έξηφανίσαμεν, κρατήσαντες μόνον σημείωσιν τοϋ.
σχήματος καί τής θέσεώς των δια τδ μέλλον έν καιρώ εύθέτω νά έκδοθη σχεδιογράφημα τής
ολης άνασχαφής, εύρέθησι/ν, λέγω, δχι ολίγοι τάφοι καί κιονίσκοι καί μνήματα τινα μετ' άναγλύ-
φων έν μέρει είς τήν θέσιν των, κατά διαφόρους δέ διευθύνσεις, άλλά μάλλον προς βορράν βλέ-
ποντα. Τοσαΰτα γενικώς περί τών φανερωθεισών γραμμών μνημάτων ή τής αύτών ελλείψεως.
Νΰν δέ συλλήβδην λέγομεν περί τοΰ ποσοϋ και ποιοϋ πάντων τών άνεσχαμμένων μνημάτων και
τής αύτών έριζοντείου θέσεως, πρώτον δέ περί ταύτης. Τά πλείστα τών προς βορράν τής μεγά-
λες τάφρου κατά χώραν ιδρυμένων ετι καί νΟν είναι περίπου επί τής επιφανείας τοΰ υδραγωγείου,
άλλ' δχι πάντα, διότι είναί τινα καί χαμηλότερα, καί άγνοοΰμεν εισέτι πόσον βαθύτερον θά ϊύ-
ρεθή τό φυσικόν έδαφος. Πάντα δέ τά μνήματα φαίνονται επί συμπεφορημένων χωμάτων ιδρυ-
μένα καί πολλοί τάφοι άσημότεροι ή χεράμινοι ή λιθόκτιστοι ευρέθησαν ένιαχοΰ αλλεπάλληλοι
κατά διάφορα στρώματα γης (*). Τούτο δέ λέγοντες ψαύομεν μόνον άναγκαίως, άλλά δέν λόομεν
(*) Λ!«» έπιφανύς τβϋιο τταριτηρήβϊ) ίπϊ τών *ρό< άνϊτολάί τ&ΰ τοΰ Λιςίλίω μνήμβτα; 4γχ«>8ώ* Χϊτίςφζμμίνων μκη,αάτΐύ».
2
αρχαία, ή ή εις Ελευσίνα, ή ή είς Άχαδημίαν άγουσα^ επομένως και μνήματα δημοσία ιδρυμένα
υπό των πάλαι Αθηναίων, δσα έ Παυσανίας και άλλοι άρχαϊοι άναφέρουσιν, ού:ω δέ και τα της
Αθηναϊκής τοπογραφίας γενικώτερον νά οΐαφωτισθώσι. Καϊ λοιπόν πρώτον, άπο τοΟ άνατολιχω-
τάτου εμφανούς άκρου του εκεί υδραγωγείου άρχής γενομένης, άνοίχθη ευρεία τάφρος προς νότον,
παραμείβουσα την δυτικήν στοάν του έκκλησιδίου χαί ©θανούσα έως άντικρύ περίπου του γνωστοΰ
μνήματος τοΰ ίππέως Δεξίλεω, ειτα δέ άλλης αρχής γενομένης άπο τοΰ δυτιχωτάτου άκρου τοϋ
γηλόφου εύρύνθη επί πλέον ή πρώην ΰπό της κυβερνήσεως άνοιχθεϊσα τάφρος, και έχώρησε νΰν
ή σκαφή προς ανατολάς καί πολύ έπέκεινα τοΰ μνήματος τοΰ Δεξίλεω. Μετά ταΰτα άπεκομίσθη
χαί δλον το προς βορράν τοϋ ήμίσεος της άπ' ανατολών προς δυσμάς τάφρου άπομένον τριγωνιχον
μέρος τοΰ γηλόφου, τάς τελευταίας δέ ταύτας ημέρας εύρύνεται έπί πλέον ή μνησθεΐσα μεγάλη
τάφρος, άποχομιζομένων χωμάτων έκ τοΰ όχθου αυτής τοϋ αριστερού τοις προς ανατολάς χω-
ροϋσι, καθώς πρότερον εύρύνθη κατά τον δεξιόν της βχθον, ότε, ώς εΐπομεν, έχώρησεν ή σκαφή
καϊ έπέκεινα τοΰ μνήματος τοΰ Δεξίλϊω. Τούτων δέ ούτω γενομένων, μέρος σημαντικόν τοΰ όλου
λόφου εξέλιπε, τά μνήματα τά ορθά έγιναν κατά το πλίΐστον περίφαντα και ή φυσιογνωμία τών
τόπων ίκανώς ήλλαξεν. Άπεχομίσθησαν δέ μέχρι τοΰδε χώματος κυβικά μέτρα 6855.
Όχι δέ άνευ λόγου ούτω είς τήν σκαφήν έχώρησε το συμβοΰλιον, Έτο δηλαδή περίεργον
πρώτον νά μάθη, άν γραμμή τις μνημάτων υπάρχει άπο του Δεξίλεω μνήματος προς τήν 'Ακα-
δημίαν, αλλά προς τοΰτο δεν εταμε τήν εύθυτάτην όδόν, διότι έμποδών ήτο τδ έκκλησίδιον ή
καθαίρεσις τοΰ οποίου δέν εκρίθη έγκαιρος έν αυτή τή έρχή τοϋ έργου, άλλ' έν τω τέλει, τής
ανάγκης κελευούσης. Είτα άφοΰ έν τή άνοιχθείση ώδε τάφρω, σποράδην μόνον καϊ δχι έν γραμμή
ευρέ τινας τάφους και κιονίσκους και ανάγλυφα έχτετοπισμένα, ουδέν δέ σχεδόν κατά χώρα»
ίδρυμένον μνήμα, έκαμε τήν ρηθεΐσαν άπο δυσμών προς ανατολάς εύρυνσιν, ίνα ίδη, άν σώζεται
γραμμή μνημάτων άντικρύζουσα προς τά τοϋ Δεξίλεω καϊ λοιπά μέχρι του Χαρωνείου, τά όποια
πάντα προ ετών άνακαλυφθέντα έβλεπαν πρός βορράν. Ένταΰθα έπετόχομεν ίκανώς του ζητου-
μένου, διότι ευρέθησαν τώ όντι κατά χώραν καϊ όπωσοΰν έν γραμμή, άντικρύζοντα τοις προει-
ρημένοις μνήματα επτά, έξ ων τά πέντε καί άναγλύφοις κεκοσμημένα, έτι δέ καί δύο τριών βά-
σεις μόνον, καί ούτω έγνώσθη, δτι είναι έδώ όδός, δχι μεν ίσοπλατής πανταχού καί κανονική,
άλλ' όμως όδός. Άν 2έ είναι αύτη ή έπ' Ελευσίνα ποτέ άγουσα ή άλλη τις μερική εντός τής
νεκροπόλεως,βραχεϊαν όπωσοΰν έχουσα τήν διεύθυνσιν, τοΰτο εισέτι άδηλον διότι ναι μεν ευρέθη
τις κατά τάς πρώτας εβδομάδας τής ανασκαφής έπιγραφή λέγουσα «όρος τής όδοΰ τής Ελευ-
σίνα δε», αλλά ούοέν αύτη ορίζει ακριβώς, διότι ευρέθη έκτετοπισμένη καί δή έν τώ υδραγω-
γεία), και δέν ωφελεί πολύ τό ότι υποτίθεται ώς δχι πολύ μακράν τής άρχικής θέσεως της ευ-
ρεθείσα. Άπο δέ τοΰ Δεξίλεω μνήματος προς ανατολάς καί τήν πόλιν ευρέθησαν ογκώδη τινά
κρηπιδώματα μνημάτων κατεστραμμένων, βλεπόντων ποτέ προς βορράν, άλλ' αντικρύ τούτων,
ένθα τάς τελευταίας ταύτας ήμέρας, ώς ειπα, σκάπτομεν,. ουδέν εισέτι ευρέθη μνήμα, ούτ' έν
γραμμή ούτε άλλως. Τπό δετό τριγωνιχον πρόσβορρον μέρος τοΰ γηλόφου άποκομισθέντων
τών χωμάτων ευρέθησαν, έκτός δύο κακώς έκτισμένων και άνευ θεμελίων οικοδομημάτων άγνώ-
στου ήμϊν χρήσεως, τά όποϊα διελύσαμεν και έξηφανίσαμεν, κρατήσαντες μόνον σημείωσιν τοϋ.
σχήματος καί τής θέσεώς των δια τδ μέλλον έν καιρώ εύθέτω νά έκδοθη σχεδιογράφημα τής
ολης άνασχαφής, εύρέθησι/ν, λέγω, δχι ολίγοι τάφοι καί κιονίσκοι καί μνήματα τινα μετ' άναγλύ-
φων έν μέρει είς τήν θέσιν των, κατά διαφόρους δέ διευθύνσεις, άλλά μάλλον προς βορράν βλέ-
ποντα. Τοσαΰτα γενικώς περί τών φανερωθεισών γραμμών μνημάτων ή τής αύτών ελλείψεως.
Νΰν δέ συλλήβδην λέγομεν περί τοΰ ποσοϋ και ποιοϋ πάντων τών άνεσχαμμένων μνημάτων και
τής αύτών έριζοντείου θέσεως, πρώτον δέ περί ταύτης. Τά πλείστα τών προς βορράν τής μεγά-
λες τάφρου κατά χώραν ιδρυμένων ετι καί νΟν είναι περίπου επί τής επιφανείας τοΰ υδραγωγείου,
άλλ' δχι πάντα, διότι είναί τινα καί χαμηλότερα, καί άγνοοΰμεν εισέτι πόσον βαθύτερον θά ϊύ-
ρεθή τό φυσικόν έδαφος. Πάντα δέ τά μνήματα φαίνονται επί συμπεφορημένων χωμάτων ιδρυ-
μένα καί πολλοί τάφοι άσημότεροι ή χεράμινοι ή λιθόκτιστοι ευρέθησαν ένιαχοΰ αλλεπάλληλοι
κατά διάφορα στρώματα γης (*). Τούτο δέ λέγοντες ψαύομεν μόνον άναγκαίως, άλλά δέν λόομεν
(*) Λ!«» έπιφανύς τβϋιο τταριτηρήβϊ) ίπϊ τών *ρό< άνϊτολάί τ&ΰ τοΰ Λιςίλίω μνήμβτα; 4γχ«>8ώ* Χϊτίςφζμμίνων μκη,αάτΐύ».
2