IX. Antii. Pal. epp. clemonstr. 561—562. (Fr. Cor. Phil.) 579
562. ΚΡΙΝΑΓΌΡΟΤ. C
Εις τον Καίβαρος | -ψιττακόν. C
Ψιττακός δ βροτόγηρυς άφεις λυγοτευχέα κυρτόν
ηλυθεν ές δρυμούς άνθοφυεΐ πτέρυγι'
103, 8, ιστός πας IX 290, 4 (ad άπας ό'ρνις 562, 8). Tamen ab
Crinagora abiudicare ep. haud temere ausim: argumenti gratia
cf. Crin. epp. 224, 283, 291, 419; in verbum iambicum desinens
prior pentametri pars Crinagorae non prorsus insolita (cf. tamen
ad vs. 8); praeterea cf. Crinag. VI 253, 3 ττιτ-υστέτττοιο καλιη,
6 λι-θ-ηλογέες ΐόρ-ύσιες, IX 239, 1 ένι τενχεϊ τωόε, XVI 273, 1 (in
fine hexametri) λα-θτκηό'έα τέχνης, IX 234, 6 μέ-ίΐες (cum 562, 1
άφεις λυγοτ. κυρτόν'), IX 224, 5 ηξω ές αστέρας, VI 229, 1
άκρόπτερον (cum ήλνθεν ές δρυμούς — πτέρυγι), VI 100, 3
κλεινόν άεθλον, IX 419, 3 Καϊσαρ δ πουλυσέβαστος, IX 545, 6
κλεινού — βιότου (cum 562, 3 Καίο. κλεινόν), VII 636, 2 άνα
λενκόλοφον (cum 4 αν’ δρη), VII 376, 2 ληθόμενοι θανάτου,
VII 628, 6 ούνομα, VI 350, 4 ήγαγες εις οτεφάνους (cum 4 λη-
-ίλην ήγαγεν ούνόματος), VI 227, 6 αρτιδαεΐ ούμπνοον ευμαθίν],
VI 100, 1 την κο-υροις ιερήν ’έριν ώκύς ένείκας (cum 5 ώκυδί-
ίακτος — έρίζων), VI 229, 6 δ πας επί ΰοι (cum 8 ές σε <5ε
—■ αττας ό'ρνις), XVI 30, 5 ν-ϋν <5ε σε και τούτων κρέΰΰων επί
μεΐζον άέζοι (cum 562, 8) 2 εισ τόν κ. ψ.:~ argumentum
parum accurate indicans C, afferunt edd. Stat. II 4, 29 c ille
salutator regum nomenque locutus Caesareum’, Pers. prol. 8
'quis expedivit psittaco suum χαΐρε picamque docuit verba
nostra conari?’ (cf. ό βροτόγηρυς et έκμελετών), Mart. XIV 73
'Psittacus a vobis aliorum nomina discam, hoc didici per me
dicere: Caesar, have’, v. Rub. ad hoc ep.; addam quae de
Psaphone Libye avium vocibus deo facto tradit Maxim. Tyr. 35:
άνήρ Λίβυς Ψάφων δνομα — ήθελε θεός είναι δοκεΐν Συλλα-
βών ονν των ωδικών ορνίθων πολλούς έδίδαΰκεν άδειν τούς
όρνιθας 'μέγας θεός Ψάφων’ και ήφίει αϋθις επί τά δρη’ οι
δέ αυτοί τε ή δον και οι άλλοι όρνιθες έθιζόμενοι τη φωνή,
Λίβυες δέ θείαν νομίΰαντες είναι την μνήμην έθυον Ψάφωνι
καί ήν αϋτοΐς θεός υπ’ ορνίθων κεχειροτονημένος 3 δ βρο-
τόγηρυς·. cf. Arist. hist. anim. VIII 85 τό Ινδικόν δρνεον, ή ψιτ-
τακη, τό λεγόμενον άνθρωπόγλωβοον, Aelian. nat. an. XVI 2
μαθόντες ώς παΐδες ούτως και αυτοί γίνονται λάλοι καί φθέγ-
γονται φθέγμα άνθ ρωπικόν | λυγοτευχέα ΡΡ1“·α·3 * * 6 * * * * II, λογο *τ.
Ρ1Μ λιγοτ. Ρ11 λυτοτ. Plb; cf. 560, 3 οικία νεοτευχέα, Stat. silv.
II 4, 11 (de Atedii psittaci cavea) 'at tibi quanta domus rutila
testudine fulgens conexusque ebori virgarum argenteus ordo’,
A. P. VII 204, 1 ούκέτι που — πέρδι'ξ, πλεκτός λεπταλέαις οίκος
37*
562. ΚΡΙΝΑΓΌΡΟΤ. C
Εις τον Καίβαρος | -ψιττακόν. C
Ψιττακός δ βροτόγηρυς άφεις λυγοτευχέα κυρτόν
ηλυθεν ές δρυμούς άνθοφυεΐ πτέρυγι'
103, 8, ιστός πας IX 290, 4 (ad άπας ό'ρνις 562, 8). Tamen ab
Crinagora abiudicare ep. haud temere ausim: argumenti gratia
cf. Crin. epp. 224, 283, 291, 419; in verbum iambicum desinens
prior pentametri pars Crinagorae non prorsus insolita (cf. tamen
ad vs. 8); praeterea cf. Crinag. VI 253, 3 ττιτ-υστέτττοιο καλιη,
6 λι-θ-ηλογέες ΐόρ-ύσιες, IX 239, 1 ένι τενχεϊ τωόε, XVI 273, 1 (in
fine hexametri) λα-θτκηό'έα τέχνης, IX 234, 6 μέ-ίΐες (cum 562, 1
άφεις λυγοτ. κυρτόν'), IX 224, 5 ηξω ές αστέρας, VI 229, 1
άκρόπτερον (cum ήλνθεν ές δρυμούς — πτέρυγι), VI 100, 3
κλεινόν άεθλον, IX 419, 3 Καϊσαρ δ πουλυσέβαστος, IX 545, 6
κλεινού — βιότου (cum 562, 3 Καίο. κλεινόν), VII 636, 2 άνα
λενκόλοφον (cum 4 αν’ δρη), VII 376, 2 ληθόμενοι θανάτου,
VII 628, 6 ούνομα, VI 350, 4 ήγαγες εις οτεφάνους (cum 4 λη-
-ίλην ήγαγεν ούνόματος), VI 227, 6 αρτιδαεΐ ούμπνοον ευμαθίν],
VI 100, 1 την κο-υροις ιερήν ’έριν ώκύς ένείκας (cum 5 ώκυδί-
ίακτος — έρίζων), VI 229, 6 δ πας επί ΰοι (cum 8 ές σε <5ε
—■ αττας ό'ρνις), XVI 30, 5 ν-ϋν <5ε σε και τούτων κρέΰΰων επί
μεΐζον άέζοι (cum 562, 8) 2 εισ τόν κ. ψ.:~ argumentum
parum accurate indicans C, afferunt edd. Stat. II 4, 29 c ille
salutator regum nomenque locutus Caesareum’, Pers. prol. 8
'quis expedivit psittaco suum χαΐρε picamque docuit verba
nostra conari?’ (cf. ό βροτόγηρυς et έκμελετών), Mart. XIV 73
'Psittacus a vobis aliorum nomina discam, hoc didici per me
dicere: Caesar, have’, v. Rub. ad hoc ep.; addam quae de
Psaphone Libye avium vocibus deo facto tradit Maxim. Tyr. 35:
άνήρ Λίβυς Ψάφων δνομα — ήθελε θεός είναι δοκεΐν Συλλα-
βών ονν των ωδικών ορνίθων πολλούς έδίδαΰκεν άδειν τούς
όρνιθας 'μέγας θεός Ψάφων’ και ήφίει αϋθις επί τά δρη’ οι
δέ αυτοί τε ή δον και οι άλλοι όρνιθες έθιζόμενοι τη φωνή,
Λίβυες δέ θείαν νομίΰαντες είναι την μνήμην έθυον Ψάφωνι
καί ήν αϋτοΐς θεός υπ’ ορνίθων κεχειροτονημένος 3 δ βρο-
τόγηρυς·. cf. Arist. hist. anim. VIII 85 τό Ινδικόν δρνεον, ή ψιτ-
τακη, τό λεγόμενον άνθρωπόγλωβοον, Aelian. nat. an. XVI 2
μαθόντες ώς παΐδες ούτως και αυτοί γίνονται λάλοι καί φθέγ-
γονται φθέγμα άνθ ρωπικόν | λυγοτευχέα ΡΡ1“·α·3 * * 6 * * * * II, λογο *τ.
Ρ1Μ λιγοτ. Ρ11 λυτοτ. Plb; cf. 560, 3 οικία νεοτευχέα, Stat. silv.
II 4, 11 (de Atedii psittaci cavea) 'at tibi quanta domus rutila
testudine fulgens conexusque ebori virgarum argenteus ordo’,
A. P. VII 204, 1 ούκέτι που — πέρδι'ξ, πλεκτός λεπταλέαις οίκος
37*