Εϊκ. 18. Άναιηλ. πλενρα Ζφοφόρον Ώκεανόϋ εν τω μεση/ιβρ. Τενραγώνφ. — Μέγα; ίχθύι
1. 'Λ. βί>
β'κ. 7.Ά Μεοημβρ. πλευρά Ζφοφόρον 'Ωκεανοί εν τ<ο /ιεω//ιβρ. Τετραγώνφ. — 'ΑΧιενς χλ.τ.
1. 'Λ. βί>
β'κ. 7.Ά Μεοημβρ. πλευρά Ζφοφόρον 'Ωκεανοί εν τ<ο /ιεω//ιβρ. Τετραγώνφ. — 'ΑΧιενς χλ.τ.