αε ιηιι;
τοιούτων συριακών κιβδήλων άποκειμένων νυν έν
τοις Μουσείο:; της Ρώμης και άς άνατυποΟμεν
ενταύθα χάριν παραβολής προς τά ημέτερα γλυ-
πτά (εικ. δ, 6, 7). Και μόνη ή παραβολή, παρά
τήν φαινομενικήν ομοιότητα, πείθει ευθύς περί της
ριζικής αυτών και ώς προς τήν έργασίαν και ώς
Εικ . ο.
ΙΙαλυ,υοικών ΐΑννιαείων αέ ιχικοάς αόνον παοαλ-
λαγάς, ενώ τά ημέτερα, και έάν παραδεχθώμεν
ταΟτα κίβδηλα, έν τούτοις δεν στερούνται καλλι-
τεχνικής τίνος αξίας, σχετικώς τούλάχιστον προς
τούς '/ρόνους εις ους ανάγονται, ώς θά ίδωμεν έν
τοις έξης.
Έάν λοιπόν μετά τάνωτέρω δεχθώμεν ταύτα
προς στιγμήν ώς γνήσια εις τίνα χώραν και τίνας
χρόνους δέον νά κατατάςωμεν ταΟτα; Καϊ πάλιν
εις τά νέα ταΟτα έρωτήματα δυσχερέστατον είνε
ακριβές τι νάπαντήσωμεν, διότι και ή τεχνοτροπία
και ό χαρακτήρ των γλυπτών και τέλος αί έπ αυ-
τών έπιγραφαι ουδέν σα^ές διδάσκουσιν ήμας.Έάν
προς τον τύπον τών εϊκονιζομένων δια^οοάς . Τά
εκ Ρώμης παλμυρικά γλυπτά είσιν βλως άτε/να,
χονδροειδή καϊ ουδέν παρουσιάζοντα το άξιον σπου-
δής. Κίνε κακότεχνοι απομιμήσεις τών σωζοαένών
ΕΙ*. <;.
και αόναι αί τελευταΐαι αύται ήσαν σαφείς και
γνήσιαι θά οιέλυον πα.σαν άπορίαν, άλλα δυστυ-
χώς αί έπιγραφαι αύται πιθανώτατα είσ'ι πλ,ασταί,
διότι δεν άνήκουσιν εις ούδεμίαν αποκλειστικώς
περίοοον έπιγραφίκήν ώς έκ του ασυνάρτητου αύ-
τών και χρονολογικώς ασυμβιβάστου και διότι ιστο-
ρικώς δεν συμφωνοΟσιν ούδ ανταποκρίνονται προς
τάς είκονιζομένας μορφάς τά ονόματα Δημητρίου
του Νικάτορος και '^ιτίό^ου ιοΰ _1ίο?'υσί'ου. Πεοί
τών έπιγρα,νών τούτων μή περιοριοσθέντες εις τήν
ιδίαν ημών άντίληψιν και κρίσιν έζητήσαΐΛεν τήν
γνωμην ειοικου περ; τα ελληνορρωμαϊκα και τών
ύστερων έν γένει χρόνων αρχαία, του Βέλγου έτοα'.
τοιούτων συριακών κιβδήλων άποκειμένων νυν έν
τοις Μουσείο:; της Ρώμης και άς άνατυποΟμεν
ενταύθα χάριν παραβολής προς τά ημέτερα γλυ-
πτά (εικ. δ, 6, 7). Και μόνη ή παραβολή, παρά
τήν φαινομενικήν ομοιότητα, πείθει ευθύς περί της
ριζικής αυτών και ώς προς τήν έργασίαν και ώς
Εικ . ο.
ΙΙαλυ,υοικών ΐΑννιαείων αέ ιχικοάς αόνον παοαλ-
λαγάς, ενώ τά ημέτερα, και έάν παραδεχθώμεν
ταΟτα κίβδηλα, έν τούτοις δεν στερούνται καλλι-
τεχνικής τίνος αξίας, σχετικώς τούλάχιστον προς
τούς '/ρόνους εις ους ανάγονται, ώς θά ίδωμεν έν
τοις έξης.
Έάν λοιπόν μετά τάνωτέρω δεχθώμεν ταύτα
προς στιγμήν ώς γνήσια εις τίνα χώραν και τίνας
χρόνους δέον νά κατατάςωμεν ταΟτα; Καϊ πάλιν
εις τά νέα ταΟτα έρωτήματα δυσχερέστατον είνε
ακριβές τι νάπαντήσωμεν, διότι και ή τεχνοτροπία
και ό χαρακτήρ των γλυπτών και τέλος αί έπ αυ-
τών έπιγραφαι ουδέν σα^ές διδάσκουσιν ήμας.Έάν
προς τον τύπον τών εϊκονιζομένων δια^οοάς . Τά
εκ Ρώμης παλμυρικά γλυπτά είσιν βλως άτε/να,
χονδροειδή καϊ ουδέν παρουσιάζοντα το άξιον σπου-
δής. Κίνε κακότεχνοι απομιμήσεις τών σωζοαένών
ΕΙ*. <;.
και αόναι αί τελευταΐαι αύται ήσαν σαφείς και
γνήσιαι θά οιέλυον πα.σαν άπορίαν, άλλα δυστυ-
χώς αί έπιγραφαι αύται πιθανώτατα είσ'ι πλ,ασταί,
διότι δεν άνήκουσιν εις ούδεμίαν αποκλειστικώς
περίοοον έπιγραφίκήν ώς έκ του ασυνάρτητου αύ-
τών και χρονολογικώς ασυμβιβάστου και διότι ιστο-
ρικώς δεν συμφωνοΟσιν ούδ ανταποκρίνονται προς
τάς είκονιζομένας μορφάς τά ονόματα Δημητρίου
του Νικάτορος και '^ιτίό^ου ιοΰ _1ίο?'υσί'ου. Πεοί
τών έπιγρα,νών τούτων μή περιοριοσθέντες εις τήν
ιδίαν ημών άντίληψιν και κρίσιν έζητήσαΐΛεν τήν
γνωμην ειοικου περ; τα ελληνορρωμαϊκα και τών
ύστερων έν γένει χρόνων αρχαία, του Βέλγου έτοα'.