ωμεν ότι και αύτοι ήσαν του αυτού μετάλλου των όρΟος-ατών (3), οί δρθθ7αται ούτοι οί έκ χαλκού ελαμπον εΐζ
τάς ηλιακές ακτίνας και αντανακλούσαν ώς νά ήτον έκ χρυσού, την λαμπρότητα δέ ταύτην των Προπυλαίων καΐ
μεγαλοπρέπειαν, αίνιττόμενος ό Αριστοφάνης λέγει δτι ήσαν θυρωμέναι αί θύραι αύτών χρυσαϊσι θύραις (4)·
όταν παρατήρηση τις τδ ποικίλον της οικοδομής των Προπυλαίων, όταν βλέπη άμφοτέρωθεν των πτερύγων
των Προπυλαίων μεταξύ του λευκότατου πεντελησίου λίθου και περιΟΙουσαν ζώνην λίθου Ελευσίνιου, όταν βλέπη
την ζώνην ταύτην προχωρούσαν άμφοτέρωθεν του τοίχου της στοάς τών Προπυλαίων και σ/ηματίζουσαν την
κρηπίδα αύτών εξ Ελευσίνιου λίθου, δταν παρατήρηση την μεν άλλην δλην οίκοδομήν ήτις ειν;α εκ της λατο-
μίας της Πεντέλης, το δέ κατώφλοιον τών πυλών έκ μαύρου λίθου ήτοι Ελευσίνιου" όταν τέλος ϊδτ] τάς θυρί-
δας κ α\ την θύραν της πινακοθήκης κεκοσμημένην και καταπεποικιλμένην εκτρωμάτων διαφόρων δηλ. κοκ-
κίνην κατά τινα μέρη του γείσσου, κυανοϋν εις άλλα, λευκήν εις άλλα, και χρυσοειδην είς τό σώμα τών ορθοστα-
τών, δταν λέγω παρατήρηση ταύτην δλην τήν ποικιλίαν και λαμπρότητα της οικοδομής , είναι δυνατόν νά
νομίση τις δτι αί πύλαι του μεγαλοπρεπούς τούτου οικοδομήματος ήσαν κεκαλυμμέναι έκ πλακών Π=ντελησίου
λίθου, ήτοι τού αυτού λίθου με τόν της δλης οικοδομής (5); και ταύτα περι τών ορθοστατών τών πυλών τών
Προπυλαίων.
ίποκάτωθεν της κρηπΐδος ήτις περιθέει έπι της βάσεως της στοάς τών Προπυλαίων , και ήτις είναι έξ
Ελευσίνιου λίθου φαίνονται ίχνη μιας σειράς βαθμίδων είς είδος καθίσματος έκ Πεντελησίου λίθου· ή
σειρά λοιπόν του Ελευσίνιου λίθου ή άνωθεν της ρηθείσης βαθμίδος, άρχιζεν άπδ τήν παραστάδα του τοίχου
της στοάς ταύτης, ήτοι άπδ τδ δυτικόν άκρον αμφοτέρων τών τοίχων τής στοάς τών Προπυλαίων, και περιθέ-
ουσα τους δύο| τοίχους έσχημάτιζε τδ κατώφλοιον τών τεσσάρων πυλών τών παρά τήν μεσαίαν και μεγάλην
6υραν, τδ ΰψος τής ζώνης ταύτης τής έξ Ελευσίνιου λίθου είναι τδ αυτό μέ τδ πλάτος τού βηλού τής θύρας.
Αί μετώπαι τών Προπυλαίων διαιρούνται εις δύο τάξεις, τούτων ή μέν ήτοι ή πρώτη είναι δμαλή, ή δέ
πλησίον αυτής βαθυτέρα, ούτως άμοιβαδών ήτον δλη ή σειρά τών έπικρανίτιδων, άφ'όσον δύναταίτις νά έξάξην
τούτο άπδ τάς σωζομένας πλίνθους τών έπικρανίτιδων τών άνευρεθε'ντων πλησίων τής άνατολικής στοάς τών
Προπυλαίων ή πρώτη μετώπη ή δμαλή ίσως ήτον λευκή, ή βεβαμμένη μέ κοκκινωπδν τι χρώμα, είς δέ τήν
βαθυλήν μετώπην τήν πλησίον τής πρώτης ητον άναμφιβόλως εν άνάγλυπτον/ άλλ' έκ τίνος λίθου ήτον τάχα
τά άνάγλυπτα ταύτα; έκ λευκού βέβαια λίθου δέ ήσαν διότι τδτε ήτον περιττδν νά ύπάρχωσιν είς χωριστά
τεμάχια άναγεγλυμμένα ώς δυνάμενα νά ήναι τού αύτού σώματος τών έπικρανίτιδων ήτον λοιπόν έξ άλλης
τινδς ύλη;; έκ τής επιγραφής τής περι τών κοσμημάτων τού Ερεχθείου, τήν οποίαν έξεδώσαμεν είς τδ δεύτε-
ρον φυλλάδιον τής Αρχαιολογικής εφημερίδος, και έκ τών άνακαλυφθέντων τεμαχίων τών άναγλύφων τής ζω-
φόρου του Ερεχθείου πληροφορούμεθα ότι επί τής ζώνης τ^ς έξ Εςελευσινίου λίθου τής περιθεούσης τήν ζωφόρον
τού οικήματος τούτου τά έπ αύττίς ζώδια ήσαν έκ Πεντελησίου λίθου, και τούτο βέβαια διότι έπι τού μελανο-
γοόου τούτου λίθου ή λ3υκότης τού Πεντελησίου εστιλβεν λαμπρότατα και τά ζώδια έφαίνοντο λάμποντα ώς
οί ουράνιοι άστέρες έπι τού κυανωπού στερεώματος" δταν λοιπόν τά ζώδια έπι τής περιθεούσης έξ Ελευσίνιου
λίθου ζώνης τού Ερεχθείου ήσαν λευκά, κατά φυσικδν λόγον και αί μετώσαι τών Προπυλαίων δύνανται νά ήσαν
έξ άλλου τινός χρώματος, τό όποιον έπρόσβαλεν καταπληκτικώς τήν ορασιν, συγκερασμένον τό χρώμα τούτο μέ
(3) όψεσδε και ·γ<χρ άνοιγ[Α=\ων ψόφος ήίν) των Προπυλαίων. Άριστ. ιππείς στίχ. 1325.
(4) Και πρώτα [λεν ού « χί νεώς τ,μάς οΐκο<5Όρ.εϊν ίεϊ » λιδίνου; αΰτοϊς, οΰδέ δυρώσσαι» χρυσαϊσι θύραις. Άριστοφ. ό'ρνιθ. στιχ. 671.
(5) Οταν -ή πινακοδτίκνι έκαδαρίσθν) τω 1827 έφαννισαν κατά το [λάλλβν και ΐττον καθαρά τά χρώματα, τά όποια ε'χρω^άτιζον τάς βύ-
ρσας τις πινακοθγ;κγις· ταϋτα ίέ εΐναι λευχοΰν, κυανοϋν, {Λαυροκο'κκίννον, πράσινον και χρυσοειδές, περί τούτου θε'λου.εν όρ-ίλτ,σει άλλοτε
ιΐ; άρδρον ξεχωριστο'ν.
τάς ηλιακές ακτίνας και αντανακλούσαν ώς νά ήτον έκ χρυσού, την λαμπρότητα δέ ταύτην των Προπυλαίων καΐ
μεγαλοπρέπειαν, αίνιττόμενος ό Αριστοφάνης λέγει δτι ήσαν θυρωμέναι αί θύραι αύτών χρυσαϊσι θύραις (4)·
όταν παρατήρηση τις τδ ποικίλον της οικοδομής των Προπυλαίων, όταν βλέπη άμφοτέρωθεν των πτερύγων
των Προπυλαίων μεταξύ του λευκότατου πεντελησίου λίθου και περιΟΙουσαν ζώνην λίθου Ελευσίνιου, όταν βλέπη
την ζώνην ταύτην προχωρούσαν άμφοτέρωθεν του τοίχου της στοάς τών Προπυλαίων και σ/ηματίζουσαν την
κρηπίδα αύτών εξ Ελευσίνιου λίθου, δταν παρατήρηση την μεν άλλην δλην οίκοδομήν ήτις ειν;α εκ της λατο-
μίας της Πεντέλης, το δέ κατώφλοιον τών πυλών έκ μαύρου λίθου ήτοι Ελευσίνιου" όταν τέλος ϊδτ] τάς θυρί-
δας κ α\ την θύραν της πινακοθήκης κεκοσμημένην και καταπεποικιλμένην εκτρωμάτων διαφόρων δηλ. κοκ-
κίνην κατά τινα μέρη του γείσσου, κυανοϋν εις άλλα, λευκήν εις άλλα, και χρυσοειδην είς τό σώμα τών ορθοστα-
τών, δταν λέγω παρατήρηση ταύτην δλην τήν ποικιλίαν και λαμπρότητα της οικοδομής , είναι δυνατόν νά
νομίση τις δτι αί πύλαι του μεγαλοπρεπούς τούτου οικοδομήματος ήσαν κεκαλυμμέναι έκ πλακών Π=ντελησίου
λίθου, ήτοι τού αυτού λίθου με τόν της δλης οικοδομής (5); και ταύτα περι τών ορθοστατών τών πυλών τών
Προπυλαίων.
ίποκάτωθεν της κρηπΐδος ήτις περιθέει έπι της βάσεως της στοάς τών Προπυλαίων , και ήτις είναι έξ
Ελευσίνιου λίθου φαίνονται ίχνη μιας σειράς βαθμίδων είς είδος καθίσματος έκ Πεντελησίου λίθου· ή
σειρά λοιπόν του Ελευσίνιου λίθου ή άνωθεν της ρηθείσης βαθμίδος, άρχιζεν άπδ τήν παραστάδα του τοίχου
της στοάς ταύτης, ήτοι άπδ τδ δυτικόν άκρον αμφοτέρων τών τοίχων τής στοάς τών Προπυλαίων, και περιθέ-
ουσα τους δύο| τοίχους έσχημάτιζε τδ κατώφλοιον τών τεσσάρων πυλών τών παρά τήν μεσαίαν και μεγάλην
6υραν, τδ ΰψος τής ζώνης ταύτης τής έξ Ελευσίνιου λίθου είναι τδ αυτό μέ τδ πλάτος τού βηλού τής θύρας.
Αί μετώπαι τών Προπυλαίων διαιρούνται εις δύο τάξεις, τούτων ή μέν ήτοι ή πρώτη είναι δμαλή, ή δέ
πλησίον αυτής βαθυτέρα, ούτως άμοιβαδών ήτον δλη ή σειρά τών έπικρανίτιδων, άφ'όσον δύναταίτις νά έξάξην
τούτο άπδ τάς σωζομένας πλίνθους τών έπικρανίτιδων τών άνευρεθε'ντων πλησίων τής άνατολικής στοάς τών
Προπυλαίων ή πρώτη μετώπη ή δμαλή ίσως ήτον λευκή, ή βεβαμμένη μέ κοκκινωπδν τι χρώμα, είς δέ τήν
βαθυλήν μετώπην τήν πλησίον τής πρώτης ητον άναμφιβόλως εν άνάγλυπτον/ άλλ' έκ τίνος λίθου ήτον τάχα
τά άνάγλυπτα ταύτα; έκ λευκού βέβαια λίθου δέ ήσαν διότι τδτε ήτον περιττδν νά ύπάρχωσιν είς χωριστά
τεμάχια άναγεγλυμμένα ώς δυνάμενα νά ήναι τού αύτού σώματος τών έπικρανίτιδων ήτον λοιπόν έξ άλλης
τινδς ύλη;; έκ τής επιγραφής τής περι τών κοσμημάτων τού Ερεχθείου, τήν οποίαν έξεδώσαμεν είς τδ δεύτε-
ρον φυλλάδιον τής Αρχαιολογικής εφημερίδος, και έκ τών άνακαλυφθέντων τεμαχίων τών άναγλύφων τής ζω-
φόρου του Ερεχθείου πληροφορούμεθα ότι επί τής ζώνης τ^ς έξ Εςελευσινίου λίθου τής περιθεούσης τήν ζωφόρον
τού οικήματος τούτου τά έπ αύττίς ζώδια ήσαν έκ Πεντελησίου λίθου, και τούτο βέβαια διότι έπι τού μελανο-
γοόου τούτου λίθου ή λ3υκότης τού Πεντελησίου εστιλβεν λαμπρότατα και τά ζώδια έφαίνοντο λάμποντα ώς
οί ουράνιοι άστέρες έπι τού κυανωπού στερεώματος" δταν λοιπόν τά ζώδια έπι τής περιθεούσης έξ Ελευσίνιου
λίθου ζώνης τού Ερεχθείου ήσαν λευκά, κατά φυσικδν λόγον και αί μετώσαι τών Προπυλαίων δύνανται νά ήσαν
έξ άλλου τινός χρώματος, τό όποιον έπρόσβαλεν καταπληκτικώς τήν ορασιν, συγκερασμένον τό χρώμα τούτο μέ
(3) όψεσδε και ·γ<χρ άνοιγ[Α=\ων ψόφος ήίν) των Προπυλαίων. Άριστ. ιππείς στίχ. 1325.
(4) Και πρώτα [λεν ού « χί νεώς τ,μάς οΐκο<5Όρ.εϊν ίεϊ » λιδίνου; αΰτοϊς, οΰδέ δυρώσσαι» χρυσαϊσι θύραις. Άριστοφ. ό'ρνιθ. στιχ. 671.
(5) Οταν -ή πινακοδτίκνι έκαδαρίσθν) τω 1827 έφαννισαν κατά το [λάλλβν και ΐττον καθαρά τά χρώματα, τά όποια ε'χρω^άτιζον τάς βύ-
ρσας τις πινακοθγ;κγις· ταϋτα ίέ εΐναι λευχοΰν, κυανοϋν, {Λαυροκο'κκίννον, πράσινον και χρυσοειδές, περί τούτου θε'λου.εν όρ-ίλτ,σει άλλοτε
ιΐ; άρδρον ξεχωριστο'ν.