την λευκότητα των λίθων όθεν ο Παυσανίας θαυμάζων λέγει, τά Προπύλαια και κόσμω *αΐ μεγέθε,ι των λίθων
μέχρι γε και εμού προείχε. ΠοΤος άλλο; ήτον βέβαια δ κόσμος ειμή ή ποικιλία τών χρωμάτων τής επικρα-
νίδος, τών γείσσων, εκείνη των άντηρίδων και τού βηλοΰ τών πέντε πυλών; Τεμάχια τινά εξ Ελευσινίου
λίθου ευρεθέντα πλησίον τών Προπυλαίων πιθανολογοΰσι την εϊκασίαν μου ταύτην δηλ. ότι αϊ μετώπαι τών
Προπυλαίων εφ' ών τά άνάγλυπτα, ήσαν έξ Ελευσινίου λίΒου, η εκ μετάλλου.
Κ. 2. ΠΙΤΤΑΚΗΣ.
Η κατά τήν ά'νω Αιτωλίαν πόλις Οίχα.ΐία, ή'τις είναι δ πρωτεύουσα της διοικήσεως Εύρυτανείας, πρότερον
μέν ώνομάζετο Καρπενη'σιον η Κ,αρπονήσιον, ύπ:> το αύτό όνομα γνωριζομένης και δλης της επαρχίας. Εκλήθη
δέ ούτως, ώς έκπαραδόσεως έχομεν, από τίνος Κάρπου; όστις πρώτος κατωκησεν εϊς αύτήν· δεν εκείτο δμως
εις την οποίαν εύρίσκετο ήδη θέσιν, αλλά εις τήν περιφέρειαν της πλησίον κειμένης έν τώ μέσω της μικρά
πεδιάδος της ράχεως, Ήτις καλεΓτο παλαιόκαστρον, και ήδη άγιος Δημήτριος, και ε?ς την κορυφήν της οποίας
ευρίσκεται έρείπιον ναοΰ του αυτού άγιου, και Γχνη τινός παλαιού άσβεστοκτίστου πύργου , και άλλα τοιαύτα
λείψανα. Περι δέ τάς υπώρειας της, άρκτικοδυτικώς μάλιστα, φαίνονται πλήθη τετριμμένων κεράμων κα
πιθαριών. Πρό ολίγων δέ ετών ή πόλις αύτη μετωνομάσθη Κα1.1ιδξ>ό^τ\ , δοθέντος εις αύτήν τού ονόματος
τούτου έκ τοΰ δρους Καλλίδρομον, η κατ' ά'λλους Καλλιδρύμιον' άλλα το>το απέχει μα'.ράν της πόλεως
ταύτης, κείμενον εις την Φθιώτιδα, πλησίον τών Θερμοπυλών εσχάτως τέλος μετεκλήθη 0:χαλία. Τούτο τό
όνομα εδόθη εις αύτήν, από την πόλιν ήτις κατά Στέφανον τύν Βυζάντιον, ήτό ποτε μία πόλις, κατωκεΐτο
υπό Εύρυτάνων εις το άνατολικομεσημβρινόν μέρος της έπαργίας ταύτης. Κείται δέ ή νυν Οιχαλία εις τους
μεσημβρινούς πρόποδας τού ορούς Τυμφριστοΰ (βελουχίου). Συνωκίσθνι δέ ώς είκάζομεν, καθ' ους χρόνους έσα-
λεύετο ή Βυζαντινή Αύτοκρατορία, από τά περί αύΓην χωρία, ή'δη ο/τα ήρημωμένα και αφανή, οίον την Μεσο-
χώραν, Λυκού.ησιν, Μαγκλάνην, Μαργαζίον, και Πέτραν, κείυ.ε-,α ολα εις το άνατολικομεσημβρινόν αύτής μέ
ρος. Τα δέ περι την Ο^ναλίαν μέ//ι ήσαν, ώς φαίνονται , και παρά τών άρ/αίων Ελλήνων κατωκισμένα, άλλ'
ήφανίοθησαν έξ αμνημονεύτων χρόνων , επειδή εις το ΚλαυσεΤον, άπέχον αύτής ώοει δύο ωρών διάστημα με-
στμβρινώς, ευρίσκονται πλήθη κεράμων και πίθων τετριμμένων , και Γχνη ενός ρακροϋ τετραγώνου αρχαίου
τοίχους* ωσαύτως σ<.όζονται και ύπεράνουθεν αύτού τού χωρίου προς ανατολάς σημεία άρχαίου φρουρίου* ευρέ-
θησαν προσέτι και νομίσματα έκ χρυσού και όρυχάλκου, έτιγραφήν έχοντα τά μέν Μαχιΰόϊ-ων, τά δέ Αίτω-
.2ώ>, τά δέ Ρωμαϊστι έπιγεγραμμένα, κα; τά τελευταία ταύτα είναι της .Ελληνικής παρακμής, διά ταύτα
δύναται τις πιθανώς νά νομίση, οτι αύτού ήτον ή παλαιά Οιχαλία" και ταϋτα μέν περι τής Οιχαλίας.
Ανωθεν δέ τού χωρίου τού καλουμένου Κορυφάδες, ή κοινότερον Κορυσχάδες, απέχοντος τής πόλεως μιας
ώρας διάστημα, έπι τής κορυφής τής έκει ρζχεως ευρίσκεται ώς εν περίφραγμα εις είδος φρουρίου· εκτείνεται
$έ κατά μήκος από ανατολών προς δυσμάς 270 πόδας Γαλλικούς και 93 κατά πλάτες, τό δέ πάχος τού τεί-
χους 6, τά όλοκλήρως δέ κατακρημνισμένα τείχη του είναι ακανόνιστα και ες ακατέργαστων μικρών και κατά
με'ρος μεγάλων λίθων έκτισμε'να άνευ άσβέστου· εις δέ την μέσην τής επιφανείας τοΰ μικρού τούτου φρουρίου
σ<όζονταΐ δύο μικραι στρογκυλοειδεΐς τρύπαι λιθόκτιστοι έν ε'ίδει δεξαμενών, και μερικά κ*τεδαφεισμένα
τοιχάρια οικημάτων , καί τινα θραύσματα κεράρ,ων »αί πίθων. Τό φρούριον τοΰτο πιθανώς ανήκει εις τους
καιρούς τοΰ Μεσαιώνος, χρησιμεύσαν ώς αποθήκη τών τότε δεσποτών. Αί δέ ύπώρειαι τής εΐρχμένης ράχεως
μετέχουν ώς πιθανολογείται (*) μεταλλείων χρυσού η χαλκού, και σώζεται εισέτι έκ παραδόσεως εις τό αυτό
(*) Έβεβαιώδϊ] σχ.ε£βν τοντο ώ; λέγουν εις τ&ΰ; προλαβιντας χρόνους πρρά τίνων ε'πιτκεφΟεντων τά εκεϊσε υ ερη περιττών.
μέχρι γε και εμού προείχε. ΠοΤος άλλο; ήτον βέβαια δ κόσμος ειμή ή ποικιλία τών χρωμάτων τής επικρα-
νίδος, τών γείσσων, εκείνη των άντηρίδων και τού βηλοΰ τών πέντε πυλών; Τεμάχια τινά εξ Ελευσινίου
λίθου ευρεθέντα πλησίον τών Προπυλαίων πιθανολογοΰσι την εϊκασίαν μου ταύτην δηλ. ότι αϊ μετώπαι τών
Προπυλαίων εφ' ών τά άνάγλυπτα, ήσαν έξ Ελευσινίου λίΒου, η εκ μετάλλου.
Κ. 2. ΠΙΤΤΑΚΗΣ.
Η κατά τήν ά'νω Αιτωλίαν πόλις Οίχα.ΐία, ή'τις είναι δ πρωτεύουσα της διοικήσεως Εύρυτανείας, πρότερον
μέν ώνομάζετο Καρπενη'σιον η Κ,αρπονήσιον, ύπ:> το αύτό όνομα γνωριζομένης και δλης της επαρχίας. Εκλήθη
δέ ούτως, ώς έκπαραδόσεως έχομεν, από τίνος Κάρπου; όστις πρώτος κατωκησεν εϊς αύτήν· δεν εκείτο δμως
εις την οποίαν εύρίσκετο ήδη θέσιν, αλλά εις τήν περιφέρειαν της πλησίον κειμένης έν τώ μέσω της μικρά
πεδιάδος της ράχεως, Ήτις καλεΓτο παλαιόκαστρον, και ήδη άγιος Δημήτριος, και ε?ς την κορυφήν της οποίας
ευρίσκεται έρείπιον ναοΰ του αυτού άγιου, και Γχνη τινός παλαιού άσβεστοκτίστου πύργου , και άλλα τοιαύτα
λείψανα. Περι δέ τάς υπώρειας της, άρκτικοδυτικώς μάλιστα, φαίνονται πλήθη τετριμμένων κεράμων κα
πιθαριών. Πρό ολίγων δέ ετών ή πόλις αύτη μετωνομάσθη Κα1.1ιδξ>ό^τ\ , δοθέντος εις αύτήν τού ονόματος
τούτου έκ τοΰ δρους Καλλίδρομον, η κατ' ά'λλους Καλλιδρύμιον' άλλα το>το απέχει μα'.ράν της πόλεως
ταύτης, κείμενον εις την Φθιώτιδα, πλησίον τών Θερμοπυλών εσχάτως τέλος μετεκλήθη 0:χαλία. Τούτο τό
όνομα εδόθη εις αύτήν, από την πόλιν ήτις κατά Στέφανον τύν Βυζάντιον, ήτό ποτε μία πόλις, κατωκεΐτο
υπό Εύρυτάνων εις το άνατολικομεσημβρινόν μέρος της έπαργίας ταύτης. Κείται δέ ή νυν Οιχαλία εις τους
μεσημβρινούς πρόποδας τού ορούς Τυμφριστοΰ (βελουχίου). Συνωκίσθνι δέ ώς είκάζομεν, καθ' ους χρόνους έσα-
λεύετο ή Βυζαντινή Αύτοκρατορία, από τά περί αύΓην χωρία, ή'δη ο/τα ήρημωμένα και αφανή, οίον την Μεσο-
χώραν, Λυκού.ησιν, Μαγκλάνην, Μαργαζίον, και Πέτραν, κείυ.ε-,α ολα εις το άνατολικομεσημβρινόν αύτής μέ
ρος. Τα δέ περι την Ο^ναλίαν μέ//ι ήσαν, ώς φαίνονται , και παρά τών άρ/αίων Ελλήνων κατωκισμένα, άλλ'
ήφανίοθησαν έξ αμνημονεύτων χρόνων , επειδή εις το ΚλαυσεΤον, άπέχον αύτής ώοει δύο ωρών διάστημα με-
στμβρινώς, ευρίσκονται πλήθη κεράμων και πίθων τετριμμένων , και Γχνη ενός ρακροϋ τετραγώνου αρχαίου
τοίχους* ωσαύτως σ<.όζονται και ύπεράνουθεν αύτού τού χωρίου προς ανατολάς σημεία άρχαίου φρουρίου* ευρέ-
θησαν προσέτι και νομίσματα έκ χρυσού και όρυχάλκου, έτιγραφήν έχοντα τά μέν Μαχιΰόϊ-ων, τά δέ Αίτω-
.2ώ>, τά δέ Ρωμαϊστι έπιγεγραμμένα, κα; τά τελευταία ταύτα είναι της .Ελληνικής παρακμής, διά ταύτα
δύναται τις πιθανώς νά νομίση, οτι αύτού ήτον ή παλαιά Οιχαλία" και ταϋτα μέν περι τής Οιχαλίας.
Ανωθεν δέ τού χωρίου τού καλουμένου Κορυφάδες, ή κοινότερον Κορυσχάδες, απέχοντος τής πόλεως μιας
ώρας διάστημα, έπι τής κορυφής τής έκει ρζχεως ευρίσκεται ώς εν περίφραγμα εις είδος φρουρίου· εκτείνεται
$έ κατά μήκος από ανατολών προς δυσμάς 270 πόδας Γαλλικούς και 93 κατά πλάτες, τό δέ πάχος τού τεί-
χους 6, τά όλοκλήρως δέ κατακρημνισμένα τείχη του είναι ακανόνιστα και ες ακατέργαστων μικρών και κατά
με'ρος μεγάλων λίθων έκτισμε'να άνευ άσβέστου· εις δέ την μέσην τής επιφανείας τοΰ μικρού τούτου φρουρίου
σ<όζονταΐ δύο μικραι στρογκυλοειδεΐς τρύπαι λιθόκτιστοι έν ε'ίδει δεξαμενών, και μερικά κ*τεδαφεισμένα
τοιχάρια οικημάτων , καί τινα θραύσματα κεράρ,ων »αί πίθων. Τό φρούριον τοΰτο πιθανώς ανήκει εις τους
καιρούς τοΰ Μεσαιώνος, χρησιμεύσαν ώς αποθήκη τών τότε δεσποτών. Αί δέ ύπώρειαι τής εΐρχμένης ράχεως
μετέχουν ώς πιθανολογείται (*) μεταλλείων χρυσού η χαλκού, και σώζεται εισέτι έκ παραδόσεως εις τό αυτό
(*) Έβεβαιώδϊ] σχ.ε£βν τοντο ώ; λέγουν εις τ&ΰ; προλαβιντας χρόνους πρρά τίνων ε'πιτκεφΟεντων τά εκεϊσε υ ερη περιττών.