ET POLYXENAE
67
νων. η δε άναστάσα άπο του εδάφους εϊπεν προς αυτόν' Διδά-
σκαλε, διατί με κατέλιπας έρημον; καν νυν τάχυνον του σφραγί-
σαι με, "να ει καϊ φθάση επ' εμέ θάνατος άπέλθω προς εκείνον
τον εύσπλαγχνον καϊ άνυπερηφανον.
XIV. Ευθέως ουν λαβομενος δ μεγας Παύλος της χειρός 5
αυτής, ήλθεν εν τη οικία Φίλοθέου, καϊ έβάπτισεν αυτήν εις
το ονομα του ττατρος καϊ του υιού καϊ του άγιου πνεύματος,
ειτα καϊ άρτου λαβών ευχαριστίας έδίδου αυτή λέγων' ’Έστω
σοι τούτο εις άφεσιν αμαρτιών καϊ εις άνακαινισμόν της ψυχής
σου. τότε λαβουσα η μακαρία Άανθίππη τδ θεϊον χάρισμα ίο
του άγιου βαπτίσματος, έπανήει επϊ την οικίαν αυτής χαίρουσα
καϊ δοξάζουσα τον θεόν, ό δε πυλωρός ϊδών αυτήν βιαίας
άπώδυρετο φωνάς, ινα ώς μη θέλοντας αυτοί) νομισθείη ή
ύπεζελευσις αυτής, εϊ γε νοήσει, ό Τίροβος' ό δε φωτίσας αυτήν
συν τω Παύλω κατέσχεν τον οικον άπαντα υπνω βαρεϊ συν 15
τω Πρό/3ω, καϊ ούδ' ολως ήσθοντο το3ν φωνών αυτού' αυτή
δε δρομαία παραγίνεται είς τον κοιτώνα αυτής, λέγουσα' Τί
εϊπω περί σου, έπιζητητά τών αμαρτωλών, δς τδ πλεΐστον
μεθ' ημών άναστρέφη εν ταΐς θλίψεσιν; ποιεί δε ταυτα ή
άγαθότης σου' οτι διά τον άνθρωπον δν επλασας εως θανάτου ?ο
κατήλθες' οσον γάρ σε εάν παροργίση άνθρωπος πολυπλασίως,
τά ελέη σου έκχεεΐς επ' αυτόν, δέσποτα, ώ βάθος οίκτιρμών και
πλούτος ελέους' ώ αμέτρητος άγαθότης καϊ άνεικαστος φιλαν-
θρωπία' ώ θησαυρέ τώ>ν αγαθών καϊ δότηρ ελεους καϊ πλουτο-
δοτα τών είς σε πιστευόντων' εάν ουν εϊπη ο αγαπών σε 25
Εγγύς μου, κύριε, ισθί' αυτός προλαβών επ' αυτόν τυγχάνεις'
εάν ε’ίπη Ευχαριστώ σοι, επακουσόν μου τών ρημάτων προ του
αυτά λεχθηναι αυτός εφιστάσαι. καϊ περϊ μεν τών αϊτούντων
σε, κατα την αϊτησιν παρέχεις εκάστω' τους δε μη γινώσκοντάς
σε επιζητεί σου η άγαθότης, καϊ προς αμαρτωλούς τρεχεις' 30
ώ βλέμμα ιλαρόν, τών αμαρτωλών τας οδούς ελέους έμπιπλών'
ώ επισκοπή άγαθη καϊ τών αγνοουντων προτροπή' τίς άναγ-
γελεΐ τω κυρίω μου Παύλω την νυν γενομένην εις εμέ σωτηρίαν;
ϊνα αυτός έλθών έδωκεν υπέρ εμού ευχαριστηρίους φωνάς
έκείνω τω προστάτη τών αμαρτωλών' δεύτε, ϊδετε πολλοϊ καϊ 35
έπίγνωτε θεόν, αμαρτίας μέν μισούντα, αμαρτωλούς δέ έλε-
ούντα' δεύρο λοιπον, ώ τού θεού κήρυξ Παύλε, μετά σου γάρ
καϊ νύν καθίζομαι εν τη διδασκαλία, καϊ δος υπέρ εμού εύχαρισ-
67
νων. η δε άναστάσα άπο του εδάφους εϊπεν προς αυτόν' Διδά-
σκαλε, διατί με κατέλιπας έρημον; καν νυν τάχυνον του σφραγί-
σαι με, "να ει καϊ φθάση επ' εμέ θάνατος άπέλθω προς εκείνον
τον εύσπλαγχνον καϊ άνυπερηφανον.
XIV. Ευθέως ουν λαβομενος δ μεγας Παύλος της χειρός 5
αυτής, ήλθεν εν τη οικία Φίλοθέου, καϊ έβάπτισεν αυτήν εις
το ονομα του ττατρος καϊ του υιού καϊ του άγιου πνεύματος,
ειτα καϊ άρτου λαβών ευχαριστίας έδίδου αυτή λέγων' ’Έστω
σοι τούτο εις άφεσιν αμαρτιών καϊ εις άνακαινισμόν της ψυχής
σου. τότε λαβουσα η μακαρία Άανθίππη τδ θεϊον χάρισμα ίο
του άγιου βαπτίσματος, έπανήει επϊ την οικίαν αυτής χαίρουσα
καϊ δοξάζουσα τον θεόν, ό δε πυλωρός ϊδών αυτήν βιαίας
άπώδυρετο φωνάς, ινα ώς μη θέλοντας αυτοί) νομισθείη ή
ύπεζελευσις αυτής, εϊ γε νοήσει, ό Τίροβος' ό δε φωτίσας αυτήν
συν τω Παύλω κατέσχεν τον οικον άπαντα υπνω βαρεϊ συν 15
τω Πρό/3ω, καϊ ούδ' ολως ήσθοντο το3ν φωνών αυτού' αυτή
δε δρομαία παραγίνεται είς τον κοιτώνα αυτής, λέγουσα' Τί
εϊπω περί σου, έπιζητητά τών αμαρτωλών, δς τδ πλεΐστον
μεθ' ημών άναστρέφη εν ταΐς θλίψεσιν; ποιεί δε ταυτα ή
άγαθότης σου' οτι διά τον άνθρωπον δν επλασας εως θανάτου ?ο
κατήλθες' οσον γάρ σε εάν παροργίση άνθρωπος πολυπλασίως,
τά ελέη σου έκχεεΐς επ' αυτόν, δέσποτα, ώ βάθος οίκτιρμών και
πλούτος ελέους' ώ αμέτρητος άγαθότης καϊ άνεικαστος φιλαν-
θρωπία' ώ θησαυρέ τώ>ν αγαθών καϊ δότηρ ελεους καϊ πλουτο-
δοτα τών είς σε πιστευόντων' εάν ουν εϊπη ο αγαπών σε 25
Εγγύς μου, κύριε, ισθί' αυτός προλαβών επ' αυτόν τυγχάνεις'
εάν ε’ίπη Ευχαριστώ σοι, επακουσόν μου τών ρημάτων προ του
αυτά λεχθηναι αυτός εφιστάσαι. καϊ περϊ μεν τών αϊτούντων
σε, κατα την αϊτησιν παρέχεις εκάστω' τους δε μη γινώσκοντάς
σε επιζητεί σου η άγαθότης, καϊ προς αμαρτωλούς τρεχεις' 30
ώ βλέμμα ιλαρόν, τών αμαρτωλών τας οδούς ελέους έμπιπλών'
ώ επισκοπή άγαθη καϊ τών αγνοουντων προτροπή' τίς άναγ-
γελεΐ τω κυρίω μου Παύλω την νυν γενομένην εις εμέ σωτηρίαν;
ϊνα αυτός έλθών έδωκεν υπέρ εμού ευχαριστηρίους φωνάς
έκείνω τω προστάτη τών αμαρτωλών' δεύτε, ϊδετε πολλοϊ καϊ 35
έπίγνωτε θεόν, αμαρτίας μέν μισούντα, αμαρτωλούς δέ έλε-
ούντα' δεύρο λοιπον, ώ τού θεού κήρυξ Παύλε, μετά σου γάρ
καϊ νύν καθίζομαι εν τη διδασκαλία, καϊ δος υπέρ εμού εύχαρισ-