261
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΙ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΙ ΕΝ ΑΤΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΙΓΙΝΗ
262
ραν χρονικήν περίοδον (πρβ. ΒτϋοΙίηβΓ·, ΜϊΐΛ. 1894
σ. 118) εύρέθησαν πίθοι χρησιμεύσαντες ώς τά-
φοι.
ΆριΟ. 4 και 4 α. Άγγεΐον τρίωτον έλλιπές (σωζ.
ΰψ. 0,15). Ευρέθη εντός σπηλαιοειδοΰς τάφου έν
Ναυπλίω κατά τάς άνασκαφάς του 1892 (ίο. αρχ.
Δελτίον σ. 73 ). Έδαφος λεϊον, φαιόν διακόσμησις
μέλαινα, μετ' αποχρώσεων πρόςτό ξανθόν, στιλπνή.
Εικονίζεται έπι της κάλλιον σωζομένης πλευράς
αύτοΟ ζώον (κριός ή πρόβατον) και προ αύτοΰ έ-
τερον μικρόν (ολίγον μόνον ©αινόμενον) έπι της ετέ-
ρας δέ ίχνη όρ.οίων ζώων. Εικόνας έπι μυκηναίων
αγγείων παρεμφερείς ίο. δοΐιΐίβπιαηη, Τίι-γηΐΐιβ
ρΐ. XXI και ΡαΠ-ίοδοΙι. Μ. V. Πίν. ΧΙΛ αριθ.
424. Τό άξιον λόγου έν τω άγγείω τούτω εινε δτι
έπι των σωζομένων δύο λαβών αύτοΰ ύπάρχει έγκε-
χαραγμένον σημεϊον, άλφαβητικον στοιχεϊον ίσως,
όμοιάζον προς τό Η τοΰ ημετέρου άλφαβήτου, έ'χον
υψος 0,025. Τό άγγεΐον τοΰτο μετά δύο άλλων
έκ Μυκηνών (του ετέρου όντος λιθίνου σώζεται
μόνον τεμάχιον. Παρβ. Τσούντας, Μυκηναι σελ.
214) και τεσσάρων αμφορέων έκ του έν Μενιδίω
τάφου (παρατηρηθέντων τό πρώτον υπό Τσούντα)
και ενός λιθίνου (σκυφοειδοΰς) έκ Κυθήρων, είσι
τά μόνα, έφ' δσον ήμϊν γνωστόν, άτινα ευρέθησαν
έν Ελλάδι φέροντα εγχάρακτα γράμματα μεταξύ
τών τόσων πολυπληθών ευρημάτων τώναναγομένων
εις τους προϊστορικούς χρόνους. Ή σπάνις δέαύτη
προκαλεί δισταγμόν τινα προκειμένου νά βεβαιώση
τις δτι τά σημεία ταύτα είσιν ό'ντως γράμματα
και επομένως και τό δτι έν τη προϊστορική /ρο-
νικη περιόδω ή γραφή ήτο γνωστή, δπερ άλλως
τε και έξ άλλων λόγων φαίνεται ούχι άπίθανον.
Και Ό άγγλος άρχαιολόγος ΡΙίηοΙβΓδ ΡβΙπβ εύρεν,
ώς γνωστόν, έν Αίγύπτω (έν ΟιιγοΙ) καί Καίιαη)
πλείστα τεμάχια αγγείων και άλλων άντικειμένων
έφ' ων έγ^άρακτα ΰπάρχουσι παρεμφερή σημεία,
συγχρόνου τέχνης ομοιάζοντα προς γράμματα τοΟ
φοινικικού και Κυπριακού άλφαβήτου. Τί δμως
ταΰτα άκριβώς δηλοΰσιν εινε άγνωστον ετι' ας
έλπίσωμεν δμως δτι νέα ευρήματα θά διαφωτίσωσι
τά περί του ζητήματος τούτου, τοΰ τόσον σπου-
δαίου.
Πίν. 12. 'Εν τω πίνακι τούτω εΐκονίσθησαν
άντικείμενα προερχόμενα έκ τοΟ κτιστοΟ βόθρου
(ϊδ. άνωτ. σελ. 240) του ύπό τό έπίκροτον τοΰ
περιβόλου τοΰ ναοΰ άποκαλυφθέντος.Εισι δέ ταΰτα
δύο πινάκια (Τβΐίβι·) έλλιπή ολίγον και τεμάχια
άλλων ομοίων ώσαύτως δέ πήλινον άνάγλυφον
είκονίζον θεάν τινα.
Τό σχήμα τών πινακίων τούτων εινε σπανιώτα-
τον έν τη άρχαιότητι, σχεδόν ειπείν μοναδικόν,
ένθυμίζον εις ύπερβολήν τους σημερινούς έν /ρή-
σει «δίσκους». Συνεπληρώθησαν δέ τά έν τω πι-
νάκι ημών σκεύη ταΰτα διά λαβής κρικοειδούς,
ούχι αυθαιρέτως, ώς Οά ήδύνατό τις νά συμπεράνη
έκ της εικόνος αύτών, άλλ' ένεκεν έξοχης (ΰπαρ-
χούσης έπι τοΰ ετέρου τούτων) δηλούσης έναργώς
τήν υπαρξιν τοιαύτης λαβής, ήτις έχρησίμευεν εις
άνάρτησιν τοΰ σκεύους άπό ήλου τινός. Εχουσι δέ
μέγεθος τά σκεύη ταΰτα, τό μεν 0,27 Χ 0,19,
τό δέ 0,26x0,18. Εύρέθησαν δμως και άλλα
τεμάχια ομοίων, μη είκονισθέντα, άπερ δεικνύου-
σιν δτι άνήκον εις μικροτέρου μεγέθους τοιαΰτα
σκεύη, ιδίως εις στενότερα. Ή διακόσμησις τού-
των εινε γεωμετρική και δή λίαν παρεμφερής τη
τοΰ ρυθμοΰ τοΰ Διπύλου, καθόσον ού μόνον άπαντα
έν τούτοις ό μαίανδρος, ύπό τήν μάλλον άνεπτυγ-
μένην αύτοΰ μορφήν, ώς κύριον κόσμημα έπι τοΰ
ετέρου τούτων, ώς και έπι τών άλλων, τών μή
άπεικονισθέντων τεμαχίων, άλλά και πάντα τά
λοιπά κοσμήματα τών πινακίων τούτων, μέχρι και
της κατά στοϊχον παρατάξεως τών νήσσων, είλημ-
μένα είσιν έκ τοΰ ρυθμοΰ έκείνου. Εντελώς όμοιας
κατασκευής πινάκια (εις τεμάχια) εύρέθησαν και
έν Ήραίω τής Αργολικής κατά τήν ύπό της Αμε-
ρικανικής Σχολής γενομένην τελευταίως άνασκα-
φήν, δημοσιευθησόμενα προσεχώς. "Αλλοθεν τοι-
αΰτα σκεύη δεν έγένοντο γνωστά, τούλάχιστον δεν
περιήλθον εις γνώσιν ήμών καίπερ άναζητησάν-
των. Ή προς τον ρυθμάν τών τοΰ Διπύλου αγγείων
όμοιότης τής διακοσμήσεως τών πινακίων τούτων,
ώφειλε ν1 άναβιβάση τήν χρονολογίαν τών σκευών
τούτων εις έποχήν μή συμφωνούσαν πράς δσα άνω-
τέρω είπομεν περί τοΰ βόθρου και τοΰ συγχρόνου
αύτώ οικοδομήματος, έάν μή έναργώς έδείκνυον
τά λοιπά έν τω βόθρω γενόμενα ευρήματα , οίον
τό έν τω αύτώ πίνακι είκονιζόμενον άνάγλυφον και
τά ύπό τοΰ κ. Πάλατ δημοσιευθησόμενα τεμάχια
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΙ ΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΙ ΕΝ ΑΤΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΙΓΙΝΗ
262
ραν χρονικήν περίοδον (πρβ. ΒτϋοΙίηβΓ·, ΜϊΐΛ. 1894
σ. 118) εύρέθησαν πίθοι χρησιμεύσαντες ώς τά-
φοι.
ΆριΟ. 4 και 4 α. Άγγεΐον τρίωτον έλλιπές (σωζ.
ΰψ. 0,15). Ευρέθη εντός σπηλαιοειδοΰς τάφου έν
Ναυπλίω κατά τάς άνασκαφάς του 1892 (ίο. αρχ.
Δελτίον σ. 73 ). Έδαφος λεϊον, φαιόν διακόσμησις
μέλαινα, μετ' αποχρώσεων πρόςτό ξανθόν, στιλπνή.
Εικονίζεται έπι της κάλλιον σωζομένης πλευράς
αύτοΟ ζώον (κριός ή πρόβατον) και προ αύτοΰ έ-
τερον μικρόν (ολίγον μόνον ©αινόμενον) έπι της ετέ-
ρας δέ ίχνη όρ.οίων ζώων. Εικόνας έπι μυκηναίων
αγγείων παρεμφερείς ίο. δοΐιΐίβπιαηη, Τίι-γηΐΐιβ
ρΐ. XXI και ΡαΠ-ίοδοΙι. Μ. V. Πίν. ΧΙΛ αριθ.
424. Τό άξιον λόγου έν τω άγγείω τούτω εινε δτι
έπι των σωζομένων δύο λαβών αύτοΰ ύπάρχει έγκε-
χαραγμένον σημεϊον, άλφαβητικον στοιχεϊον ίσως,
όμοιάζον προς τό Η τοΰ ημετέρου άλφαβήτου, έ'χον
υψος 0,025. Τό άγγεΐον τοΰτο μετά δύο άλλων
έκ Μυκηνών (του ετέρου όντος λιθίνου σώζεται
μόνον τεμάχιον. Παρβ. Τσούντας, Μυκηναι σελ.
214) και τεσσάρων αμφορέων έκ του έν Μενιδίω
τάφου (παρατηρηθέντων τό πρώτον υπό Τσούντα)
και ενός λιθίνου (σκυφοειδοΰς) έκ Κυθήρων, είσι
τά μόνα, έφ' δσον ήμϊν γνωστόν, άτινα ευρέθησαν
έν Ελλάδι φέροντα εγχάρακτα γράμματα μεταξύ
τών τόσων πολυπληθών ευρημάτων τώναναγομένων
εις τους προϊστορικούς χρόνους. Ή σπάνις δέαύτη
προκαλεί δισταγμόν τινα προκειμένου νά βεβαιώση
τις δτι τά σημεία ταύτα είσιν ό'ντως γράμματα
και επομένως και τό δτι έν τη προϊστορική /ρο-
νικη περιόδω ή γραφή ήτο γνωστή, δπερ άλλως
τε και έξ άλλων λόγων φαίνεται ούχι άπίθανον.
Και Ό άγγλος άρχαιολόγος ΡΙίηοΙβΓδ ΡβΙπβ εύρεν,
ώς γνωστόν, έν Αίγύπτω (έν ΟιιγοΙ) καί Καίιαη)
πλείστα τεμάχια αγγείων και άλλων άντικειμένων
έφ' ων έγ^άρακτα ΰπάρχουσι παρεμφερή σημεία,
συγχρόνου τέχνης ομοιάζοντα προς γράμματα τοΟ
φοινικικού και Κυπριακού άλφαβήτου. Τί δμως
ταΰτα άκριβώς δηλοΰσιν εινε άγνωστον ετι' ας
έλπίσωμεν δμως δτι νέα ευρήματα θά διαφωτίσωσι
τά περί του ζητήματος τούτου, τοΰ τόσον σπου-
δαίου.
Πίν. 12. 'Εν τω πίνακι τούτω εΐκονίσθησαν
άντικείμενα προερχόμενα έκ τοΟ κτιστοΟ βόθρου
(ϊδ. άνωτ. σελ. 240) του ύπό τό έπίκροτον τοΰ
περιβόλου τοΰ ναοΰ άποκαλυφθέντος.Εισι δέ ταΰτα
δύο πινάκια (Τβΐίβι·) έλλιπή ολίγον και τεμάχια
άλλων ομοίων ώσαύτως δέ πήλινον άνάγλυφον
είκονίζον θεάν τινα.
Τό σχήμα τών πινακίων τούτων εινε σπανιώτα-
τον έν τη άρχαιότητι, σχεδόν ειπείν μοναδικόν,
ένθυμίζον εις ύπερβολήν τους σημερινούς έν /ρή-
σει «δίσκους». Συνεπληρώθησαν δέ τά έν τω πι-
νάκι ημών σκεύη ταΰτα διά λαβής κρικοειδούς,
ούχι αυθαιρέτως, ώς Οά ήδύνατό τις νά συμπεράνη
έκ της εικόνος αύτών, άλλ' ένεκεν έξοχης (ΰπαρ-
χούσης έπι τοΰ ετέρου τούτων) δηλούσης έναργώς
τήν υπαρξιν τοιαύτης λαβής, ήτις έχρησίμευεν εις
άνάρτησιν τοΰ σκεύους άπό ήλου τινός. Εχουσι δέ
μέγεθος τά σκεύη ταΰτα, τό μεν 0,27 Χ 0,19,
τό δέ 0,26x0,18. Εύρέθησαν δμως και άλλα
τεμάχια ομοίων, μη είκονισθέντα, άπερ δεικνύου-
σιν δτι άνήκον εις μικροτέρου μεγέθους τοιαΰτα
σκεύη, ιδίως εις στενότερα. Ή διακόσμησις τού-
των εινε γεωμετρική και δή λίαν παρεμφερής τη
τοΰ ρυθμοΰ τοΰ Διπύλου, καθόσον ού μόνον άπαντα
έν τούτοις ό μαίανδρος, ύπό τήν μάλλον άνεπτυγ-
μένην αύτοΰ μορφήν, ώς κύριον κόσμημα έπι τοΰ
ετέρου τούτων, ώς και έπι τών άλλων, τών μή
άπεικονισθέντων τεμαχίων, άλλά και πάντα τά
λοιπά κοσμήματα τών πινακίων τούτων, μέχρι και
της κατά στοϊχον παρατάξεως τών νήσσων, είλημ-
μένα είσιν έκ τοΰ ρυθμοΰ έκείνου. Εντελώς όμοιας
κατασκευής πινάκια (εις τεμάχια) εύρέθησαν και
έν Ήραίω τής Αργολικής κατά τήν ύπό της Αμε-
ρικανικής Σχολής γενομένην τελευταίως άνασκα-
φήν, δημοσιευθησόμενα προσεχώς. "Αλλοθεν τοι-
αΰτα σκεύη δεν έγένοντο γνωστά, τούλάχιστον δεν
περιήλθον εις γνώσιν ήμών καίπερ άναζητησάν-
των. Ή προς τον ρυθμάν τών τοΰ Διπύλου αγγείων
όμοιότης τής διακοσμήσεως τών πινακίων τούτων,
ώφειλε ν1 άναβιβάση τήν χρονολογίαν τών σκευών
τούτων εις έποχήν μή συμφωνούσαν πράς δσα άνω-
τέρω είπομεν περί τοΰ βόθρου και τοΰ συγχρόνου
αύτώ οικοδομήματος, έάν μή έναργώς έδείκνυον
τά λοιπά έν τω βόθρω γενόμενα ευρήματα , οίον
τό έν τω αύτώ πίνακι είκονιζόμενον άνάγλυφον και
τά ύπό τοΰ κ. Πάλατ δημοσιευθησόμενα τεμάχια