35
ΑΓΓΕΙΑ ΕΡΕΤΡΙΑ!"
36
ύπάρχει λευκή περιφερική γραμμή, λευκαΐ δε κά-
θετοι γραμμαΐ κοσμοΟσι κύκλω και τον πόδα.
Πηλός και χρώμα τοΰ γανώματος δπως παρά
τω προηγουμένω.
Άρ. 8 είκ. 15.
Σώζεται μόνον το ήμισυ περίπου.
Το σχήμα του άμυορέως τούτου διαφέρει άπό
των λοιπών, καθότι δεν έχει οΰτος λαιμόν ΰπό τό
χαμηλόν αύτοΰ '/εϊλος ύπάρχει μικρά αύλαξ. Ή
διακόσμησις αποτελείται εκ στοιχείων ομοίων προς
τούς λοιπούς αμφορείς και έκ πολλών ταινιών έρυ-
θροΟ χρώματος τεθειμένου επί του μέλανος γανώ-
ματος ή έπΐ του πηλού.
Άρ. 9 είκ. 16.
Μοναδικός εινε δ άμφορεύς ούτος ένεκα τοΰ εί-
δους της διακοσμήσεως αύτοΰ, ήτις δυστυχώς είνε
έλλιπεστάτη (είκ. 17 και 18ι).
Ό λαιμός διαφέρει ολίγον από τών λοιπών και
δέν ΐ-/ιι τήν ΰπό τά χείλος αύλακα. Άντι τών
συνήθων κυματοειδών γραμμών καλύπτεται δ λαι-
μός Οπό σχημάτων σκυταλοειδών ομοίων πρός τά
έπΐ της κοιλίας τών άμφορέων 2 και 6, άτινα άρ-
χονται έναλλάξ άπό τοΰ κάτω άκρου του λαιμοΟ
ή άπό τοΰ χείλους.
Μεταξύ τών δύο λαβών υπάρχει και ένταΰθα
έφ' έκατέρας πλευράς μετόπη ό'πως και επί τών
λοιπών άμφορέων, άλλ' ή διακόσμησις εινε φύσεως
διαφόρου.
Έπΐ της μιας πλευράς (είκ. 17) υπάρχει εν τφ
μέσω μέγας τρίπους, οΰ οί σωζόμενοι δύο πόδες
εινε κιγκλιδωτοί' δ μέγας αύτοΰ λέβης είνε ήμι-
σφαιρικός και έχει άνοίγματα (;) περί τό χείλος,
τών δ' ώτων σώζεται μόνον έν κυκλικόν. Μεταξύ
τών ποδών τοΰ τρίποδος εινε γεγραμμένον γεωμε-
τρικόν πτηνόν εχον έπΐ τοΰ νώτου καμπύλως ύψω-
μένην τήν πτέρυγα ομοίως πρός τά έπΐ τών Βοιω-
τικών ειδωλίων Μοηαπι. ΡίοΙ I, 23 είκ. 2.
Δύο μακραΐ άκτϊνες έκ τών άνω πρός τά κάτω
και μεταξύ τούτων δύο μικρότεραι, κόσμημα πρός
δ δμοιον ούδαμοΰ άλλαχοΰ άπαντα εν τη αύτη θέ-
σει , και μετ' αύτάς κάθετοι γραμμαΐ φαίνεται δτι
άπέκλειον εκατέρωθεν τήν παράστασιν τοΰ τρίπο-
δος, δστις εινε ένταΰθα δπως και έπ' ένίων άλλων
γεωμετρικών παραστάσεων αύτοτελές κόσμημα της
* Πρβλ. τελευταϊον .1. Η. 81.1899, 163 Αρρβηάίχ II.
μετόπης '. Έπΐ της ετέρας πλευράς είκ. 18 υπάρ-
χει έν τή αύτη θέσει ίππος έ'χων μεταξύ τών σκε-
λών του άστέρα και άνωθεν άκτινωτά τρίγωνα με-
ταξύ σχημάτων δμοίων πρός τά περιέχοντα τον
τρίποδα έπΐ της ετέρας πλευράς.
Ο πηλός τοΰ άγγείου είνε ωχρός και δμοιάζει
λίαν πρός τον Διπυλικόν, φαίνεται δ' δτι ή έπιφά-
νεια τοΰ άμφορέως δέν εϊ/ε το σύνηθες χρίσμα.
Είνε δ δ άμφορεύς ούτος λεπτότατος έ'χων κατά
τήν κοιλίαν πάχος μόλις 0,002.
Μορφή και τρόπος διακοσμήσεως συνδέουσι τούς
μέχρι τοΰδε έξετασθέντας αμφορείς τοσούτον στε-
νώς, ώστε λαμβανομένου ΰπ όψει και του δτι έν
ένί τόπω εύρέθησαν, όφείλομεν νά δεχθώμεν, δτι
πάντες έν μια και τή αύτη πόλει έπλάσθησαν ύπό
ενός εργαστηρίου ή πολλών εργαστηρίων εχόντων
τάς αύτάς άρχάς.
Ή άνασκαφή ημών δέν παρέσχε τεκμήρια ώρι-
σμένα περί τών χρόνων της κατασκευής τών
άμφορέων ημών. Εΰρίσκοντο ούτοι μεταξύ ή κα-
τωτέρω τών τάφων μετά μελανόμορφων ληκυ-
θίων, δπως και οί έν άρχγ) έςετασθέντες τάφοι
μετά γεωμετρικών αγγείων τοΰ Διπύλου, ώστε έκ
της θέσεως αύτών ουδέν ήτο δυνατόν νά έξαχθή
συμπέρασμα κτερίσματα ο ουοεις ες αυτών ει-
χεν, έξ ων θά ήτο ίσως δυνατός δ άκριβέστερος
δρισμος της χρονολογίας αύτών.
Μόνον έκ της καθαρώς γεωμετρικής διακοσμή-
σεως αύτών, έξ ής παντελώς έλλείπουσι τά χα-
ρακτηρίζοντα τούς μετά τά γεωμετρικά άγγεϊα με-
ταβατικούς ρυθμούς, φυτικά κοσμήματα, δυνά-
μεθα νά κατατάξωμεν τούτους εις τούς κυρίως γε-
ωμετρικούς χρόνους.Είνε άληθές, δτι τεχνικαΐ τίνες
ιδιότητες, ώς έπΐ παραδείγματι ή άφθονος χρήσις
τοΰ λευκοΰ και έρυθροΰ χρώματος έπί τίνων έκ
τών άμφορέων ημών, έν ούδενΐ τών καθαρών γεω-
μετρικών ρυθμών της στέρεας Ελλάδος υπάρχει,
άλλ' ή ίδιότης αύτη ίσως οφείλεται εις πρωϊμοτέ-
ραν και ισ'/υροτίραν έπίδρασιν έπΐ τών αγγείων
ήμών τής άβεβαίας μέχρι τοΰδε τήν καταγωγήν
τέχνης, έξ ής άργότερον παρέλαβον τάς ιδιότητας
ταύτας και τά λοιπά Ελληνικά κεραμευτικά έρ-
γαστήρια, και δέν πρέπει χάριν τούτου και μόνον
νά καταβιβάσωμεν τούς χρόνους.τής κατασκευής
< Μοηαπιβηΐϊ IX, XXXIX, 2.
ΑΓΓΕΙΑ ΕΡΕΤΡΙΑ!"
36
ύπάρχει λευκή περιφερική γραμμή, λευκαΐ δε κά-
θετοι γραμμαΐ κοσμοΟσι κύκλω και τον πόδα.
Πηλός και χρώμα τοΰ γανώματος δπως παρά
τω προηγουμένω.
Άρ. 8 είκ. 15.
Σώζεται μόνον το ήμισυ περίπου.
Το σχήμα του άμυορέως τούτου διαφέρει άπό
των λοιπών, καθότι δεν έχει οΰτος λαιμόν ΰπό τό
χαμηλόν αύτοΰ '/εϊλος ύπάρχει μικρά αύλαξ. Ή
διακόσμησις αποτελείται εκ στοιχείων ομοίων προς
τούς λοιπούς αμφορείς και έκ πολλών ταινιών έρυ-
θροΟ χρώματος τεθειμένου επί του μέλανος γανώ-
ματος ή έπΐ του πηλού.
Άρ. 9 είκ. 16.
Μοναδικός εινε δ άμφορεύς ούτος ένεκα τοΰ εί-
δους της διακοσμήσεως αύτοΰ, ήτις δυστυχώς είνε
έλλιπεστάτη (είκ. 17 και 18ι).
Ό λαιμός διαφέρει ολίγον από τών λοιπών και
δέν ΐ-/ιι τήν ΰπό τά χείλος αύλακα. Άντι τών
συνήθων κυματοειδών γραμμών καλύπτεται δ λαι-
μός Οπό σχημάτων σκυταλοειδών ομοίων πρός τά
έπΐ της κοιλίας τών άμφορέων 2 και 6, άτινα άρ-
χονται έναλλάξ άπό τοΰ κάτω άκρου του λαιμοΟ
ή άπό τοΰ χείλους.
Μεταξύ τών δύο λαβών υπάρχει και ένταΰθα
έφ' έκατέρας πλευράς μετόπη ό'πως και επί τών
λοιπών άμφορέων, άλλ' ή διακόσμησις εινε φύσεως
διαφόρου.
Έπΐ της μιας πλευράς (είκ. 17) υπάρχει εν τφ
μέσω μέγας τρίπους, οΰ οί σωζόμενοι δύο πόδες
εινε κιγκλιδωτοί' δ μέγας αύτοΰ λέβης είνε ήμι-
σφαιρικός και έχει άνοίγματα (;) περί τό χείλος,
τών δ' ώτων σώζεται μόνον έν κυκλικόν. Μεταξύ
τών ποδών τοΰ τρίποδος εινε γεγραμμένον γεωμε-
τρικόν πτηνόν εχον έπΐ τοΰ νώτου καμπύλως ύψω-
μένην τήν πτέρυγα ομοίως πρός τά έπΐ τών Βοιω-
τικών ειδωλίων Μοηαπι. ΡίοΙ I, 23 είκ. 2.
Δύο μακραΐ άκτϊνες έκ τών άνω πρός τά κάτω
και μεταξύ τούτων δύο μικρότεραι, κόσμημα πρός
δ δμοιον ούδαμοΰ άλλαχοΰ άπαντα εν τη αύτη θέ-
σει , και μετ' αύτάς κάθετοι γραμμαΐ φαίνεται δτι
άπέκλειον εκατέρωθεν τήν παράστασιν τοΰ τρίπο-
δος, δστις εινε ένταΰθα δπως και έπ' ένίων άλλων
γεωμετρικών παραστάσεων αύτοτελές κόσμημα της
* Πρβλ. τελευταϊον .1. Η. 81.1899, 163 Αρρβηάίχ II.
μετόπης '. Έπΐ της ετέρας πλευράς είκ. 18 υπάρ-
χει έν τή αύτη θέσει ίππος έ'χων μεταξύ τών σκε-
λών του άστέρα και άνωθεν άκτινωτά τρίγωνα με-
ταξύ σχημάτων δμοίων πρός τά περιέχοντα τον
τρίποδα έπΐ της ετέρας πλευράς.
Ο πηλός τοΰ άγγείου είνε ωχρός και δμοιάζει
λίαν πρός τον Διπυλικόν, φαίνεται δ' δτι ή έπιφά-
νεια τοΰ άμφορέως δέν εϊ/ε το σύνηθες χρίσμα.
Είνε δ δ άμφορεύς ούτος λεπτότατος έ'χων κατά
τήν κοιλίαν πάχος μόλις 0,002.
Μορφή και τρόπος διακοσμήσεως συνδέουσι τούς
μέχρι τοΰδε έξετασθέντας αμφορείς τοσούτον στε-
νώς, ώστε λαμβανομένου ΰπ όψει και του δτι έν
ένί τόπω εύρέθησαν, όφείλομεν νά δεχθώμεν, δτι
πάντες έν μια και τή αύτη πόλει έπλάσθησαν ύπό
ενός εργαστηρίου ή πολλών εργαστηρίων εχόντων
τάς αύτάς άρχάς.
Ή άνασκαφή ημών δέν παρέσχε τεκμήρια ώρι-
σμένα περί τών χρόνων της κατασκευής τών
άμφορέων ημών. Εΰρίσκοντο ούτοι μεταξύ ή κα-
τωτέρω τών τάφων μετά μελανόμορφων ληκυ-
θίων, δπως και οί έν άρχγ) έςετασθέντες τάφοι
μετά γεωμετρικών αγγείων τοΰ Διπύλου, ώστε έκ
της θέσεως αύτών ουδέν ήτο δυνατόν νά έξαχθή
συμπέρασμα κτερίσματα ο ουοεις ες αυτών ει-
χεν, έξ ων θά ήτο ίσως δυνατός δ άκριβέστερος
δρισμος της χρονολογίας αύτών.
Μόνον έκ της καθαρώς γεωμετρικής διακοσμή-
σεως αύτών, έξ ής παντελώς έλλείπουσι τά χα-
ρακτηρίζοντα τούς μετά τά γεωμετρικά άγγεϊα με-
ταβατικούς ρυθμούς, φυτικά κοσμήματα, δυνά-
μεθα νά κατατάξωμεν τούτους εις τούς κυρίως γε-
ωμετρικούς χρόνους.Είνε άληθές, δτι τεχνικαΐ τίνες
ιδιότητες, ώς έπΐ παραδείγματι ή άφθονος χρήσις
τοΰ λευκοΰ και έρυθροΰ χρώματος έπί τίνων έκ
τών άμφορέων ημών, έν ούδενΐ τών καθαρών γεω-
μετρικών ρυθμών της στέρεας Ελλάδος υπάρχει,
άλλ' ή ίδιότης αύτη ίσως οφείλεται εις πρωϊμοτέ-
ραν και ισ'/υροτίραν έπίδρασιν έπΐ τών αγγείων
ήμών τής άβεβαίας μέχρι τοΰδε τήν καταγωγήν
τέχνης, έξ ής άργότερον παρέλαβον τάς ιδιότητας
ταύτας και τά λοιπά Ελληνικά κεραμευτικά έρ-
γαστήρια, και δέν πρέπει χάριν τούτου και μόνον
νά καταβιβάσωμεν τούς χρόνους.τής κατασκευής
< Μοηαπιβηΐϊ IX, XXXIX, 2.