205
ΑΓΑΛΜΑ ΛΙΘ1ΝΟΝ
ΕΞ ΑΝΤΙΚΥΘΗΡΩΝ
206
Όλυμπίας, και ποιήσαντος τόν μέγιστον των θεών
καθήμενον ούχί έπί της άκροτάτης κορυφής του
πολυδειράδος "Ολύμπου, ενθα εύρεν αύτον καθήμε-
νον αόνον ή θέτις [Ίλ. Α στ. 498-499), άλλ'έπί
θρόνου έκ χρυσοΰ και έλέφαντος, κοσμήματα αρ-
μόζοντα μεν ίσως τω βασιλεϊ των Περσών ή άλ-
λων λαών της Ασίας, πάντη όμως περιττά τφ
νεφεληγερέτη θεώ. Άλλως τε δε ούχί την περι-
βάλλουσαν το έργον τοΟ κλεινού άνδριαντοποιοΰ
πολυτέλειαν έθαύμαζον οί τότε, άλλα τό άπέριτ-
τον μεγαλεϊον του πρωτοτύπου, ήτοι του έν τη
Ίλιάδι Διός, τοΰ κατανεύοντος τη θεία αύτοΟ κε-
φαλή προς έπικύρωσιν της δοθείσης τη θέτιδι ΰπο-
σ/έσεως του τιμήσαι τον υίον αυτής Αχιλλέα.
Ή και κυανί'ησιν ϊπ' οφρύσι νεϋσι Κρονίων
άαβρόσίαι δ' άρα ^αΐται έπερρώσαντο άρκτος
κράτος άπ' άθανάτοιο" ίΛε'γαν δ' έλίλιζιν "Ολυμπον.
Ίλ. Α. 528-530.
Ό άνδριαντοποιός ούτος ό και λάτρης τών'Ομη-
ρικών εικόνων, την μεν Άσιατικήν έθνικότητα
τοΰ Λυκάονος παρέστησε διά τοΟ στρογγυλού σχή-
ματος της κεφαλής και τών χαρακτήρων τοΰ προ-
σώπου του, τό δέ έν τω Σκαμάνδρω πάθημά του,
τον έκ τούτου κάματον, και τον ένο/λοΰντα αύ-
τον ιδρώτα διά της έλαφράς πιέσεως της κομψές
και όμοιας τη του έν Όλυμπία ΠραΗιτελείου Έρ-
μου κόμης, και τών διά σμίλης λεπτών έπί τοΰ
προσώπου χαραγμάτων, έπίνοιαι γλυπτικής, παρι-
στώσαι ετι και νΰν άπό τίνος αποστάσεως τόν
νεανίαν ώς άνδρα έξελθόντα άπό τεθολωμένου ύδα-
τος, (ώς ήν τότε τό του Σκαμάνδρου ύδωρ, διά
της εις αύτον εισβολής πολλών άρμάτων και
Τρώων οπλιτών), ένοχλούμενον υπό ίδρώτος και
ένεκα τούτου άπογυμνωθέντα τής βαρείας πανο-
πλίας, και ούτω γυμνον συναντηθέντα τω Ά^ιλ-
λεϊ εντρομον έκ τοΟ φόβου και όλοφυρόμενον άπέ-
ναντι τοΰ Οπερμέτρως κατά τών υιών του Πριά-
μου ώργισμένου Πηλείδου. Την δέ βασιλικήν αυ-
τού καταγωγήν και θηλυπρεπή άνατροφήν άπο-
δεικνύει τό άπαλον και άβροδίαιτον σώμά του,
θαυμασίως διατηρηθέν, σώμα μηδέποτε ίδόν Γυ-
μνάσιον ή Παλαίστραν, ώς μη έ'χον ούδέν ση-
μεϊον άσκήσεως ή σκληραγωγίας, άλλ' εις εύω-
χίας μετά φίλων άναστρεφόμενον, προπάντων δέ
οί γυναικός βρα/ίονες αύτοΟ και αί έκτάκτως μι-
κραί, λεπτοφυεϊς άριστοκρατικαί χεϊρές του, προ-
ωρισμέναι μόνον εις θωπείας και μειλίχιους προς
την ξανθήν Άφροδίτην και τάς Χάριτας άθλους.
Τον δέ φόνον τοΰ Λυκάονος και την έκσφενδό-
νισιν τοΰ νεκροΟ του εις τόν Σκάμανδρον τόν μέλ-
λοντα φέρειν αύτον εις τόν Έλλήσποντον βοράν
τών ιχθύων Ίλ. Φ. στ. 114-127, ού περιέλα-
βεν ό άνδριαντοποιος έν τη εϊκόνι αύτοΰ, νομίσας
ίσως τάς κακάς και άεικεϊς ταύτας πράξεις 1 ώς
αποτελούσας άλλην εικόνα, ή μάλλον μη έπιτρε-
πομένας εις κοινήν θέαν, ώς άποτροπαίας. Ούτω
και οί τραγικοί ποιηταΐ άπεμάκρυναν παρόμοια
θεάματα άπό τής σκηνής και μόνον δι' άγγέλων
έγνώριζον τοις θεαταϊς.
Ελπίζω δτι ή μελετωμένη έπανάληψις τών έν
τω βυθώ τής τών Αντικυθήρων θαλάσσης ερευ-
νών, διά τελειότερων άνελκυστικών μη/ανημά-
των , άνευρήσει και άνελκύσει τό έκεϊ πιθανώς
κείμενον τοΟ Άχιλλέως άγαλμα προς συμπλή-
ρωσιν και προς άσφαλέστερον όρισμόν τής σχο-
λής και τής έποχής τοΟ θαυμάσιου τούτου συμ-
πλέγματος, άλλα και άνευ αύτοΟ τό εύρημα έστί
πολύτιμον ώς το μόνον βέβαιον και πιστάν άπομί-
μημα "Ομηρικής εικόνος.
Ή θέσις ήν κατεϊχεν ό μη ετι εύρεθείς Άχιλ-
λεύς, άπέναντι τοΟ Λυκάονος, άφ' έαυτής ορίζεται
εκ τε τής ικετευτικής στάσεως του σώματος τοΰ
Λυκάονος, και τής διευθύνσεως'τής κεφαλής αύτοΰ
και τών ομμάτων, όρώντων τον ώραϊον και μέγαν
είδην, ώς άποκαλεϊ αύτος εαυτόν2.
Αθήναι 5 Ιανουαρίου 1904.
Γ. ΝίΚΟΛΑΪΔΗΣ ΚΡΗΣ
1 Όρα Ίλιάδ. Χ. στ. 395 και ψ στ. 175, ενθα ό Ποιητής κατα-
κρίνει παρόμοιας πράξεις.
- Ίλ. Φ. στ. 108. Ούχ όράας, οίος καγώ κάλος τί μέγας τε;
Πηλ
ΑΓΑΛΜΑ ΛΙΘ1ΝΟΝ
ΕΞ ΑΝΤΙΚΥΘΗΡΩΝ
206
Όλυμπίας, και ποιήσαντος τόν μέγιστον των θεών
καθήμενον ούχί έπί της άκροτάτης κορυφής του
πολυδειράδος "Ολύμπου, ενθα εύρεν αύτον καθήμε-
νον αόνον ή θέτις [Ίλ. Α στ. 498-499), άλλ'έπί
θρόνου έκ χρυσοΰ και έλέφαντος, κοσμήματα αρ-
μόζοντα μεν ίσως τω βασιλεϊ των Περσών ή άλ-
λων λαών της Ασίας, πάντη όμως περιττά τφ
νεφεληγερέτη θεώ. Άλλως τε δε ούχί την περι-
βάλλουσαν το έργον τοΟ κλεινού άνδριαντοποιοΰ
πολυτέλειαν έθαύμαζον οί τότε, άλλα τό άπέριτ-
τον μεγαλεϊον του πρωτοτύπου, ήτοι του έν τη
Ίλιάδι Διός, τοΰ κατανεύοντος τη θεία αύτοΟ κε-
φαλή προς έπικύρωσιν της δοθείσης τη θέτιδι ΰπο-
σ/έσεως του τιμήσαι τον υίον αυτής Αχιλλέα.
Ή και κυανί'ησιν ϊπ' οφρύσι νεϋσι Κρονίων
άαβρόσίαι δ' άρα ^αΐται έπερρώσαντο άρκτος
κράτος άπ' άθανάτοιο" ίΛε'γαν δ' έλίλιζιν "Ολυμπον.
Ίλ. Α. 528-530.
Ό άνδριαντοποιός ούτος ό και λάτρης τών'Ομη-
ρικών εικόνων, την μεν Άσιατικήν έθνικότητα
τοΰ Λυκάονος παρέστησε διά τοΟ στρογγυλού σχή-
ματος της κεφαλής και τών χαρακτήρων τοΰ προ-
σώπου του, τό δέ έν τω Σκαμάνδρω πάθημά του,
τον έκ τούτου κάματον, και τον ένο/λοΰντα αύ-
τον ιδρώτα διά της έλαφράς πιέσεως της κομψές
και όμοιας τη του έν Όλυμπία ΠραΗιτελείου Έρ-
μου κόμης, και τών διά σμίλης λεπτών έπί τοΰ
προσώπου χαραγμάτων, έπίνοιαι γλυπτικής, παρι-
στώσαι ετι και νΰν άπό τίνος αποστάσεως τόν
νεανίαν ώς άνδρα έξελθόντα άπό τεθολωμένου ύδα-
τος, (ώς ήν τότε τό του Σκαμάνδρου ύδωρ, διά
της εις αύτον εισβολής πολλών άρμάτων και
Τρώων οπλιτών), ένοχλούμενον υπό ίδρώτος και
ένεκα τούτου άπογυμνωθέντα τής βαρείας πανο-
πλίας, και ούτω γυμνον συναντηθέντα τω Ά^ιλ-
λεϊ εντρομον έκ τοΟ φόβου και όλοφυρόμενον άπέ-
ναντι τοΰ Οπερμέτρως κατά τών υιών του Πριά-
μου ώργισμένου Πηλείδου. Την δέ βασιλικήν αυ-
τού καταγωγήν και θηλυπρεπή άνατροφήν άπο-
δεικνύει τό άπαλον και άβροδίαιτον σώμά του,
θαυμασίως διατηρηθέν, σώμα μηδέποτε ίδόν Γυ-
μνάσιον ή Παλαίστραν, ώς μη έ'χον ούδέν ση-
μεϊον άσκήσεως ή σκληραγωγίας, άλλ' εις εύω-
χίας μετά φίλων άναστρεφόμενον, προπάντων δέ
οί γυναικός βρα/ίονες αύτοΟ και αί έκτάκτως μι-
κραί, λεπτοφυεϊς άριστοκρατικαί χεϊρές του, προ-
ωρισμέναι μόνον εις θωπείας και μειλίχιους προς
την ξανθήν Άφροδίτην και τάς Χάριτας άθλους.
Τον δέ φόνον τοΰ Λυκάονος και την έκσφενδό-
νισιν τοΰ νεκροΟ του εις τόν Σκάμανδρον τόν μέλ-
λοντα φέρειν αύτον εις τόν Έλλήσποντον βοράν
τών ιχθύων Ίλ. Φ. στ. 114-127, ού περιέλα-
βεν ό άνδριαντοποιος έν τη εϊκόνι αύτοΰ, νομίσας
ίσως τάς κακάς και άεικεϊς ταύτας πράξεις 1 ώς
αποτελούσας άλλην εικόνα, ή μάλλον μη έπιτρε-
πομένας εις κοινήν θέαν, ώς άποτροπαίας. Ούτω
και οί τραγικοί ποιηταΐ άπεμάκρυναν παρόμοια
θεάματα άπό τής σκηνής και μόνον δι' άγγέλων
έγνώριζον τοις θεαταϊς.
Ελπίζω δτι ή μελετωμένη έπανάληψις τών έν
τω βυθώ τής τών Αντικυθήρων θαλάσσης ερευ-
νών, διά τελειότερων άνελκυστικών μη/ανημά-
των , άνευρήσει και άνελκύσει τό έκεϊ πιθανώς
κείμενον τοΟ Άχιλλέως άγαλμα προς συμπλή-
ρωσιν και προς άσφαλέστερον όρισμόν τής σχο-
λής και τής έποχής τοΟ θαυμάσιου τούτου συμ-
πλέγματος, άλλα και άνευ αύτοΟ τό εύρημα έστί
πολύτιμον ώς το μόνον βέβαιον και πιστάν άπομί-
μημα "Ομηρικής εικόνος.
Ή θέσις ήν κατεϊχεν ό μη ετι εύρεθείς Άχιλ-
λεύς, άπέναντι τοΟ Λυκάονος, άφ' έαυτής ορίζεται
εκ τε τής ικετευτικής στάσεως του σώματος τοΰ
Λυκάονος, και τής διευθύνσεως'τής κεφαλής αύτοΰ
και τών ομμάτων, όρώντων τον ώραϊον και μέγαν
είδην, ώς άποκαλεϊ αύτος εαυτόν2.
Αθήναι 5 Ιανουαρίου 1904.
Γ. ΝίΚΟΛΑΪΔΗΣ ΚΡΗΣ
1 Όρα Ίλιάδ. Χ. στ. 395 και ψ στ. 175, ενθα ό Ποιητής κατα-
κρίνει παρόμοιας πράξεις.
- Ίλ. Φ. στ. 108. Ούχ όράας, οίος καγώ κάλος τί μέγας τε;
Πηλ