Universitätsbibliothek HeidelbergUniversitätsbibliothek Heidelberg
Metadaten

Kabbadias, Panagiōtēs; Kawerau, Georg
Die Ausgrabung der Akropolis vom Jahre 1885 bis zum Jahre 1890: Ekdidotai hypo tes en Athenais Archaiologikes Hetaireias — Athen, 1906

DOI Seite / Zitierlink: 
https://doi.org/10.11588/diglit.12441#0005
Überblick
loading ...
Faksimile
0.5
1 cm
facsimile
Vollansicht
OCR-Volltext
1

2

Η ΑΝΑΣΚΑΦΗ

ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΕΚΒΕΣΙΣ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΑΝΑΣΚΑΦΩΝ

ύπο ΙΊ. ΚΑΒΒΑΔΙΑ

I

ΕΡΓΑΣΙΑΙ ΚΑΙ ΑΝΑΣΚΑΦΑ1
ΑΠΟ 1833 ΜΕΧΡΙ 1884

Αί έν Άκροπόλει άρχαιολο,γικαί έργασίαι ηρξαντο άφ' ότου,
έλευθερωθείσης τής Ελλάδος, άπεδόθη αυττ, τοίς Έλλησι, κενωθείσα
20/1 Απριλίου 18Ρ>3 υπό των κατεχόντων αυτήν Τούρκων στρα-
τιωτών και κ'αταληφθεΐσα εν ονόματι του βασιλέως "Οθωνος ύπο Βαυα-
ρικού στρατού. Ό Κ. Σ. Πιττάκης, φιλάρχαιος Αθηναίος, δστις τον Ίούλιον
τοΰ 18315 διωρίσθη συνεργάτης κατά τήν Στερεάν Ελλάδα του τότε
γενικού εφόρου των αρχαιοτήτων γερμανού έκ "Ρώμης άρχιτέκτονος
Βάϊσσενβορν, ήρξατο συλλέγων πανταχόθεν, έκ τε της Ακροπόλεως και
έκ της πόλεως, γλυπτά καί έπιγραφάς και καταθέτων τα μεν έκ της
Ακροπόλεως έν τοις Προπυλαίοις, τά δε έκ της πόλεως εις την έκκλη-
σίαν της Μεγάλης Παναγίας. Ό αύτος Πιττάκης κατά Άπρίλιον και
Μάϊον τοΰ 1833 διά χρημάτων προελθόντων έξ ιδιωτικών εισφορών (έκ
τών πόρων της φιλόμουσου καλούμενης έταιρείας, ιδρυθείσης έν Αθήναις
προ της επαναστάσεως) έξετέλεσε μικράν άνασκαφήν έν τω Παρθενώνι,
έν ή ευρέθησαν έπιγραφαί τίνες και τέσσαρες πλάκες της ζωοφόρου τοΰ
Παρθενώνος 1. Άρξαμένου δέ τοΰ 1834 ένήργησεν έντολη της Κυβερνή-
σεως άνασκαφάς τινας έκτος της Ακροπόλεως κατά την μεσημβρινο-
δυτικήν αυτής κλιτύν. Κατά δέ τάς αρχάς Αύγουστου τοΰ 1834 ένήργει
μικράς άνασκαφάς έν τω Παρθενώνι και έν τοις Προπυλαιοις· άλλ' αί
άνασκαφαι αύται διεκόπησαν ευθύς μετ' ολίγον, δπως γίνη έναρξις συστη-
ματικών εργασιών, ών πρώτην άφορμήν έδωκεν ό περιφανής αρχιτέκτων
τοΰ Μονάχου Λ. φον Κλέντσε.

Αήγοντος τοΰ Ιουλίου τοΰ 1834 κατήλθεν ό Κλέντσε εις Ελλάδα
λαβών έντολήν παρά της τότε έν Ναυπλίω έδρευούσης Ελληνικής Κυβερ-
νήσεως «νά έπιθεωρήση τό σχέδιον της μελλούσης νά κτισθή νέας πρω-
τευούσης τοΰ βασιλέως (τής πόλεως τών Αθηνών), έπενέγκη εις αυτό
οίας ήθελε νομίσει αναγκαίας τροποποιήσεις και έν ανάγκη συντάξη δλως
νέον σχέδιον 2 ». Ό Κλέντσε καί τήν έντολήν αύτου ταύτη ν έξετέλεσε και

1 L. Ross, Erinnerungeit und Mittheilungen aus Griechenland,
σ. 237.

2 Leo von Klenze, Reise nach Griechenland, Berlin 1838, σ. 19 κ. έ.
Εις τήν προς τον Klenze έπιστολήν ό τότε υπουργός τών Εξωτερικών Ίακωβά-
κης Τϊζος προσέθετε : «Et ce qui nie fait encore croire que ni fatigues de
voyage, ni privation de famille, ne vous empecheront de venir, c'est ma
conviction que vous ne pouvez pas penser avec indifference ä la gloire
qui sera immuablement attacliee ä celui qui aurait seelle une renommee
dejä assuree, par la creation d'un plan pour la ville dAthenes; ville ä
laquelle sont attaches tant de glorieux Souvenirs ».

Σημειωτέον δτι τό σχέδιον της νέας πόλεως τών Αθηνών είχον συντάξει από
τοΰ 1832 οί αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Έδ. Σάουβερτ. Τοϋτο δέ τά σχέδιον
ύποβληθέν τη Αντιβασιλεία ενεκρίθη διά Β. Διατάγματος της 11 Ιουλίου 1833'
άλλ' ή έκτέλεσις αυτοί) προαίχροΌ^ε κατά σφοδρών πολλαχόθεν αντιρρήσεων,
ιδία κατά της απληστίας τών ιδιοκτητών τών καταλαμβανόμενων διά τάς δημο-
σίας άνάγκας γηπέδων, καί τοϋτο εγένετο αφορμή της προσκλήσεως τοΰ Klenze.

HISTORISCHER BERICHT ÜBER DIE AUSGRABUNGEN

vojst P. CAVVADIAS

I

ARBEITEN UND AUSGRABUNGEN
VON 1833 BIS 1884

Die archäologischen Arbeiten auf der Akropolis begannen mit
dem Augenblick, wo diese, nach der Befreiung Griechenlands, den
Griechen zurückgegeben und am 20./1. April 1833 von der türkischen
Besatzung geräumt und von bayrischen Truppen im Namen des Königs
Otto in Besitz genommen wurde. K. S. Pittakis aus Athen, ein warmer
Verehrer des Altertums, der im Juli 1833 für den Bereich des grie-
chischen Festlandes zum Mitarbeiter des damaligen Generalephoros der
Altertümer, des deutschen Architekten Weissenborn, aus Rom, ernannt
wurde, war der erste, der auf der Akropolis und in der Stadt Skulpturen
und Inschriften sammelte ; die Funde von der Akropolis brachte er in
den Propyläen, die aus der Stadt in der « Kirche der Megale
Panagia» unter. Pittakis war es auch, der im April und Mai 1833 mit
aus privaten Sammlungen stammenden Geldern (hauptsächlich mit
Unterstützung der sog. φιλόμουσος εταιρεία, die schon vor dem grie-
chischen Aufstand in Athen gegründet war) eine kleine Ausgrabung
in dem Parthenon vornahm, bei welcher einige Inschriften und vier
Platten des Parthenonfrieses1 zum Vorschein kamen. Im Anfang
des Jahres 1834 machte er dann einige Ausgrabungen ausserhalb der
Akropolis, an deren südwestlichem Abhang. Anfangs August desselben
Jahres machte er kleine Grabungen im Parthenon und in den Propy-
läen ; doch wurden diese Arbeiten kurz darauf eingestellt, um syste-
matischen Ausgrabungen Platz zu machen, zu denen der berühmte
Münchener Architekt Leo von Klenze den ersten Anstoss gab.

Fnde Juli 1834 lcam Klenze nach Griechenland und erhielt von
der damals in Nauplia residierenden griechischen Regierung den
Auftrag: «den Plan der zu gründenden neuen Hauptstadt des König-
reichs (der Stadt Athen) zu revidieren, an demselben alle Änderungen,
die er für nötig halte, vorzunehmen und nötigenfalls einen vollständig
neuen Plan zu entwerfen»2. Klenze führte aber nicht bloss diesen seinen

Ή προτίμησις δέ τών Αθηνών ώς πρωτευούσης τοΰ βασιλείου έγένετο ουχί άνευ
δυσχερειών και άμφιταλαντεύσεων.

"Αμα τη κατά Φεβρουάριον τοΰ 1833 καθόδω εις Ναύπλιον τοΰ βασιλέως
"Οθωνος, κύριον μέλημα της Κυβερνήσεως ήτο ή εκλογή τής νέας πρωτευούσης
τοΰ βασιλείου, διότι ενεδείκνυντο μεν αί Αθήναι ώς πρωτεύουσα, άπόφασις δμως
ουδεμία είχε ληφθή. Μετά πολλάς προτάσεις καί άμφιταλαντεύσεις συνήλθε τή 27
Μαΐου 1833 υπουργικόν συμβούλιον, Ίνα συσκεφθή περί τοΰ πράγματος. Χαρα-
κτηριστικόν δέ τών τότε καιρών εινε δτι δ μεν υπουργός τών Εσωτερικών προέ-
τεινε τάς Αθήνας, οι δέ τών Εξωτερικών, τής Δικαιοσύνης καί τών Οικονομικών
τήν Κόρινθον, δ τών Ναυτικών δμως υπουργός απεφάνθη, δτι μόνον ή Κωνσταντι-
νούπολις πρέπει νά είνε ή οριστική πρωτεύουσα τοΰ βασιλείου- κατά τό παρόν,
είπε, προσωρινή πρωτεύουσα πρέπει νά μείνη τδ Ναύπλιον, είτα νά γείνη μετά-
θεσις εις Αργός, έκεΐθεν εις Κόρινθον, είτα εις Μέγαρα, εις Αθήνας, εις Λάρισ-
σαν καί εκείθεν εις Κωνσταντινούπολη/ (Klenze, Reise κτλ. σ. 397). Είς τάς άμφι-
ταλαντεύσεις ταύτας εθηκε τέρμα Β. Διάταγμα τής 11 Ιουλίου 1833, καθ' δ
πρωτεύουσα τοΰ βασιλείου ώρίζοντο αί Αθήναι.
 
Annotationen