33
ΚΙΜΓΡΛΦΑ1 ΕΚ ΧΑΛΚΙΔΟΣ
34
Επειδή έλλείπει ή άρχή άμφοτέρων τών επι-
γραφών τούτων όέν δυνάμεθα μεν νά όρίσωμεν
ακριβώς, πότε Ό νόμος ούτος έγένετο, δυνάμεθα δ'
όμως ασφαλέστατα νά είκάσωμεν έκ τοΟ δτι είνε
γεγραμμένος γράμμασι του νεωτέρου Αττικού αλ-
φαβήτου, δτι ούτε προ του 446 π, Χ. έγένετο,
διότι ελλείπει το τρικελές ούτε μετά το 401
π. Χ. διότι τότε εισήχθη ό Ιωνικός άλφάβητος.
Τεκμαιρόμενοι έκ των στίχων Ιο0», 16°" 18°»
της τά στοιχεΐον Β φερούσης έπιγραφής, οίτινες
πιθανώτερόν πως δύνανται νά συμπληρωθώσιν,
φρονοΟμεν, ότι έκαστος στίχοι της έπιγραφής περι-
είχε 34 γράμματα, εΐ και έν δυσί στίχοις, τω
8".' , 19, πολύ πιθανόν ότι ύπήρχον 36, ώς σαφώς
έκ του στίχου γίνεται δήλον, έν ω ό χαράξας
τήν έπιγραφήν μετά το 310ν γράμμα έχάραξε τό
άρθρον ό πολύ μικρόν μεταςύ τών κ-ραιώντοϋ Ρ
και Τ.
Και έκ μεν της Α έπιγραφής γινώσκομεν, ότι
έν Χαλκίδι ελατρεύοντο Οεοϊ μεν ό Ζεύς(;), Απόλ-
λων ό Πύθιος, ό Ποσειδών και ό Γλαύκος, ήρωες
δε ό Ιππόλυτος και ό Ξούθος (ή ΚόΟος) και ότι
έτελουντο και Ποσείόι,α, έκ δέ της Β ότι έλα-
τρεύετο και ή "Αρτεμις. Και ταΰτα μεν καθόλου
λέγομεν, περί δέ τών καΟ' έκαστον κρίνομεν άξια
παρατηρήσεως τάδε.
Α.
Στ. 1. Μόλις διά του φακού διακρίνομεν έν τω
στίχω τούτω τά γράμματα ουυ'υ, άτινα πιθανώς
συμπληρωτέον Αετ]οϊ σθ[ν, διότι, έν αΐς Εύβοϊκαϊς
έπιγραφαΐς μνημονεύεται Ό Απόλλων και ή Αρ-
τευ.ις, συναναφέρεται και ή Λητώ.
Στ. 3. Τών μεν πρώτων σωζομένων γραμμά-
των ίσως -ροζ-.ίσσονζο τά γράμματα, δι ων συνε-
πληρώσαυ.εν, άλλά δεν είνε άπίθανον τό θυμα νά
αή ήτο έριφος άλλά και άλλο τι τών 'ζωων οίον
ταύρο; ή χοίρος, τήν δέ τελευταίαν λέςιν, επειδή
τοΟ τελευταίου γράμματος τό ήμισυ φαίνεται κα-
θαρώς και διά του φακού ότι είνε το Τ, συνεπλη-
ρώσαμεν γράψαντες έροτ[ι.
Στ. 4. Έκ του 14ου στίχου όρμηΟέντες συνε-
πληρώσαμεν ένστορ]νύναι τρά]πεζαν.
Στ. 7. Τά τελευταία γράμματα συνεπληρώ-
ΕΦΗΜΕΙΊΪ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ 1 ί)Γ>2
σαμεν Άπ[όλλονι εχοντι έπώνυμον ούχι Πυθίω,
ώς έν στ. 13'" , άλλά Δελφιγίω, διότι γινώσκου,εν
έκ του Πλουτάρχου (Τίτ. 16), ότι έν Χαλκίδι
υπήρχε ναός καλούμενος ΔεΛγίνων, όν οί Χαλ-
κιδεΐς σωΟέντες άπό της οργής τοΰ Μανίου ταΐς
δεήσεσι του Τίτου καθιέρωσαν τω Τίτω. Ανααφι-
βόλως δέ ό ναός έπωνομάζετο ούτω άπό τοΟ Απόλ-
λωνος, όστις, ώς γνωστόν, έκαλεΐτο ΔεΛφίνιος
(πρβ. Όμ.Τμν. 2,317. ΑνΟολ. Πλαν. 6,278,3.
Στρ. 4 σελ. 179)."Οτι δέ έν τή αύτη έπιγραφή οί
αυτοί θεοί έχοντες άλλα έπώνυμα άναφέρονται πολ-
λάκις, ίδέ έν Μυκονία έπιγραφή (ΒαΙΙ. ιιοιτ. ΙΙβΙΙ.
12 σελ. 459), έν ή ό Ποσειδών έπονομά.ζεται Τε-
μενίτηο. καί Ψνκιος, ό Ζεύς Βονίενς καί -χθόνιος.
Πρβ. και Αττικήν έπιγραφήν δηυ.οσιευθεϊσαν ύπό
'Ριχαρδσώνος έν Αμερ. Αρχ. Εφημέριοι (Χ 209).
Περ'ι δέ της τριττύος σήμειούμεθα τάδε παραλα-
βόντες έξ ων ό Ευστάθιος λέγει έν Όδ. λ στίχ.
130-131. « Ίστέον δέ ότι τρίττυαν ελεγον οί πα-
λαιοί τήν έκ τριών ζώων οίον έκ δύο μήλων καί
βοός, ώς Επίχαρμος, ή βοός καί αίγός καί προ-
βάτου ή κάπρου καί κριού καί ταύρου.....Ή
δέ τοιαύτη καί βονπρωρο^ φασίν, έλέγετο δι,ά,τό
προηγεΐσθαι αύτής οίον ναός πρώραν τον βοΰ'ν ».
Τίς εινε ό θεός, ω έθύετο ή τριττύς, ένεκα της φθο-
ράς του λίθου δεν γινώσκομεν, ότι δ.' όμως το τριτ-
τνς συναπτέον τοις ήγουμένοις καί ούχί τοις έπο-
μένοις δεικνύουσιν αί μετά τήν λέξιν ταύτην καί
νύανώ ό^θαλαα; διακρινόμεναι τρεις στιγυ.αί. Έξ
έπιγραφής εύρεθείσης έν Ελευσΐνι καί Οπό Πιτ-
τάκη δημοσιευθείσης έν Αρχ. Εφημερίδι (3798)
γινώσκομεν ότι ή τριττύς (τρίττοα βόαρχος καλου-
μένη) έθύετο τοϊν θεοί)· έν τή έορτή. Έκ δέ ψηφί-
σματος τών Δελφών (ϋίΙΙβιτι^. 510 Ιηδ. Οταβο.
207) μανθάνομεν ότι εκατόμβη βονπρωρο(; έθύετο
τω θεώ, δωδεκαίς δέ βούπρωρος τή Αθήνα (πρβ.
και ΐ)\11· 810. 13).Επειδή έν τή έπιγραφή ταύτη
τό δνομα της Άθηνας ούδαμοΟ φαίνεται, οί δέ Χαλ-
κιδεϊς ώς άποικοι τών Αθηναίων πάντως έτίαων
τήν Άθηναν, ούδόλως άπίθανον είνε νά ύποθέσω-
μεν, ότι ή τριττύς τή Αθήνα έθύετο. Παρατηρη-
τέον καί τόδε' έν πάσαις σχεδόν ταϊς όμοειδέσιν
έπιγραφαΐς τό μεν όνομα τοΟ θεοΟ ή του ήρωος κεί-
ται κατά δοτικήν, τό τοΟ θύματος κατ' όνομαστι-
κήν ή αίτιατικήν ώς άπαιτεϊ τό ρήμα εις ο άναφέ-
3
ΚΙΜΓΡΛΦΑ1 ΕΚ ΧΑΛΚΙΔΟΣ
34
Επειδή έλλείπει ή άρχή άμφοτέρων τών επι-
γραφών τούτων όέν δυνάμεθα μεν νά όρίσωμεν
ακριβώς, πότε Ό νόμος ούτος έγένετο, δυνάμεθα δ'
όμως ασφαλέστατα νά είκάσωμεν έκ τοΟ δτι είνε
γεγραμμένος γράμμασι του νεωτέρου Αττικού αλ-
φαβήτου, δτι ούτε προ του 446 π, Χ. έγένετο,
διότι ελλείπει το τρικελές ούτε μετά το 401
π. Χ. διότι τότε εισήχθη ό Ιωνικός άλφάβητος.
Τεκμαιρόμενοι έκ των στίχων Ιο0», 16°" 18°»
της τά στοιχεΐον Β φερούσης έπιγραφής, οίτινες
πιθανώτερόν πως δύνανται νά συμπληρωθώσιν,
φρονοΟμεν, ότι έκαστος στίχοι της έπιγραφής περι-
είχε 34 γράμματα, εΐ και έν δυσί στίχοις, τω
8".' , 19, πολύ πιθανόν ότι ύπήρχον 36, ώς σαφώς
έκ του στίχου γίνεται δήλον, έν ω ό χαράξας
τήν έπιγραφήν μετά το 310ν γράμμα έχάραξε τό
άρθρον ό πολύ μικρόν μεταςύ τών κ-ραιώντοϋ Ρ
και Τ.
Και έκ μεν της Α έπιγραφής γινώσκομεν, ότι
έν Χαλκίδι ελατρεύοντο Οεοϊ μεν ό Ζεύς(;), Απόλ-
λων ό Πύθιος, ό Ποσειδών και ό Γλαύκος, ήρωες
δε ό Ιππόλυτος και ό Ξούθος (ή ΚόΟος) και ότι
έτελουντο και Ποσείόι,α, έκ δέ της Β ότι έλα-
τρεύετο και ή "Αρτεμις. Και ταΰτα μεν καθόλου
λέγομεν, περί δέ τών καΟ' έκαστον κρίνομεν άξια
παρατηρήσεως τάδε.
Α.
Στ. 1. Μόλις διά του φακού διακρίνομεν έν τω
στίχω τούτω τά γράμματα ουυ'υ, άτινα πιθανώς
συμπληρωτέον Αετ]οϊ σθ[ν, διότι, έν αΐς Εύβοϊκαϊς
έπιγραφαΐς μνημονεύεται Ό Απόλλων και ή Αρ-
τευ.ις, συναναφέρεται και ή Λητώ.
Στ. 3. Τών μεν πρώτων σωζομένων γραμμά-
των ίσως -ροζ-.ίσσονζο τά γράμματα, δι ων συνε-
πληρώσαυ.εν, άλλά δεν είνε άπίθανον τό θυμα νά
αή ήτο έριφος άλλά και άλλο τι τών 'ζωων οίον
ταύρο; ή χοίρος, τήν δέ τελευταίαν λέςιν, επειδή
τοΟ τελευταίου γράμματος τό ήμισυ φαίνεται κα-
θαρώς και διά του φακού ότι είνε το Τ, συνεπλη-
ρώσαμεν γράψαντες έροτ[ι.
Στ. 4. Έκ του 14ου στίχου όρμηΟέντες συνε-
πληρώσαμεν ένστορ]νύναι τρά]πεζαν.
Στ. 7. Τά τελευταία γράμματα συνεπληρώ-
ΕΦΗΜΕΙΊΪ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ 1 ί)Γ>2
σαμεν Άπ[όλλονι εχοντι έπώνυμον ούχι Πυθίω,
ώς έν στ. 13'" , άλλά Δελφιγίω, διότι γινώσκου,εν
έκ του Πλουτάρχου (Τίτ. 16), ότι έν Χαλκίδι
υπήρχε ναός καλούμενος ΔεΛγίνων, όν οί Χαλ-
κιδεΐς σωΟέντες άπό της οργής τοΰ Μανίου ταΐς
δεήσεσι του Τίτου καθιέρωσαν τω Τίτω. Ανααφι-
βόλως δέ ό ναός έπωνομάζετο ούτω άπό τοΟ Απόλ-
λωνος, όστις, ώς γνωστόν, έκαλεΐτο ΔεΛφίνιος
(πρβ. Όμ.Τμν. 2,317. ΑνΟολ. Πλαν. 6,278,3.
Στρ. 4 σελ. 179)."Οτι δέ έν τή αύτη έπιγραφή οί
αυτοί θεοί έχοντες άλλα έπώνυμα άναφέρονται πολ-
λάκις, ίδέ έν Μυκονία έπιγραφή (ΒαΙΙ. ιιοιτ. ΙΙβΙΙ.
12 σελ. 459), έν ή ό Ποσειδών έπονομά.ζεται Τε-
μενίτηο. καί Ψνκιος, ό Ζεύς Βονίενς καί -χθόνιος.
Πρβ. και Αττικήν έπιγραφήν δηυ.οσιευθεϊσαν ύπό
'Ριχαρδσώνος έν Αμερ. Αρχ. Εφημέριοι (Χ 209).
Περ'ι δέ της τριττύος σήμειούμεθα τάδε παραλα-
βόντες έξ ων ό Ευστάθιος λέγει έν Όδ. λ στίχ.
130-131. « Ίστέον δέ ότι τρίττυαν ελεγον οί πα-
λαιοί τήν έκ τριών ζώων οίον έκ δύο μήλων καί
βοός, ώς Επίχαρμος, ή βοός καί αίγός καί προ-
βάτου ή κάπρου καί κριού καί ταύρου.....Ή
δέ τοιαύτη καί βονπρωρο^ φασίν, έλέγετο δι,ά,τό
προηγεΐσθαι αύτής οίον ναός πρώραν τον βοΰ'ν ».
Τίς εινε ό θεός, ω έθύετο ή τριττύς, ένεκα της φθο-
ράς του λίθου δεν γινώσκομεν, ότι δ.' όμως το τριτ-
τνς συναπτέον τοις ήγουμένοις καί ούχί τοις έπο-
μένοις δεικνύουσιν αί μετά τήν λέξιν ταύτην καί
νύανώ ό^θαλαα; διακρινόμεναι τρεις στιγυ.αί. Έξ
έπιγραφής εύρεθείσης έν Ελευσΐνι καί Οπό Πιτ-
τάκη δημοσιευθείσης έν Αρχ. Εφημερίδι (3798)
γινώσκομεν ότι ή τριττύς (τρίττοα βόαρχος καλου-
μένη) έθύετο τοϊν θεοί)· έν τή έορτή. Έκ δέ ψηφί-
σματος τών Δελφών (ϋίΙΙβιτι^. 510 Ιηδ. Οταβο.
207) μανθάνομεν ότι εκατόμβη βονπρωρο(; έθύετο
τω θεώ, δωδεκαίς δέ βούπρωρος τή Αθήνα (πρβ.
και ΐ)\11· 810. 13).Επειδή έν τή έπιγραφή ταύτη
τό δνομα της Άθηνας ούδαμοΟ φαίνεται, οί δέ Χαλ-
κιδεϊς ώς άποικοι τών Αθηναίων πάντως έτίαων
τήν Άθηναν, ούδόλως άπίθανον είνε νά ύποθέσω-
μεν, ότι ή τριττύς τή Αθήνα έθύετο. Παρατηρη-
τέον καί τόδε' έν πάσαις σχεδόν ταϊς όμοειδέσιν
έπιγραφαΐς τό μεν όνομα τοΟ θεοΟ ή του ήρωος κεί-
ται κατά δοτικήν, τό τοΟ θύματος κατ' όνομαστι-
κήν ή αίτιατικήν ώς άπαιτεϊ τό ρήμα εις ο άναφέ-
3