117
ΑΝΛΘΗΜΑΤΙΚΟΝ ΑΝΑΓΑΥΦΟΝ ΕΞ ΑΙΓΙΝΗΣ
118
φερε τή Άρτέμιδι έν Σκιλλοΰντι δεκάτην άπο των
αγροτικών προϊόντων1. Τά έν τω αναγλύφω όμως
παριστάμενα δωρήματα προσφέρονται τη Αρτέ-
μιδι ώς θεα της φύσεως καθόλου, ώς τη θεα του
ζωικού" κόσμου, της καρποφορίας και της παιδο-
ποιιας, τη παντοδυνάμω θεότητι της βλαστήσεως
και της ευφορίας. Τοιούτος πιθανώς ήτο Ό αρχικός
χαράκτη ρ της Αρτέμιδος, διατηρηθείς δια παντός
έν ταΐς άγροτικαΐς λατρείαις και συμβολιζόμενος
ούτω παραστατικώς δια του ημετέρου ανάγλυφου.
Ή έν τω ήμετέρω αναγλύφω παρισταμένη εορτή
εινε πιθανώς μάλλον φθινοπωρινή ή έαρινή. Γνω-
ρίζομεν αληθώς ότι ή θεά αύτη είχε μεγάλην άγά-
πην πράς το εαρ και ότι έν Αθήναις τά ΈΙαφΎ]-
βόΛια ήγοντο κατά το εαρ. Άλλ1 όμως ή έν τω
ήμετέρω αναγλύφω παριστάμενη θυσία φαίνεται
πολύ μάλλον ώς έπί τή συγκομιδή των καρπών
υπό τών αγροτών τ.ροσ^ερου,ίνΊ] τη Άρτέμιοι,
όπως τά παρ1 Όμήρω θαΛνΰια (Ίλ. I 533 εξ.)
και ή του Ξενοφώντος θυσία (Άνάβ. V, 3, 9) ήγον-
το βεβαίως κατά το φθινόπωρον.
Διά του παρόντος ανάγλυφου καθίσταται ήμΐν
γνωστόν νέον άγαλμα λατρείας έκ του δευτέρου
ήμίσεος του Ε' αιώνος, έν ώ παρίσταται ή Αρτε-
μις ορθία ίσταμένη και δάδας έν ταΐς χερσί κρα-
τούσα, τούτο δε αναμφιβόλως είνε τό άγαλμα το
υπάρχον έν τω ίερώ, έν ω ανετέθη το άνάγλυφον.
Βεβαίως δύναται νά ύποτεθή ότι ό τεχνίτης, αττι-
κός άνήρ αναμφιβόλως ων, έξέλεξεν ώς πρότυπον
προς παράστασιν της θεας άττικόν τι άγαλμα λα-
τρείας, πιθανώτερον όμως είνε ότι οί άναθέσαντες
τό άνάγλυφον ήξίωσαν νά άπεικονισθή έν αύτώ ή
ιδία εαυτών θεά. Δυνατόν μάλιστα είνε ακριβώς
τούτου ένεκα νά έπέξεσεν έπειτα τήν θεάν ο τεχνί-
της έν τω αναγλύφω, ήτοι ότι τό μεν λοιπόν μέρος
έξεπόνησεν έν 1 Αθήναις, αλλά τήν μορφήν της θεας
προσέθηκε κατόπιν έν Α'ιγίνη αποβλέπων εις αυτό
τό άγαλμα έκείνης.
1 Ξενοφ. Αναβ. V, 3, 9, « Έποίησε δε και βωμό ν και ναόν από
του ίεροΰ αργυρίου, και τό λοιπόν δέ άεί, δεκατεύων τά εκ του άγροΰ
ωραία, θυσίαν έποίει τϊ; θεω, και πάντες οί πολΐται και οί πρόσ/ωροι
άνδρες και γυναίκες μετεΐχον της εορτής. Παρείχε δέ ή θεός τοΐς σκη-
νουσιν αλφιτα, άρτους, οίνον, τραγή ματ α, και τών θυομένων από της
ιεράς νομής λάχος, κοί τών θηρευομένων δε». — Ετέρας μαρτυρίας ΐδέ
παρά Λνβπιΐοΐίβ, έν άρθρω ΑιΙβηπδ, Ραιιΐ^ - \Υίδδο\να Κβθ,ΙβΠ-
ο^οίορ. άβδ \λ. ΑΙΙ. II 1343.
Μέχρι τούδε δεν έπετεύχθη ή άνεύρεσις του τύ-
που τούτου της Αρτέμιδος έν τή αττική τέχνη του
δευτέρου ήμίσεος του Ε'αιώνος. Έπί χαλκών νο-
μισμάτων τών χρόνων τών διαδόχων του Μεγάλου
Αλεξάνδρου παρίσταται θεά φέρουσα ποδήρη χι-
τώνα και δαδα έν έκατέρα χειρί, άλλ' εινε δύσκολον
νά διακριθή αν εινε Δημήτηρ ή "Αρτεμις *, ούδ'
εινε γνωστόν, εις τίνας χρόνους έποιήθησαν τά έν
αύτοΐς απεικονιζόμενα αγάλματα 2. Περί του Στρογ-
γυλίωνος λέγεται ότι έποίησεν άγαλμα Αρτέμιδος
Σωτείρας έν Μεγάροις (Παυσ. I, 40, 3), ού άντί-
τυπον ύπήρχεν έν Παγαΐς (Παυσ. I, 44, 4), τοιού-
τος δέ τύπος θεας ευρίσκεται έπί νομισμάτων τών
Μεγάρων και τών Παγών 3. Έν τούτοις παρίσταται
ή Άρτεμις έν βραχεί χιτώνι σπεύδουσα μετά δά-
δων έν ταΐς χερσί έν θέσει λίαν κεκινημένη, σφό-
δρα διαφερούση της ήρεμου στάσεως της θεας έν
τω ήμετέρω αναγλύφω. Αξιον μνείας δέ εινε ότι
τινές τών λογίων, ώς Ό ΡΙίΐδοΙι και ό \ΛΓβΓηίβ1ίβ4,
άνευρίσκουσιν έν τή δαδουχούση θεα της ζωοφόρου
του Παρθενώνος τήν Άρτεμιν, όπερ όχι αδύνατον,
αλλά λίαν δυσαπόδεικτον. Ισως δύναται νά ύπο-
τεθή ότι τό έν τω αίγινητικώ αναγλύφω άγαλμα
λατρείας ενέχει έπίδρασίν τινα άπο του αγάλματος
της Εκάτης του Αλκαμένους.
Επίτηδες άπέφυγον νά σχετίσω το άνάγλυφον
προς τήν αίγινητικήν θεάν 1 Αφαίαγ, περί ής έπ'
έσχάτων έπραγματεύθη έκτενώς ο ΡιΐΓίννίΐη^ΙβΓ 5·
Ό τόπος έν ω, κατά τάς δοθείσας μοι έν τω Εθνικώ
Μουσείω πληροφορίας, ευρέθη τό άνάγλυφον, ήτοι
ή Παίαια Χώρα κείται αρκετά μακράν του ναου
της Αφαίας, άλλ' όμως έπειδή αυτόθι ύπήρχεν ή
μεσαιωνική πόλις της Αίγίνης, δεν είνε αδύνατον
νά μετεκομίσθη έκεΐσε έκ του είρημένου ναου της
Αφαίας. Περί τούτου ί'σως θά παράσχωσι βεβαίαν
άπόδειςιν ερευναι έν τω μέλλοντι παρά τήν Πα-
1 Πρβλ. ΙπιΙιοοΓ-ΒΙαπιηβΓ-ααΓάηβΓ, Ναιηίδπι. ΟοηιπιβηΙαΓν
οη Ρ&ιΐδ&ηιαδ σελ. 139 εξ.
2 Επίσης δέν γνωρίζομεν άν ή άμφίπνρος "Αρτεμις του Σοφο-
κλέους (Τραχ. 214, πρβλ. Οίδ.Τύρ. 205 εξ.) αναφέρεται εις τι άγαλμα
λατρείας.
3 ΙιώΙιοοΓ-ΒΙυιιιβΓ-Ο&ΓάιιβΓ εν. άν. πίν. Α, 1.
* Ρΐάδϋΐι, Ζυιη ΡαΓίΗβηοηΜβδ σελ. 48 εξ. ^Υβηϋβΐιβ έν ά>-
ϋρω ΑΠβηιϊδ, Ρ&ιιΙν-\νϊδδθ\να, ΚβΕΐβηογο1ορ. II 1420.
5 Ραι·1\ναη§1βΓ, νοι1ϋιιίί§6Γ ΒβηοΙιΙ ίϊΙιβΓ (ϋβ Αυδ§ί'&ϋυη§βη
αυί Αββ'ΐηα ( 8ίΙζαη§δ.-Ββΐ'. Λογ ρΐιϋοδ.-ρίπίοΐ. υηά (ΙβΓ ΙιίδΙ.
Οΐίΐδδβ (ΙβΓ Β3γι·. Αΐί. άβΓ \νίδδβηδο1ι. 1901 τευχ. III).
ΑΝΛΘΗΜΑΤΙΚΟΝ ΑΝΑΓΑΥΦΟΝ ΕΞ ΑΙΓΙΝΗΣ
118
φερε τή Άρτέμιδι έν Σκιλλοΰντι δεκάτην άπο των
αγροτικών προϊόντων1. Τά έν τω αναγλύφω όμως
παριστάμενα δωρήματα προσφέρονται τη Αρτέ-
μιδι ώς θεα της φύσεως καθόλου, ώς τη θεα του
ζωικού" κόσμου, της καρποφορίας και της παιδο-
ποιιας, τη παντοδυνάμω θεότητι της βλαστήσεως
και της ευφορίας. Τοιούτος πιθανώς ήτο Ό αρχικός
χαράκτη ρ της Αρτέμιδος, διατηρηθείς δια παντός
έν ταΐς άγροτικαΐς λατρείαις και συμβολιζόμενος
ούτω παραστατικώς δια του ημετέρου ανάγλυφου.
Ή έν τω ήμετέρω αναγλύφω παρισταμένη εορτή
εινε πιθανώς μάλλον φθινοπωρινή ή έαρινή. Γνω-
ρίζομεν αληθώς ότι ή θεά αύτη είχε μεγάλην άγά-
πην πράς το εαρ και ότι έν Αθήναις τά ΈΙαφΎ]-
βόΛια ήγοντο κατά το εαρ. Άλλ1 όμως ή έν τω
ήμετέρω αναγλύφω παριστάμενη θυσία φαίνεται
πολύ μάλλον ώς έπί τή συγκομιδή των καρπών
υπό τών αγροτών τ.ροσ^ερου,ίνΊ] τη Άρτέμιοι,
όπως τά παρ1 Όμήρω θαΛνΰια (Ίλ. I 533 εξ.)
και ή του Ξενοφώντος θυσία (Άνάβ. V, 3, 9) ήγον-
το βεβαίως κατά το φθινόπωρον.
Διά του παρόντος ανάγλυφου καθίσταται ήμΐν
γνωστόν νέον άγαλμα λατρείας έκ του δευτέρου
ήμίσεος του Ε' αιώνος, έν ώ παρίσταται ή Αρτε-
μις ορθία ίσταμένη και δάδας έν ταΐς χερσί κρα-
τούσα, τούτο δε αναμφιβόλως είνε τό άγαλμα το
υπάρχον έν τω ίερώ, έν ω ανετέθη το άνάγλυφον.
Βεβαίως δύναται νά ύποτεθή ότι ό τεχνίτης, αττι-
κός άνήρ αναμφιβόλως ων, έξέλεξεν ώς πρότυπον
προς παράστασιν της θεας άττικόν τι άγαλμα λα-
τρείας, πιθανώτερον όμως είνε ότι οί άναθέσαντες
τό άνάγλυφον ήξίωσαν νά άπεικονισθή έν αύτώ ή
ιδία εαυτών θεά. Δυνατόν μάλιστα είνε ακριβώς
τούτου ένεκα νά έπέξεσεν έπειτα τήν θεάν ο τεχνί-
της έν τω αναγλύφω, ήτοι ότι τό μεν λοιπόν μέρος
έξεπόνησεν έν 1 Αθήναις, αλλά τήν μορφήν της θεας
προσέθηκε κατόπιν έν Α'ιγίνη αποβλέπων εις αυτό
τό άγαλμα έκείνης.
1 Ξενοφ. Αναβ. V, 3, 9, « Έποίησε δε και βωμό ν και ναόν από
του ίεροΰ αργυρίου, και τό λοιπόν δέ άεί, δεκατεύων τά εκ του άγροΰ
ωραία, θυσίαν έποίει τϊ; θεω, και πάντες οί πολΐται και οί πρόσ/ωροι
άνδρες και γυναίκες μετεΐχον της εορτής. Παρείχε δέ ή θεός τοΐς σκη-
νουσιν αλφιτα, άρτους, οίνον, τραγή ματ α, και τών θυομένων από της
ιεράς νομής λάχος, κοί τών θηρευομένων δε». — Ετέρας μαρτυρίας ΐδέ
παρά Λνβπιΐοΐίβ, έν άρθρω ΑιΙβηπδ, Ραιιΐ^ - \Υίδδο\να Κβθ,ΙβΠ-
ο^οίορ. άβδ \λ. ΑΙΙ. II 1343.
Μέχρι τούδε δεν έπετεύχθη ή άνεύρεσις του τύ-
που τούτου της Αρτέμιδος έν τή αττική τέχνη του
δευτέρου ήμίσεος του Ε'αιώνος. Έπί χαλκών νο-
μισμάτων τών χρόνων τών διαδόχων του Μεγάλου
Αλεξάνδρου παρίσταται θεά φέρουσα ποδήρη χι-
τώνα και δαδα έν έκατέρα χειρί, άλλ' εινε δύσκολον
νά διακριθή αν εινε Δημήτηρ ή "Αρτεμις *, ούδ'
εινε γνωστόν, εις τίνας χρόνους έποιήθησαν τά έν
αύτοΐς απεικονιζόμενα αγάλματα 2. Περί του Στρογ-
γυλίωνος λέγεται ότι έποίησεν άγαλμα Αρτέμιδος
Σωτείρας έν Μεγάροις (Παυσ. I, 40, 3), ού άντί-
τυπον ύπήρχεν έν Παγαΐς (Παυσ. I, 44, 4), τοιού-
τος δέ τύπος θεας ευρίσκεται έπί νομισμάτων τών
Μεγάρων και τών Παγών 3. Έν τούτοις παρίσταται
ή Άρτεμις έν βραχεί χιτώνι σπεύδουσα μετά δά-
δων έν ταΐς χερσί έν θέσει λίαν κεκινημένη, σφό-
δρα διαφερούση της ήρεμου στάσεως της θεας έν
τω ήμετέρω αναγλύφω. Αξιον μνείας δέ εινε ότι
τινές τών λογίων, ώς Ό ΡΙίΐδοΙι και ό \ΛΓβΓηίβ1ίβ4,
άνευρίσκουσιν έν τή δαδουχούση θεα της ζωοφόρου
του Παρθενώνος τήν Άρτεμιν, όπερ όχι αδύνατον,
αλλά λίαν δυσαπόδεικτον. Ισως δύναται νά ύπο-
τεθή ότι τό έν τω αίγινητικώ αναγλύφω άγαλμα
λατρείας ενέχει έπίδρασίν τινα άπο του αγάλματος
της Εκάτης του Αλκαμένους.
Επίτηδες άπέφυγον νά σχετίσω το άνάγλυφον
προς τήν αίγινητικήν θεάν 1 Αφαίαγ, περί ής έπ'
έσχάτων έπραγματεύθη έκτενώς ο ΡιΐΓίννίΐη^ΙβΓ 5·
Ό τόπος έν ω, κατά τάς δοθείσας μοι έν τω Εθνικώ
Μουσείω πληροφορίας, ευρέθη τό άνάγλυφον, ήτοι
ή Παίαια Χώρα κείται αρκετά μακράν του ναου
της Αφαίας, άλλ' όμως έπειδή αυτόθι ύπήρχεν ή
μεσαιωνική πόλις της Αίγίνης, δεν είνε αδύνατον
νά μετεκομίσθη έκεΐσε έκ του είρημένου ναου της
Αφαίας. Περί τούτου ί'σως θά παράσχωσι βεβαίαν
άπόδειςιν ερευναι έν τω μέλλοντι παρά τήν Πα-
1 Πρβλ. ΙπιΙιοοΓ-ΒΙαπιηβΓ-ααΓάηβΓ, Ναιηίδπι. ΟοηιπιβηΙαΓν
οη Ρ&ιΐδ&ηιαδ σελ. 139 εξ.
2 Επίσης δέν γνωρίζομεν άν ή άμφίπνρος "Αρτεμις του Σοφο-
κλέους (Τραχ. 214, πρβλ. Οίδ.Τύρ. 205 εξ.) αναφέρεται εις τι άγαλμα
λατρείας.
3 ΙιώΙιοοΓ-ΒΙυιιιβΓ-Ο&ΓάιιβΓ εν. άν. πίν. Α, 1.
* Ρΐάδϋΐι, Ζυιη ΡαΓίΗβηοηΜβδ σελ. 48 εξ. ^Υβηϋβΐιβ έν ά>-
ϋρω ΑΠβηιϊδ, Ρ&ιιΙν-\νϊδδθ\να, ΚβΕΐβηογο1ορ. II 1420.
5 Ραι·1\ναη§1βΓ, νοι1ϋιιίί§6Γ ΒβηοΙιΙ ίϊΙιβΓ (ϋβ Αυδ§ί'&ϋυη§βη
αυί Αββ'ΐηα ( 8ίΙζαη§δ.-Ββΐ'. Λογ ρΐιϋοδ.-ρίπίοΐ. υηά (ΙβΓ ΙιίδΙ.
Οΐίΐδδβ (ΙβΓ Β3γι·. Αΐί. άβΓ \νίδδβηδο1ι. 1901 τευχ. III).