37
ΛΥΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΕΥΣΙΝΙΩΝ ΘΕΟΤΗΤΩΝ
38
είνε παντελώς στρογγύλον και λεϊον, άλλο 3έ μι-
κρόν τεμάχιον καμπύλης παραλλήλου προς εκείνο
σώζεται ομοίως πράς τω τεθραυσμένω της πλακός
άκρω. Σ^ήμα δε και Οέσις τούτων τών γραμμών
άναμφίβολον καΟιστώσιν ότι όφις άνέρπων ενταύθα
παριστάνετο, εκ της κεφαλής του οποίου διεσώΟη
τό μνημονευΟέν άνώτερον λείψανον Παρίστανεν
αρα τό άνάγλυφον την άποστολήν του Ίριπτολέ-
μου. Εις τον Ήρωα, όστις έκάΟητο επί του άρμα-
τος τών δρακόντων, προσφέρει ή Δημήτηρ, εις ήν
προφανώς ανεφερετο η εςηφαν.σμενη σχεοον νυν
επιγραφή, το άπογαιρετιστήριον πόμα. Εν τη με-
γαλειότητι αυτής, και πως μάλιστα επί τό Οεα-
τρικώτερον,παρίσταται ή Οεά,έστηριγμένην έχουσα
την αριστεραν επι του σκήπτρου, οπερ οια χρώμα-
τος έδηλουτο και δεν έξεΐ/εν υπέρ την μικρόν μό-
νον κυρτουμένην παλάμην της άριστεράς χειρός.
ΙΙαρ' αύτήν Γσταται ώσεί εις σκέψεις βεβυΟισμένη,
ουχί ζωηρώς μεταλαμβάνουσα της πράξεως, άλλ
εις ύπηρεσίαν μόνον έτοιμη ή Κόρη έν μεν τή αρι-
στερά κρατούσα ιδιαιτέρως είργασμένον τι σύμβο-
λον, την δαδα ίσως, έν δε τή όε£ια, εις ήν πάντως
ένεκα της έλαωρας αυτής άνυψώσεως σύμβολόν τι
πρέπει νά δώσωμεν, δια χρώματος πιθανώς δηλού
μενον στέφανον δια τον προστατευόμενοι αυτής.
Τό έξαγόμενον τούτο διττώς είνε λόγου άξιον.
Πρώτον μεν παρατηρουμεν ότι είς θεότητα τινα
ώς τήν ΆΟηνάν ένταυΟα ανατίθενται εικόνες άλλων
θεοτήτων ή τουλάχιστον ή παράστασις κυριωτερου
τινός μύθου αυτών διότι ο τε τόπος της εύρέσεως
του άναΟήματος και ή δια της επιγραφής ύποδή-
ωσις αυτοϋ αποκλειουσι την παραοοχην οτι οι
αύτήν τήν Δήμητρα και τήν Κόρην ήτο ώρισμένον
τούτο. Δεύτεοον δέ άποκτώυ,εν άσοαλή παοαδείγ-
ματα της παραστάσεως τών δύο έλευσινίων θεοτή-
των έν τή άπο του Φειοίου έξαρτωμένη άττική
σχολή. Γήν μέν μητέρα βλέπομεν άπλουστέραν
τής Ουγατράς περιβολήν φέρουσαν, τοιαύτην οέ
οιάταζιν του ιματίου ταύτης, οποία βεβαίως τότε
κατά συνΟήκην δεκτή έγένετο προς διάκρισιν έκα-
' Πρβλ τήν παράστασιν τών οφεων επί τής έρυΟρομόρΐου φιάλης
παρά ΟνβΐΊ)βθΚι Κίΐηϊΐιιΐ} !ΙιυΙυ^ίί: Λ11α$ 16, 8, οπου χαΐ τό άρρ.α
δεν φέρει τήν προβ^λλουσαν άναοαΟραν, ήτις συνήθης είνε εις τάς επί
άγγίίϊυν παραστάσεις τοϋ' ΤριπτολέΐΑου.— ΒΐΥα γράψει τανωτερω οτε
παρατήρησα οτι τα δύο ταϋτα λείψανα ήδη παρα Ρΐ'ίβϋιίοΙΐ8-\νυ1-
ΙθΓ.·>, ΒθΙ'ΙίυβΓ 0^ρ8α1>8ϋ85θ 1191 ήρρ.ηνεύΟησαν ώς όφις.
τέρας τών άλλήλαις πάνυ ομοίων θεοτήτων. Έπι-
μαρτυρεΐται δηλ. ύπό τοΟ ήμετέρου άναγλύφου δ,τι
πρό τίνος 6 Ροβέρτος νοη 8ο1ιηβίϋβΐ' έξ άλλων μνη-
μείων ορμώμενος περί τών αττικών τής Κόρης τύ-
πων έδίδαξεν '. Τα παρ' αύτοΰ δέ άναπτυ/Οέντα
με άπαλλάττουσι του κόπου νά καταδείξω τήν και
έν άλλοις μνημείοις έφαρμογήν του σχήματος τού-
του τής περιβολής. Αλλως ή ακριβεστέρα πραγ-
ματεία ή περιλαμβάνουσα τάς πολυάριθμους κατά
τήν ρηΟεϊσαν έποχήν παραστάσεις τής Κόρης, περί
ων μακρότερος λόγος προσήκει νά γίνη, υπερβαίνει
τής παρούσης διατριβής τά ό'ρια.
Μόνον περί του Ραμνουσίου άναγλύφου 2 όπερ
νεωστί πάλιν έςητασα, θά προσθέσω λέξεις τινάς.
ΤοΟτο δεν άνήκει εις ζωφόρον, άλλ' είνε άνάγλυ-
φον άνωθεν και κάτωθεν γεϊσον εχον, ούγι όμως
και παρ' έκατέραν τών μακρών πλευρών. Ακέ-
ραια είνε ή δεξιά πλευρά, άποκεκρουσμένη δέ ή αρι-
στερά. Έξ αυτού άλλως του σχήματος αύτοΰ δή-
λον οτι ήτο ανάθημα, βεβαίως δέ άδύνατον νά Οεω-
ρηΟή σ/έσιν εχον προς τον έν Ραμνουντι τής Νε-
μέσεως ναόν.Τά έκ πρώτης όψεως ίκανώς όμοια φαι-
νόμενα σύμβολα τών δύο προσώπων τής παραστά-
σεως καΟιστώσι συμφανεϊς, ώς το έν τω παρενΟέτω
πινάκι άπεικόνισμα δεικνύει, παρά τήν σημαντικήν
βλάβην τής έπιφανείας του" άναγλύφου,και διαφοράς
ουσιώδεις.Τά σκηπτροειδή ταΰτα σύμβολα έπρεπε νά
έξέ^ωσιν έκ του έδάφους τής πλακός μεταξύ τών
μορφών και τοΰύπέρ αύτάς γείσου "αντί τούτου όμως
ό γλύπτης ίνα καταστήση στερεώτερον τό έργον άφή-
κεν ύπ άμφότερα τά σύμβολα μικρόν υποστήριγμα,
όπερ κατά τό οεξιον σύμβολον πλατύνεται προς
τά άνω και έν γένει καθιστά τοϋ'το παχύτερον κά-
πως του άριστεροΰ. Οτι δέ τοΟτο δέν εϊνε άπλή
σύμπτωσις βεβαιούμεΟα παρακολουΟουντες προσε-
κτικώς τά σύμβολα. Κατά το ήμισυ δηλονότι τοΟ
ύψους τών μορφών τό μέν άριστερον πλάτος έ'χει
5 περίπου χιλιοστών του μέτρου, το δέ δεξιον μέ-
χρις 9 και έκεϊνο μέν έντελώς κάτω 7, τοΰτο δέ
ώσαύτως 10. Ουδεμία λοιπόν άμφιβολία άπομένει
οτι ή μέν άριστερά μορφή κρατεί σκήπτρον, ή δέ
' "Ιδε ΙάΙΐΓΐίαοΗ (Ιοι· Ι<ιιη8ΐΗϊ$Ιοπ3οΙΐ6η 3απιοι1ιιη£βη οίοί αΐ-
ΙοιΊιϋοΙίϋΙηιι ΚοίλοιΙιαϋκβδ XII (1891 ) σ. 72 έ.
2 ΒΓυΐΐη, ΟΙ,ΥρΙυΐΙηΐΙ; 85; άπεικον. παρά ΙιβίΜΙβ, ΥΟ^. ΛΤθ\> πίν.
19; Ι_ιϋΐζυ\ν ΜαοοΙιβαθΓ ΛιιΐίΙίϋΐι 34.
ΛΥΟ ΑΝΑΓΛΥΦΟΙ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΛΕΥΣΙΝΙΩΝ ΘΕΟΤΗΤΩΝ
38
είνε παντελώς στρογγύλον και λεϊον, άλλο 3έ μι-
κρόν τεμάχιον καμπύλης παραλλήλου προς εκείνο
σώζεται ομοίως πράς τω τεθραυσμένω της πλακός
άκρω. Σ^ήμα δε και Οέσις τούτων τών γραμμών
άναμφίβολον καΟιστώσιν ότι όφις άνέρπων ενταύθα
παριστάνετο, εκ της κεφαλής του οποίου διεσώΟη
τό μνημονευΟέν άνώτερον λείψανον Παρίστανεν
αρα τό άνάγλυφον την άποστολήν του Ίριπτολέ-
μου. Εις τον Ήρωα, όστις έκάΟητο επί του άρμα-
τος τών δρακόντων, προσφέρει ή Δημήτηρ, εις ήν
προφανώς ανεφερετο η εςηφαν.σμενη σχεοον νυν
επιγραφή, το άπογαιρετιστήριον πόμα. Εν τη με-
γαλειότητι αυτής, και πως μάλιστα επί τό Οεα-
τρικώτερον,παρίσταται ή Οεά,έστηριγμένην έχουσα
την αριστεραν επι του σκήπτρου, οπερ οια χρώμα-
τος έδηλουτο και δεν έξεΐ/εν υπέρ την μικρόν μό-
νον κυρτουμένην παλάμην της άριστεράς χειρός.
ΙΙαρ' αύτήν Γσταται ώσεί εις σκέψεις βεβυΟισμένη,
ουχί ζωηρώς μεταλαμβάνουσα της πράξεως, άλλ
εις ύπηρεσίαν μόνον έτοιμη ή Κόρη έν μεν τή αρι-
στερά κρατούσα ιδιαιτέρως είργασμένον τι σύμβο-
λον, την δαδα ίσως, έν δε τή όε£ια, εις ήν πάντως
ένεκα της έλαωρας αυτής άνυψώσεως σύμβολόν τι
πρέπει νά δώσωμεν, δια χρώματος πιθανώς δηλού
μενον στέφανον δια τον προστατευόμενοι αυτής.
Τό έξαγόμενον τούτο διττώς είνε λόγου άξιον.
Πρώτον μεν παρατηρουμεν ότι είς θεότητα τινα
ώς τήν ΆΟηνάν ένταυΟα ανατίθενται εικόνες άλλων
θεοτήτων ή τουλάχιστον ή παράστασις κυριωτερου
τινός μύθου αυτών διότι ο τε τόπος της εύρέσεως
του άναΟήματος και ή δια της επιγραφής ύποδή-
ωσις αυτοϋ αποκλειουσι την παραοοχην οτι οι
αύτήν τήν Δήμητρα και τήν Κόρην ήτο ώρισμένον
τούτο. Δεύτεοον δέ άποκτώυ,εν άσοαλή παοαδείγ-
ματα της παραστάσεως τών δύο έλευσινίων θεοτή-
των έν τή άπο του Φειοίου έξαρτωμένη άττική
σχολή. Γήν μέν μητέρα βλέπομεν άπλουστέραν
τής Ουγατράς περιβολήν φέρουσαν, τοιαύτην οέ
οιάταζιν του ιματίου ταύτης, οποία βεβαίως τότε
κατά συνΟήκην δεκτή έγένετο προς διάκρισιν έκα-
' Πρβλ τήν παράστασιν τών οφεων επί τής έρυΟρομόρΐου φιάλης
παρά ΟνβΐΊ)βθΚι Κίΐηϊΐιιΐ} !ΙιυΙυ^ίί: Λ11α$ 16, 8, οπου χαΐ τό άρρ.α
δεν φέρει τήν προβ^λλουσαν άναοαΟραν, ήτις συνήθης είνε εις τάς επί
άγγίίϊυν παραστάσεις τοϋ' ΤριπτολέΐΑου.— ΒΐΥα γράψει τανωτερω οτε
παρατήρησα οτι τα δύο ταϋτα λείψανα ήδη παρα Ρΐ'ίβϋιίοΙΐ8-\νυ1-
ΙθΓ.·>, ΒθΙ'ΙίυβΓ 0^ρ8α1>8ϋ85θ 1191 ήρρ.ηνεύΟησαν ώς όφις.
τέρας τών άλλήλαις πάνυ ομοίων θεοτήτων. Έπι-
μαρτυρεΐται δηλ. ύπό τοΟ ήμετέρου άναγλύφου δ,τι
πρό τίνος 6 Ροβέρτος νοη 8ο1ιηβίϋβΐ' έξ άλλων μνη-
μείων ορμώμενος περί τών αττικών τής Κόρης τύ-
πων έδίδαξεν '. Τα παρ' αύτοΰ δέ άναπτυ/Οέντα
με άπαλλάττουσι του κόπου νά καταδείξω τήν και
έν άλλοις μνημείοις έφαρμογήν του σχήματος τού-
του τής περιβολής. Αλλως ή ακριβεστέρα πραγ-
ματεία ή περιλαμβάνουσα τάς πολυάριθμους κατά
τήν ρηΟεϊσαν έποχήν παραστάσεις τής Κόρης, περί
ων μακρότερος λόγος προσήκει νά γίνη, υπερβαίνει
τής παρούσης διατριβής τά ό'ρια.
Μόνον περί του Ραμνουσίου άναγλύφου 2 όπερ
νεωστί πάλιν έςητασα, θά προσθέσω λέξεις τινάς.
ΤοΟτο δεν άνήκει εις ζωφόρον, άλλ' είνε άνάγλυ-
φον άνωθεν και κάτωθεν γεϊσον εχον, ούγι όμως
και παρ' έκατέραν τών μακρών πλευρών. Ακέ-
ραια είνε ή δεξιά πλευρά, άποκεκρουσμένη δέ ή αρι-
στερά. Έξ αυτού άλλως του σχήματος αύτοΰ δή-
λον οτι ήτο ανάθημα, βεβαίως δέ άδύνατον νά Οεω-
ρηΟή σ/έσιν εχον προς τον έν Ραμνουντι τής Νε-
μέσεως ναόν.Τά έκ πρώτης όψεως ίκανώς όμοια φαι-
νόμενα σύμβολα τών δύο προσώπων τής παραστά-
σεως καΟιστώσι συμφανεϊς, ώς το έν τω παρενΟέτω
πινάκι άπεικόνισμα δεικνύει, παρά τήν σημαντικήν
βλάβην τής έπιφανείας του" άναγλύφου,και διαφοράς
ουσιώδεις.Τά σκηπτροειδή ταΰτα σύμβολα έπρεπε νά
έξέ^ωσιν έκ του έδάφους τής πλακός μεταξύ τών
μορφών και τοΰύπέρ αύτάς γείσου "αντί τούτου όμως
ό γλύπτης ίνα καταστήση στερεώτερον τό έργον άφή-
κεν ύπ άμφότερα τά σύμβολα μικρόν υποστήριγμα,
όπερ κατά τό οεξιον σύμβολον πλατύνεται προς
τά άνω και έν γένει καθιστά τοϋ'το παχύτερον κά-
πως του άριστεροΰ. Οτι δέ τοΟτο δέν εϊνε άπλή
σύμπτωσις βεβαιούμεΟα παρακολουΟουντες προσε-
κτικώς τά σύμβολα. Κατά το ήμισυ δηλονότι τοΟ
ύψους τών μορφών τό μέν άριστερον πλάτος έ'χει
5 περίπου χιλιοστών του μέτρου, το δέ δεξιον μέ-
χρις 9 και έκεϊνο μέν έντελώς κάτω 7, τοΰτο δέ
ώσαύτως 10. Ουδεμία λοιπόν άμφιβολία άπομένει
οτι ή μέν άριστερά μορφή κρατεί σκήπτρον, ή δέ
' "Ιδε ΙάΙΐΓΐίαοΗ (Ιοι· Ι<ιιη8ΐΗϊ$Ιοπ3οΙΐ6η 3απιοι1ιιη£βη οίοί αΐ-
ΙοιΊιϋοΙίϋΙηιι ΚοίλοιΙιαϋκβδ XII (1891 ) σ. 72 έ.
2 ΒΓυΐΐη, ΟΙ,ΥρΙυΐΙηΐΙ; 85; άπεικον. παρά ΙιβίΜΙβ, ΥΟ^. ΛΤθ\> πίν.
19; Ι_ιϋΐζυ\ν ΜαοοΙιβαθΓ ΛιιΐίΙίϋΐι 34.