239
ΔΥΟ ΣΦΙΓΓΕΣ ΕΚ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ
240
μακρόν έποιήσατο λόγον έν τφ πρώτω τεύχει της σαι ίδέαν περιδεραίου" έκατέρα των πτερύγων δι-
Έφημερίδος ταύτης δ κ. Κ. Δ. Μυλωνάς.(1) Τού- χάζεται από της προς τους εμπρόσθιους πόδας ρίζης
των ή ΰπά στοιχ. Λ. ευρέθη κατά τον παρελθόντα μ^ΧΡ1 τή? πράς τά έ'σω καμπτομένης άκρας δια
χειμώνα, έν τή αύτη περίπου θέτει, οπού και τά τριών γραμμών, (ών ή μέση άδροτέρα), καταφα-
πλεΐστα των άλλων μαρμάρινων και πώρινων πλα- νών έ'τι" το προς το στήθος μέρος της δεΗιας πτέ-
στικών έργων' ήτοι πλησίον και ΝΑ. του παλαιό- ρυγος διατηρεί πολλά ίχνη ερυθρού χρώαατος,
τάτου τείχους, κατωτέρω δέ του στρώαατος της μαρτυροΟντα δτι ό τεχνίτης έδήλωσε διά γραφής
λατύπης, άναμίξ μετ άργών λίθων. Κατά τον αύ- τά πτίλα" το δ' έτερον μέρος έχει ίχνη ύποξάνθου
τον σχεδόν χ_ρόνον ευρέθησαν και αί συνημαέναι χρώματος, οι' ών έναργώς εμφαίνεται ή ύποτύπω-
πτέρυγες της ετέρας Σφιγγός. Λκριβέστερόν τι σις τριών επαλλήλων σειρών πτερών" έν δέ τή άρι-
περί της θέσεως και του χ_ρόνου της ευρέσεως αύ- στερα πτέρυγι σαφέστερον είναι το διάγραυ,μα τών
των δεν είξεύρομεν. Της δ ύπο στοιχείον Β. Σφιγ- τε πτερών και τών πτίλων και φαίνεται ώσεί έχα-
γός, κατά τάς πληροφορίας, ας παρέσχεν ήμΐν δ Ρ^χ,θη έπι του μαρμάρου προ της έπιχρώσεως (Ι)-
κατ' εκείνον τον χρόνον έφορεύων της άνασκαφής το τών πτίλων σχήμα είναι φολιδώδες, έ'νια δέ
κ. Χρ. Τσούντας, ο μέν κορμός, άκέφαλος και διατηρουσιν ίχνη χρωματισμού. Τέλος έν τή καμ-
άπους, ευρέθη τή 30 Μαρτίου 1883 εις βάθος τεσ- πύλη γωνιώδει έσοχ_ή, τή σχηματιζομένη έκ της
σάρων περίπου μέτρων από της επιφανείας του ενώσεως τών δύο πτερύγων, παρατηρείται μελαμ-
στυλοβάτου τοΟ Παρθενώνος και οκτώ περίπου βαφής ύποτύπωσις πτερών, ών τά πέρας συμπίπτει
μέτρα μακράν της ΒΑ. γωνίας τοΟ μουσείου" ή δέ ένιαχοΟ ταίς έντομαίς του μαρμάρου" είσί δ' αί
κεφαλή τή 10 Απριλίου, έν περίπου μέτρον μακράν έντομαί αύται, ας έποίησεν δ τεχνίτης ό'πως δη-
τοΰ κορμοΟ. Εκεί που πλησίον ευρέθη και κομ- λώση πλαστικώς το άκρον τών πτερών, έν ολω
μάτιον της κεφαλής άλλης Σφιγγός, φερούσης εννέα.
κάλυμμα άπαράλλακτον τω της ύπο στοιχείον Α. Ή ετέρα Σφίγξ έχει υψος μετά της κεφαλής
Άμφότεραι αί Σφίγγες άπεικονίζονται έν τω 0,οο3, [χήκος δέ άπο της ούρας μέχρι της σφαγής
πίνακι κατά το '/7 του φυσικοί) μεγέθους. Ή ύπο τοΟ τραχήλου 0,66ο. Πεποίηται δέ και αύτη πα-
στοιχ. Λ. έχει υψος 0,4/6, μήκος δέ τοΟ κορμοΟ ρίου λίθου, και άποτελείται έκ πέντε άποκεχωρι-
0,37 (υψος δέ μέχρι του άνωτάτου σημείου τών σμένοον τεμαχίων: ά) της κεφαλής" 6") του σώμα-
πτερύγων 0,51). Πεποίηται δέ παρίου λίθου πιθα- τος' γ') τών πτερύγων" δ') έκ τεμαχίου τής άρι-
νώς. Εκτός τής έν τω άπεικονίσματι εμφανώς δη- στερας πτέρυγος, έν ω και τά άκρα πέντε βοστρύ-
λουμένης κολοβότητος ήτοι τής έλλείψεως τών χων και έ) έκ τεμαχ_ίου τής κεφαλής, προσαρμο-
ποδών και μεγάλου μέρους τοΟ σώματος, κατά τά ξομένου εις το προηγούμενον δ' τεμάχιον. Έλλεί-
λοιπά είναι κα7οής διατηρήσεους' ή ρις μόνον είναι πούσι δέ μέγα μέρος τής κεφαλής και τής άριστε-
άποκεκρουσμένη κατά τό σφαιρίον και ή άριστερά ράς ωμοπλάτης και μέγα μέρος τών τε έμπροσθίων
πτέρυξ ολίγον κατά τά άκρον. Διατηρεί δ' 6 λίθος και τών οπισθίων ποδών" έκτος δέ τούτων και άλλας
άφθονώτατα ίχνη χ_ρώματος" έρυθροΟ μέν κατα- έχει βλάβας' ή ρις είναι άποτετριμμένη, δ πώγων
φανή έν τω ένωτίω (μή δηλουμένω έν τω άπεικο- άποκεκρουσμένος, λελωβημένος δ Όεξιος οφθαλμός,
νίσματι), και άμυδρά έν τοις έπιστέφουσι τό μέτω- λελωβημένα και τά άκρα τών πτερύγων και έν
πον κυματοειδέσι βοστρύχοις' ύπο τό δεξιάν ους γένει τά άκρα τών τεμαχίων κατά τάς προσαρμο-
διακρίνεται μεμελανισμένη βάσις χρώματος" τάν γάς. Ίχνη χρώματος όλίγιστα διατηρεί" είσί δέ
τράχ_ηλον χωρίζουσιν άπά του πτερώματος δύο τοιαΟτα καταφανή μόνον έν τφ ύπά τό στέρνον
λεπτόταται κεχ_ρωματισμέναι γραμμαί, παρέχου-
(1) Έκ της μαλακότητος όμως τών χαραγμάτων συνάγεται, δτι
(1) Άπει'κασμα της υπό στοιχ. Α' Σφιγγός και βραχεΐαν περιγρα- προήλΟον έξ όξειοώσεως τών χρωμάτων και έκ της ατμοσφαιρικής
φήν αμφοτέρων βλ. έν σ. 43-44. επήρειας.
ΔΥΟ ΣΦΙΓΓΕΣ ΕΚ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΕΩΣ
240
μακρόν έποιήσατο λόγον έν τφ πρώτω τεύχει της σαι ίδέαν περιδεραίου" έκατέρα των πτερύγων δι-
Έφημερίδος ταύτης δ κ. Κ. Δ. Μυλωνάς.(1) Τού- χάζεται από της προς τους εμπρόσθιους πόδας ρίζης
των ή ΰπά στοιχ. Λ. ευρέθη κατά τον παρελθόντα μ^ΧΡ1 τή? πράς τά έ'σω καμπτομένης άκρας δια
χειμώνα, έν τή αύτη περίπου θέτει, οπού και τά τριών γραμμών, (ών ή μέση άδροτέρα), καταφα-
πλεΐστα των άλλων μαρμάρινων και πώρινων πλα- νών έ'τι" το προς το στήθος μέρος της δεΗιας πτέ-
στικών έργων' ήτοι πλησίον και ΝΑ. του παλαιό- ρυγος διατηρεί πολλά ίχνη ερυθρού χρώαατος,
τάτου τείχους, κατωτέρω δέ του στρώαατος της μαρτυροΟντα δτι ό τεχνίτης έδήλωσε διά γραφής
λατύπης, άναμίξ μετ άργών λίθων. Κατά τον αύ- τά πτίλα" το δ' έτερον μέρος έχει ίχνη ύποξάνθου
τον σχεδόν χ_ρόνον ευρέθησαν και αί συνημαέναι χρώματος, οι' ών έναργώς εμφαίνεται ή ύποτύπω-
πτέρυγες της ετέρας Σφιγγός. Λκριβέστερόν τι σις τριών επαλλήλων σειρών πτερών" έν δέ τή άρι-
περί της θέσεως και του χ_ρόνου της ευρέσεως αύ- στερα πτέρυγι σαφέστερον είναι το διάγραυ,μα τών
των δεν είξεύρομεν. Της δ ύπο στοιχείον Β. Σφιγ- τε πτερών και τών πτίλων και φαίνεται ώσεί έχα-
γός, κατά τάς πληροφορίας, ας παρέσχεν ήμΐν δ Ρ^χ,θη έπι του μαρμάρου προ της έπιχρώσεως (Ι)-
κατ' εκείνον τον χρόνον έφορεύων της άνασκαφής το τών πτίλων σχήμα είναι φολιδώδες, έ'νια δέ
κ. Χρ. Τσούντας, ο μέν κορμός, άκέφαλος και διατηρουσιν ίχνη χρωματισμού. Τέλος έν τή καμ-
άπους, ευρέθη τή 30 Μαρτίου 1883 εις βάθος τεσ- πύλη γωνιώδει έσοχ_ή, τή σχηματιζομένη έκ της
σάρων περίπου μέτρων από της επιφανείας του ενώσεως τών δύο πτερύγων, παρατηρείται μελαμ-
στυλοβάτου τοΟ Παρθενώνος και οκτώ περίπου βαφής ύποτύπωσις πτερών, ών τά πέρας συμπίπτει
μέτρα μακράν της ΒΑ. γωνίας τοΟ μουσείου" ή δέ ένιαχοΟ ταίς έντομαίς του μαρμάρου" είσί δ' αί
κεφαλή τή 10 Απριλίου, έν περίπου μέτρον μακράν έντομαί αύται, ας έποίησεν δ τεχνίτης ό'πως δη-
τοΰ κορμοΟ. Εκεί που πλησίον ευρέθη και κομ- λώση πλαστικώς το άκρον τών πτερών, έν ολω
μάτιον της κεφαλής άλλης Σφιγγός, φερούσης εννέα.
κάλυμμα άπαράλλακτον τω της ύπο στοιχείον Α. Ή ετέρα Σφίγξ έχει υψος μετά της κεφαλής
Άμφότεραι αί Σφίγγες άπεικονίζονται έν τω 0,οο3, [χήκος δέ άπο της ούρας μέχρι της σφαγής
πίνακι κατά το '/7 του φυσικοί) μεγέθους. Ή ύπο τοΟ τραχήλου 0,66ο. Πεποίηται δέ και αύτη πα-
στοιχ. Λ. έχει υψος 0,4/6, μήκος δέ τοΟ κορμοΟ ρίου λίθου, και άποτελείται έκ πέντε άποκεχωρι-
0,37 (υψος δέ μέχρι του άνωτάτου σημείου τών σμένοον τεμαχίων: ά) της κεφαλής" 6") του σώμα-
πτερύγων 0,51). Πεποίηται δέ παρίου λίθου πιθα- τος' γ') τών πτερύγων" δ') έκ τεμαχίου τής άρι-
νώς. Εκτός τής έν τω άπεικονίσματι εμφανώς δη- στερας πτέρυγος, έν ω και τά άκρα πέντε βοστρύ-
λουμένης κολοβότητος ήτοι τής έλλείψεως τών χων και έ) έκ τεμαχ_ίου τής κεφαλής, προσαρμο-
ποδών και μεγάλου μέρους τοΟ σώματος, κατά τά ξομένου εις το προηγούμενον δ' τεμάχιον. Έλλεί-
λοιπά είναι κα7οής διατηρήσεους' ή ρις μόνον είναι πούσι δέ μέγα μέρος τής κεφαλής και τής άριστε-
άποκεκρουσμένη κατά τό σφαιρίον και ή άριστερά ράς ωμοπλάτης και μέγα μέρος τών τε έμπροσθίων
πτέρυξ ολίγον κατά τά άκρον. Διατηρεί δ' 6 λίθος και τών οπισθίων ποδών" έκτος δέ τούτων και άλλας
άφθονώτατα ίχνη χ_ρώματος" έρυθροΟ μέν κατα- έχει βλάβας' ή ρις είναι άποτετριμμένη, δ πώγων
φανή έν τω ένωτίω (μή δηλουμένω έν τω άπεικο- άποκεκρουσμένος, λελωβημένος δ Όεξιος οφθαλμός,
νίσματι), και άμυδρά έν τοις έπιστέφουσι τό μέτω- λελωβημένα και τά άκρα τών πτερύγων και έν
πον κυματοειδέσι βοστρύχοις' ύπο τό δεξιάν ους γένει τά άκρα τών τεμαχίων κατά τάς προσαρμο-
διακρίνεται μεμελανισμένη βάσις χρώματος" τάν γάς. Ίχνη χρώματος όλίγιστα διατηρεί" είσί δέ
τράχ_ηλον χωρίζουσιν άπά του πτερώματος δύο τοιαΟτα καταφανή μόνον έν τφ ύπά τό στέρνον
λεπτόταται κεχ_ρωματισμέναι γραμμαί, παρέχου-
(1) Έκ της μαλακότητος όμως τών χαραγμάτων συνάγεται, δτι
(1) Άπει'κασμα της υπό στοιχ. Α' Σφιγγός και βραχεΐαν περιγρα- προήλΟον έξ όξειοώσεως τών χρωμάτων και έκ της ατμοσφαιρικής
φήν αμφοτέρων βλ. έν σ. 43-44. επήρειας.