9S
τό τε σχήμα καλείται προδιεζευγμένον οταν το με-
ταξύ δυο ονομάτων ενικών πληθυντικον τεθη ρ^μα»
τούτο καλείται άλκμ,ανικον , ούχ οτι Αλκμάν πρώτος
αύτω έχρησατο , αλλ οτι πολύ έστι πας αύτω , οίον
Κάστας ωκεων πωλών έλατήρες* και ΐίολυδεύκης' ομοιον
δε έστι το σχήμα,, ει δε κ "Αρης άρχωσι μάχης h
Φοίβος "Απόλλων και ενθα ροάς Σιμόεις συμβάλλετον
Υίδε Σκάμανδρος. Q.
V. 514- Κωκυτος. ] Αεγεται ο πρώτος ποταμός ο τον
βροτον δεχόμενος , των ανθρωπίνων παθών επωνυμ,ον
κακόν είτα ΪΙυριφλεγέθων , ήτοι το πυξ το άφανίζ,ον
το σαρκίνον των βροτων είτα ο Άχερων μετά τον Κω-
χ,υτον, και το Ίρ/ον, οπές οφειλή νεκρών εστίν ιαχή
•γίνεται" είτα Στυγος άπορρωγες , ουκ εστί γάξ ος ου
στυγνάζει τον τεθνηκότα. Q.
V. 515. ΤΙέτρη τε , ζύνεσίς τε. ] Φησι γάξ , ως
πέτρα τίς έστι καθ εκείνον τον τόπον κα& ον h των
ρευμάτων συμβολή γίνεναι του τε Κωκυτού και τον
Είυριφλεγίθοντος εις ταυτο μΛαγομενων κα\ ρεόντων εις
τον "Αχέροντα. Β.
V. 517· Βοθρον. ] 'Ενταύθα ο ποιητής την νεκυομαν-
τειαν δήλοι, και παρίστησι διά της των νεκρών θυσίας,
και της των ειδώλων αυτών επιφανείας, αθανάτους είναι
τας ψυχάς* το γας λέγειν , ό δ' 'Άίδόσδε βεβήκει, στ\-
μ,αντήριόν εστίν ως α'ι ψνχαϊ παραμένουσαι ού διαφθεί-
ρονται. Q.
Ώ.υγουσιον. ΐίηχυαίον πυγων δε έστι το απί
αγκωνος μέχρι των δακτύλων συνεσταλμένων μΜος'
ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΟΔΤΣΣΕΙΑΝ. Κ.
απολήγει γάξ το μίτρον εις τους δαχτύλους πύζ γενο-
μένους. Β.
Ιίυγουσιον. ] ΪΙυγωνιαϊον πυγων δε έστι το απο του
άγκωνος μ-έχρί των δάκτυλων κεκαμ,μένον διάστημα,
εζ ού και πυγμη' αίνίττεται δε διά τούτου το μ.η άνείσ-
θαι μη$ έπ εξουσίας είναι τους τετελευτηκότας αλλ
ω απ ες εχεσθαι κα\ έγκεκλείσθαι καθάπες οι δάκτυλοι. Q-
"Ενθα και ενθα. ] Εις πλάτος και μήκος. Β. Q.
V. 5ΐ8. Xohv χείσθαι.~\ Την τοις νεκροΐς έπιχεομέ-
νην χυσιν, καινοπρεπως δε χοην σπονδήν. Q.
Υ. 5a8. Εις "Ερεβος στρέψας. J Και πως ϊπίστατο
την δυσιν εν σκότω οντος ; λεγομεν οτι παρά τοΐς Κιμ-
μ,ερίοις σκότος ην ούχ οπου η θυσία έγινετο. Β.
Άπονόσφι τραπέσθαι. ] Εις τα οπίσω τράπηθι αυτός
ιέ μένος των τον ποταμού ρευμάτων. Β.
V. 543. "Αργυφεον. ] "Αρυφεον , ο έστι λαμπρον τη
άφη και εύκατασκεύαστον , και πλονασμω τον γ άρ-
γύφεον. Β.
Υ. 570. Άχνυμενοι. ] Οί λυπουμενοΐ' γίνεται δε
άπα τον άχος h θλίψις, η έκ τον α στερητικού μορίου,
και τον χαίνω αχανής τίς ων ο γάς λυπουμενος ου
δύναται άναπνεύσαι. Β.
V. 573. 'Ρεϊα παρεζελθού σα. ] 'Avr/ του ραδίως
παρα,ΰρα,μοϋσα τιμάς ητοι κρνφίως. Β.
V. 574· 'Ή ενθα n ενθα. ] 'Avr/ του η είσερχόμε-
vov n εζ,ερχόμενον τον θεον και μη θελοντα ού δύναται
τις ίδεΐν. Β.
ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΟΔΤΣΣΕΙΑΝ.
ΡΑΫΩΙΔΙΑ Λ.
SCHOLIA AD ODYSSEAM.
LIBER XI.
Τ Π Ο Θ Ε Σ I Σ-
ίΐηγειται και ταύτα αυτά Όδυσσεύς, τίνα αυτιά
εις αδου χατελθόντι εχρησατο Ύειρησίας , και ως την
μητέρα είδεν αυτού, και άλλας πολλάς των παλαιών
γυναίκας, και των εις Ίλιον στρατευσάντων ένίους, και
των έν αδου κολασμένων τινάς. Q.
V. 7· Έσθλον εταιρον. ] Έταΐρον εϊπεν ως άζιωσά-
σης αύτης τον άνεμ,ον. Q.
V. 8. Αύδήεσσα. ] Ή περίφημες, η h έχουσα αύδην
ανθρωπων, η y\ φωνητική. Β.
V. ιι. Χίοντοπορούσης. ] Δήλος έστίν ο ποιητής διά
το ποντοπορούσης ωκεανον κάλων την ε\ω θάλασσαν
άλλαχού δε ποταμον τον ωκεανον χαλεΐ διά το ροω-
δες. Β. Q.
V. Ι4· "Ενθα δε Κιμμερίων. ] Ύινες των νεκρών
παρά το έν ερα κεΐσθαι. Ούτοι οί Κιμμέριοι οι Σκυ-
θαι νομάδες οντες έκ των δυτικών του ωκεανού μέρων
έλθόντες έπορθησαν τον ναον Απόλλωνος τον έν Δελ-
φοίς' διο δυσφημεί ο ποιητής. Β.
V. ΐ6. Έπιδέρκεται ακτίνεσσιν. ] Έπιλάμπει μ\ν *0
ήλιος τους Κιμμερίους, ού φαέθων^δε, αντί τού ου
πάνυ λάμπων ουτε την δύσιν ουτε την ανατολην, διά
το δυτικοΐς και ανατολικούς ορεσι^ περιεχεσθαι- κατά
μόνην δ\ μεσημβρ'ιαν %W k»™ 5 <&> άλλ' έπ) νύζ,
Β. Q.
ρκετα/, φαέθων δε ου. Β.
έπ) της άορασίας κείται, χ
ούν 'ζωσιν, h έπιδε
ι
τό τε σχήμα καλείται προδιεζευγμένον οταν το με-
ταξύ δυο ονομάτων ενικών πληθυντικον τεθη ρ^μα»
τούτο καλείται άλκμ,ανικον , ούχ οτι Αλκμάν πρώτος
αύτω έχρησατο , αλλ οτι πολύ έστι πας αύτω , οίον
Κάστας ωκεων πωλών έλατήρες* και ΐίολυδεύκης' ομοιον
δε έστι το σχήμα,, ει δε κ "Αρης άρχωσι μάχης h
Φοίβος "Απόλλων και ενθα ροάς Σιμόεις συμβάλλετον
Υίδε Σκάμανδρος. Q.
V. 514- Κωκυτος. ] Αεγεται ο πρώτος ποταμός ο τον
βροτον δεχόμενος , των ανθρωπίνων παθών επωνυμ,ον
κακόν είτα ΪΙυριφλεγέθων , ήτοι το πυξ το άφανίζ,ον
το σαρκίνον των βροτων είτα ο Άχερων μετά τον Κω-
χ,υτον, και το Ίρ/ον, οπές οφειλή νεκρών εστίν ιαχή
•γίνεται" είτα Στυγος άπορρωγες , ουκ εστί γάξ ος ου
στυγνάζει τον τεθνηκότα. Q.
V. 515. ΤΙέτρη τε , ζύνεσίς τε. ] Φησι γάξ , ως
πέτρα τίς έστι καθ εκείνον τον τόπον κα& ον h των
ρευμάτων συμβολή γίνεναι του τε Κωκυτού και τον
Είυριφλεγίθοντος εις ταυτο μΛαγομενων κα\ ρεόντων εις
τον "Αχέροντα. Β.
V. 517· Βοθρον. ] 'Ενταύθα ο ποιητής την νεκυομαν-
τειαν δήλοι, και παρίστησι διά της των νεκρών θυσίας,
και της των ειδώλων αυτών επιφανείας, αθανάτους είναι
τας ψυχάς* το γας λέγειν , ό δ' 'Άίδόσδε βεβήκει, στ\-
μ,αντήριόν εστίν ως α'ι ψνχαϊ παραμένουσαι ού διαφθεί-
ρονται. Q.
Ώ.υγουσιον. ΐίηχυαίον πυγων δε έστι το απί
αγκωνος μέχρι των δακτύλων συνεσταλμένων μΜος'
ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΟΔΤΣΣΕΙΑΝ. Κ.
απολήγει γάξ το μίτρον εις τους δαχτύλους πύζ γενο-
μένους. Β.
Ιίυγουσιον. ] ΪΙυγωνιαϊον πυγων δε έστι το απο του
άγκωνος μ-έχρί των δάκτυλων κεκαμ,μένον διάστημα,
εζ ού και πυγμη' αίνίττεται δε διά τούτου το μ.η άνείσ-
θαι μη$ έπ εξουσίας είναι τους τετελευτηκότας αλλ
ω απ ες εχεσθαι κα\ έγκεκλείσθαι καθάπες οι δάκτυλοι. Q-
"Ενθα και ενθα. ] Εις πλάτος και μήκος. Β. Q.
V. 5ΐ8. Xohv χείσθαι.~\ Την τοις νεκροΐς έπιχεομέ-
νην χυσιν, καινοπρεπως δε χοην σπονδήν. Q.
Υ. 5a8. Εις "Ερεβος στρέψας. J Και πως ϊπίστατο
την δυσιν εν σκότω οντος ; λεγομεν οτι παρά τοΐς Κιμ-
μ,ερίοις σκότος ην ούχ οπου η θυσία έγινετο. Β.
Άπονόσφι τραπέσθαι. ] Εις τα οπίσω τράπηθι αυτός
ιέ μένος των τον ποταμού ρευμάτων. Β.
V. 543. "Αργυφεον. ] "Αρυφεον , ο έστι λαμπρον τη
άφη και εύκατασκεύαστον , και πλονασμω τον γ άρ-
γύφεον. Β.
Υ. 570. Άχνυμενοι. ] Οί λυπουμενοΐ' γίνεται δε
άπα τον άχος h θλίψις, η έκ τον α στερητικού μορίου,
και τον χαίνω αχανής τίς ων ο γάς λυπουμενος ου
δύναται άναπνεύσαι. Β.
V. 573. 'Ρεϊα παρεζελθού σα. ] 'Avr/ του ραδίως
παρα,ΰρα,μοϋσα τιμάς ητοι κρνφίως. Β.
V. 574· 'Ή ενθα n ενθα. ] 'Avr/ του η είσερχόμε-
vov n εζ,ερχόμενον τον θεον και μη θελοντα ού δύναται
τις ίδεΐν. Β.
ΣΧΟΛΙΑ ΕΙΣ ΟΔΤΣΣΕΙΑΝ.
ΡΑΫΩΙΔΙΑ Λ.
SCHOLIA AD ODYSSEAM.
LIBER XI.
Τ Π Ο Θ Ε Σ I Σ-
ίΐηγειται και ταύτα αυτά Όδυσσεύς, τίνα αυτιά
εις αδου χατελθόντι εχρησατο Ύειρησίας , και ως την
μητέρα είδεν αυτού, και άλλας πολλάς των παλαιών
γυναίκας, και των εις Ίλιον στρατευσάντων ένίους, και
των έν αδου κολασμένων τινάς. Q.
V. 7· Έσθλον εταιρον. ] Έταΐρον εϊπεν ως άζιωσά-
σης αύτης τον άνεμ,ον. Q.
V. 8. Αύδήεσσα. ] Ή περίφημες, η h έχουσα αύδην
ανθρωπων, η y\ φωνητική. Β.
V. ιι. Χίοντοπορούσης. ] Δήλος έστίν ο ποιητής διά
το ποντοπορούσης ωκεανον κάλων την ε\ω θάλασσαν
άλλαχού δε ποταμον τον ωκεανον χαλεΐ διά το ροω-
δες. Β. Q.
V. Ι4· "Ενθα δε Κιμμερίων. ] Ύινες των νεκρών
παρά το έν ερα κεΐσθαι. Ούτοι οί Κιμμέριοι οι Σκυ-
θαι νομάδες οντες έκ των δυτικών του ωκεανού μέρων
έλθόντες έπορθησαν τον ναον Απόλλωνος τον έν Δελ-
φοίς' διο δυσφημεί ο ποιητής. Β.
V. ΐ6. Έπιδέρκεται ακτίνεσσιν. ] Έπιλάμπει μ\ν *0
ήλιος τους Κιμμερίους, ού φαέθων^δε, αντί τού ου
πάνυ λάμπων ουτε την δύσιν ουτε την ανατολην, διά
το δυτικοΐς και ανατολικούς ορεσι^ περιεχεσθαι- κατά
μόνην δ\ μεσημβρ'ιαν %W k»™ 5 <&> άλλ' έπ) νύζ,
Β. Q.
ρκετα/, φαέθων δε ου. Β.
έπ) της άορασίας κείται, χ
ούν 'ζωσιν, h έπιδε
ι